Η Τράπεζα Πειραιώς δεν υπέστη καμιά ζημιά από τις συναλλαγές που αναφέρονται στο Πόρισμα της ΤτΕ, αναφέρει σε συνέντευξη του στην «Καθημερινή της Κυριακής» ο Μιχάλης Σάλλας, ιδρυτής και πρώην επικεφαλής της Τράπεζας.
Ωστόσο δεν καταλογίζει σκοπιμότητες ή κακή πρόθεση για το επίμαχο πόρισμα, αλλά εκτιμά πως «υπήρξε υπερβάλλον ζήλος» «και πιθανόν να μην υπήρξε η σωστή ανταπόκριση από την τράπεζα Πειραιώς στα ερωτήματα του ελέγχου».
«Το πόρισμα όπως παρουσιάστηκε στον Τύπο δημιούργησε μια πολύ αρνητική εικόνα για την Τράπεζα Πειραιώς και για τα στελέχη της. Διαβάζοντας, όμως, οποιοσδήποτε αναγνώστης τα κείμενα του ελέγχου, εύκολα διαπιστώνει ότι οι συναλλαγές που αναφέρονται δεν ήταν ζημιογόνες για την Πειραιώς, ενώ για τις χρηματοδοτήσεις, όπως μαθαίνω, εκτός ότι είναι ενήμερες, έχουν ληφθεί και οι κατάλληλες εξασφαλίσεις».
Σχετικά με τις ενδεχόμενες απώλειες της Πειραιώς ύψους 6,4 εκατ. ευρώ από συναλλαγές πώλησης ακινήτων ο κ. Σάλλας δηλώνει ότι έχει «ήδη επισημάνει ότι αναπαράγονται εσφαλμένες παραδοχές του πορίσματος της ΤτΕ που έχουν αντικρουστεί πλήρως. Ενδεικτικά μόνον αναφέρω ότι τα γεγονότα που παρουσιάζονται, έλαβαν χώρα μετά την αποχώρησή μου από την Πειραιώς. Επειδή η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των αρμόδιων αρχών δεν θα σχολιάσω κάτι παραπάνω».
Σε ερώτηση για τα ναυτιλιακά δάνεια ο κ. Σάλλας αναφέρει πως «αυτά που επωλήθησαν, σε δυσμενή τιμή, όπως λέει η ΤτΕ, είναι δάνεια τα οποία ανήκουν στην κατηγορία των κόκκινων δανείων. Δεν είχαν χορηγηθεί από την Πειραιώς αλλά περιήλθαν σε αυτή με τις συγχωνεύσεις των κυπριακών τραπεζών το 2013. Η αξία της πώλησης των συγκεκριμένων δανείων από την τράπεζα Πειραιώς ήταν όχι απλώς μεγαλύτερη από την αξία στην οποία αποκτήθηκαν αλλά πολλαπλάσια. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι τιμές στις οποίες απέκτησε η Πειραιώς το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο είχαν προσδιοριστεί από τους αρμόδιους εποπτικούς φορείς με τη συμμετοχή και της ΤτΕ. Επομένως οι εποπτικοί φορείς γνώριζαν ότι το προβληματικό χαρτοφυλάκιο που πώλησε η τράπεζα το απέκτησε σε πολύ χαμηλότερες αξίες».