Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Με τον Ηρακλή να αποτελεί τη νέα πραγματικότητα και το πρώτο συστημικό όπλο των τραπεζών στο τεράστιο project μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) κατά 55 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη αναζητούν ήδη τον επόμενο καταλύτη. Και αυτό γιατί ο Ηρακλής θα «καθαρίσει» βάσει σχεδιασμού περί τα 30-32 δις. ευρώ από τους τραπεζικούς ισολογισμούς. Η διαχείριση των υπόλοιπων 43-45 δις. ευρώ ίσως αποδειχθεί τελικά η πιο δύσκολη άσκηση για το σύστημα.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, για παράδειγμα, η οποία σήμερα καταθέτει την Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική στην οποία αναφέρεται αναλυτικά στο θέμα, τάσσεται υπέρ μιας λύσης που θα αντιμετωπίζει το ζήτημα του αναβαλλόμενου φόρου. Ιδέες και προτάσεις υπάρχουν όμως όλα βρίσκονται αυτή τη στιγμή στα χαρτιά από τη στιγμή που δεν έχουν το πράσινο φως Κομισιόν και ΕΚΤ, ενώ για να υπάρξει ουσιαστική εξέταση της επόμενης φάσης θα πρέπει να προηγηθούν τα αποτελέσματα των stress tests. Η νέα πανευρωπαϊκή άσκηση ξεκινά από τις πρώτες ημέρες του 2020 και αναμένεται να ολοκληρωθεί περί τα τέλη Μαΐου – αρχές Ιουνίου.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στη Φρανκφούρτη ποντάρουν σε έναν παράγοντα που δεν εκφράζεται επισήμως αλλά αν επιβεβαιωθεί στην πορεία θα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα και να κάνει πολύ πιο εύκολη τη δουλειά τόσο των ελληνικών τραπεζών, όσο και των εποπτικών αρχών. Ο παράγοντας αυτός είναι η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας. Η υπεραπόδοση όχι από την εκτίμηση της κυβέρνησης που αναφέρεται στον προϋπολογισμό του 2020 για μεγέθυνση του ΑΕΠ της τάξης του 2,8% αλλά σε σύγκριση με τις παραδοχές βάσει των οποίων θα διενεργηθούν τα stress tests.
Η Κομισιόν προβλέπει για την ελληνική οικονομία ανάπτυξη 1,8% το 2019, 2,3% το 2020 και 2% το 2021. Αν η πραγματικότητα αποδειχθεί καλύτερη των προσδοκιών και η Ελλάδα πετύχει υψηλότερη ανάπτυξη στην επόμενη διετία, τότε αναμένεται να αλλάξει και η δομή του σχεδίου. Και εξηγούμαστε: Με τα σημερινά δεδομένα η ΕΚΤ αν και δεν βάζει το μαχαίρι στο λαιμό των ελληνικών τραπεζών πιέζει έτσι ώστε να επιτευχθεί η μείωση των NPEs σε μονοψήφιο ποσοστό το πολύ έως το τέλος του 2022.
Πριν λίγες ημέρες η Citi προέβλεψε ότι η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου θα μειωθεί έως το 0,7% προς το τα τέλη του 2020 και ότι το ελληνικό αξιόχρεο θα δεχθεί αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης για να πιάσει εντέλει την επενδυτική βαθμίδα.
Σημειώνεται ότι όλες οι θετικές προβλέψεις για την ελληνική οικονομία δεν λαμβάνουν υπόψη το ενδεχόμενο να επιτευχθεί μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από τον προϋπολογισμό του 2021 που θα σημαίνει σημαντική ώθηση στο ΑΕΠ της χώρας. Επίσης, δεν λαμβάνεται υπόψη η θετική επίδραση της χρήσης των εσόδων από τα ANFAs και SMPs για επενδύσεις η οποία αποτελεί και αυτή αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
Σήμερα κανείς δεν προβλέπει πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ελλάδα ούτε καν στο 2,8% της κυβέρνησης, όμως αρκετοί αναλυτές ξένων οίκων αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο αλλαγής των προβλέψεων στην περίπτωση που επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις και σημειωθεί μία σειρά θετικών εξελίξεων όπως αυτές που προαναφέρθηκαν.
Το θέμα είναι πόσο μπορεί να επιταχυνθεί η μείωση των NPEs; Τραπεζικά στελέχη υποστηρίζουν ότι υπάρχει ένας αρκετά μεγάλος όγκος δανείων που η εξυπηρέτησή τους θα κριθεί από την ταχύτητα ανάκαμψης της οικονομίας. Είναι τα δάνεια που βρίσκονται πολύ κοντά στο να χαρακτηριστούν «κόκκινα», είναι επίσης τα δάνεια που εξυπηρετούνται για κάποιους μήνες και για άλλους όχι, είναι και τα δάνεια που ρυθμίζονται και χάνουν κάποιες πληρωμές οπότε ταξινομούνται εκ νέου ως «κόκκινα». Όλα αυτά μπορούν να εισέλθουν σε πορεία ομαλής εξυπηρέτησης αν βοηθήσει η ανάπτυξη και να δώσουν ώθηση ακόμη και 10 ποσοστιαίων μονάδων στον μαραθώνιο μείωσης.