Σε μια ιστορική και ομόφωνη απόφαση για πρώτη φορά από την έναρξη της αύξησης των επιτοκίων, η ΕΚΤ αποφάσισε παύση. Την αποκάλυψη ότι όλα τα μέλη συμφώνησαν σε αυτό έκανε σε ερώτηση η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δίνοντας προς στιγμή το λόγο στο διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος επιβεβαίωσε την ομοφωνία στην απόφαση.
Η κ. Λαγκάρντ απέφυγε επιμελώς να δεσμευτεί αν το παρόν επίπεδο επιτοκίων είναι το «ταβάνι», ενώ χαρακτήρισε την απόφαση της παύσης πολύ σημαντική και είπε ότι «καμιά φορά και η μη δράση είναι δράση», καθώς αυτήν τη φορά η ΕΚΤ επέλεξε να αφήσει τα επιτόκια ως έχουν.
Η ΕΚΤ, όπως είπε, παρακολουθεί τα στοιχεία και κινείται αναλόγως και μάλιστα περιμένει ένα ολόκληρο σετ νέων κατατοπιστικών στοιχείων για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, την ανεργία, τα επίπεδα των αμοιβών κλπ. «Δεν θα με κάνετε να μεταφέρω πρόωρα την εντύπωση ότι κορυφώσαμε», είπε.
Σε άλλη ερώτηση για το πότε θα μειωθούν τα επιτόκια ήταν κάθετη ότι «ακόμα και η συζήτηση για μείωση επιτοκίων είναι πρόωρη». Το μήνυμα που μετέδωσε είναι ότι τα επιτόκια θα μείνουν ψηλά «για μεγάλο διάστημα». Πόσο; «Όσο χρειαστεί», είπε. Ο στόχος παραμένει η μείωση του πληθωρισμού στο 2%.
Η ΕΚΤ δεν συζήτησε για αγορές ομολόγων ή για τις υποχρεωτικές καταθέσεις των τραπεζών που απασχολούν Κεντρικές Τράπεζες με ζημιές. Εδώ, καθώς η ερώτηση ερχόταν από βρετανικής πλευράς, είχε την ευκαιρία να τονίσει ότι η ευρωπαϊκή αντίληψη για τις Κεντρικές Τράπεζες και το ρόλο τους δεν συνάδει με κέρδη ή ζημιές, αλλά με την προστασία της σταθερότητας των τιμών στην οικονομία.
Τέλος, είχε την ευκαιρία να τονίσει ιδιαίτερα ότι η Ελλάδα και η ελληνική οικονομία έχουν επιστρέψει σε προ Covid επίπεδα σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, χαρακτήρισε δε, την Ελλάδα, success story. Θυμήθηκε την ανάκαμψη 10% και πλέον του ΑΕΠ της Ελλάδος και τόνισε ότι «πλέον η Ελλάδα δεν χρειάζεται ειδική ρύθμιση (waiver)», για να γίνονται δεκτά ή να αγοράζονται τα ομόλογά της μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Τόνισε ότι «η Ελλάδα τα πηγαίνει καλύτερα από άλλους».
Σε παρατήρηση πάντως για τη μεγάλη ψαλίδα των επιτοκίων καταθέσεων στην Ελλάδα είπε ότι η ΕΚΤ αποφασίζει τα επιτόκια και ενδιαφέρεται για τη μετάδοση της πολιτικής της, αλλά αυτό είναι θέμα των τοπικών αρχών ανταγωνισμού κι όχι δική της δουλειά.
Επιλέξιμα ομόλογα
Στο μεταξύ, η Κριστίν Λαγκάρντ επεσήμανε ότι πλέον τα ελληνικά ομόλογα είναι επιλέξιμα για να συμμετάσχουν στα προγράμματα επαναγοράς της ΕΚΤ, τα οποία όμως πλέον έχουν «παγώσει». Εξαίρεση αποτελεί μόνο το πρόγραμμα επαναγοράς ΡΕΡP (πρόκειται για αυτό της πανδημίας) στο οποίο, όμως, ούτως ή αλλιώς τα ελληνικά ομόλογα συμμετείχαν. Το σημερινό διοικητικό συμβούλιο δεν συζήτησε όπως είπε ή ίδια τι μέλλει γενέσθαι με το πρόγραμμα αυτό, όποτε συνεχίζεται η επανεπένδυση μέρους των ομολόγων που βρίσκονται ήδη στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ, μετά τη λήξη τους.
Για το ζήτημα των επιτοκίων η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι εξαιτίας της υφιστάμενης νομισματικής πολιτικής τα μακροπρόθεσμα επιτόκια έχουν αυξηθεί σημαντικά η χρηματοδότηση έγινε πιο ακριβή για τις τράπεζες και τα επιτόκια για επιχειρηματικά δάνεια και στεγαστικά δάνεια αυξήθηκαν ξανά τον Αύγουστο, σε 5,0% και 3,9% αντίστοιχα.
Ωστόσο, η ίδια απέφυγε να πάρει θέση για το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων - δανείων αναφέροντας ότι τούτο δεν είναι αρμοδιότητα της ΕΚΤ παραπέμποντας το ζήτημα στην Επιτροπή Ανταγωνισμού για να επιληφθεί.
Σε κάθε περίπτωση όμως υποστήριξε ότι τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού, οδήγησαν σε περαιτέρω απότομη πτώση της ζήτησης πιστώσεων το τρίτο τρίμηνο. Επιπλέον, τα πιστωτικά πρότυπα για τα δάνεια προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά ενισχύθηκαν περαιτέρω. Οι τράπεζες ανησυχούν περισσότερο για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι πελάτες τους και είναι λιγότερο πρόθυμες να αναλάβουν κινδύνους οι ίδιες.