Στις 56.1 μονάδες έκλεισε ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο, τιμή υψηλότερη από τις 55.2 μονάδες του Ιανουαρίου και πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50 μονάδων.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, ο δείκτης υπέδειξε την εντονότερη βελτίωση των επιχειρησιακών συνθηκών από τον Ιούνιο του 2000 ενώ η αύξηση επέκτεινε την τρέχουσα περίοδο συνεχούς ανάπτυξης σε εννέα μήνες, τη μακρύτερη περίοδο συνεχούς αύξησης μετά την οικονομική κρίση.
Η κινητικότητα συνεχίστηκε στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας κατά το μέσο του πρώτου τριμήνου, καθώς οι ρυθμοί αύξησης του συνόλου των νέων παραγγελιών, της παραγωγής και της αγοραστικής δραστηριότητας κατέγραψαν υψηλές
τιμές, αντίστοιχες με εκείνες που σημειώθηκαν μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής στοιχείων στον συγκεκριμένο τομέα εδώ και πεντέμισι χρόνια. Οι
τάσεις αυτές ενθάρρυναν, με τη σειρά τους, τις εταιρείες να προσλάβουν επιπλέον εργαζομένους με τον ταχύτερο ρυθμό στην ιστορία της έρευνας.
Εν τω μεταξύ, η αύξηση του κόστος εισροών παρέμεινε σημαντική και συνέβαλλε στη δεύτερη συνεχή αύξηση των μέσων τιμών πώλησης.
Αναλύοντας τους επιμέρους τομείς, οι εντονότεροι ρυθμοί ανάπτυξης καταγράφηκαν από τους παραγωγούς καταναλωτικών και ενδιάμεσων αγαθών, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης των παραγωγών επενδυτικών αγαθών ήταν συγκριτικά πιο υποτονικός.
Η γενική άνοδος ήταν αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης των νέων παραγγελιών, της δριμύτερης που έχει καταγραφεί από τον Οκτώβριο του 2007, δεδομένου ότι αναφέρθηκε έντονη ζήτηση από την πλευρά των πελατών. Η αύξηση ήταν ευρείας
κλίμακας και καταγράφηκε τόσο από τις αγορές του εξωτερικού όσο και από τις αγορές του εσωτερικού, όπως απέδειξε η πέμπτη συνεχής αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών.
Οι εταιρείες διεύρυναν το εργατικό δυναμικό τους με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Μάιο του 1999 που άρχισε η συλλογή δεδομένων. Όσες ανέφεραν αύξηση των εργαζομένων την απέδιδαν συνήθως στους υψηλότερους στόχους παραγωγής. Παρόλ' αυτά, οι αδιεκπεραίωτες εργασίες αυξήθηκαν για δεύτερο συνεχή μήνα και στον μεγαλύτερο βαθμό που έχει καταγραφεί.
Οι έλληνες κατασκευαστές αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα για όγδοο συνεχή μήνα τον Φεβρουάριο σε συνάρτηση με την ενισχυμένη παραγωγική ικανότητα. Πράγματι, ο ρυθμός αύξησης ήταν ο σημαντικότερος που έχει
σημειωθεί από τον Οκτώβριο του 2007, και συνέβαλε στη δεύτερη μόλις αύξηση των αποθεμάτων αγορών σε διάστημα εννιάμισι ετών.
Αποτέλεσμα των τάσεων αυτών ήταν η αύξηση της παραγωγής με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών. Παρόλ' αυτά, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων εξακολούθησαν να μειώνονται, καθώς οι
εταιρείες προσπάθησαν να καλύψουν τις παραγγελίες τους με τα υπάρχοντα αποθέματα.
Εν τω μεταξύ, η αύξηση των τιμών εισροών παρέμεινε έντονη ως αποτέλεσμα των υψηλότερων τιμών πρώτων υλών. Κατόπιν τούτου, η αύξηση ήταν ελαφρώς ασθενέστερη από τον Ιανουάριο. Το υψηλότερο κόστος, παράλληλα με την έντονη ζήτηση, είχαν ως αποτέλεσμα τη δεύτερη συνεχή αύξηση των μέσων τιμών πώλησης.
Τέλος, οι επιχειρηματική αισιοδοξία βελτιώθηκε για τρίτο συνεχή μήνα καταγράφοντας υψηλό ρεκόρ τον Φεβρουάριο. Οι θετικές προοπτικές σχετικά με την ανάπτυξη συνδέθηκαν με τις επενδυτικές δαπάνες και την πολιτική και κοινωνική σταθερότητα.
Ο οικονομολόγος της IHS Markit, Alex Gill, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών τόνισε πως «ο μεταποιητικός τομέας της Ελλάδας αντιμετώπισε έναν ακόμα μήνα έντονης κινητικότητας τον Φεβρουάριο, καθώς ο κύριος δείκτης PMI υπέδειξε τον εντονότερο ρυθμό ανάπτυξης που έχει καταγραφεί από τον Ιούνιο του 2000. Οι
επιχειρησιακές συνθήκες βελτιώνονται κάθε μήνα κατά τη διάρκεια των τελευταίων εννέα μηνών, τη μεγαλύτερη περίοδο συνεχούς βελτίωσης που έχει καταγραφεί από το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, παρέχοντας περαιτέρω ελπίδες ότι η οικονομία βρίσκεται πλέον σε πορεία ανάκαμψης, τουλάχιστον στο προσεχές μέλλον» και πρόσθεσε πως «η πιο αισιόδοξη ίσως τάση που υπέδειξαν τα τελευταία στοιχεία της έρευνας ήταν η έντονη αύξηση της ζήτησης των πελατών, η οποία ήταν, πράγματι, η εντονότερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών. Ωστόσο, ένας μικρός λόγος ανησυχίας ήταν η μείωση του όγκου νέων παραγγελιών τις οποίες έλαβαν οι παραγωγοί κεφαλαιουχικών αγαθών, υποδεικνύοντας, ενδεχομένως, ότι οι Έλληνες κατασκευαστές διατηρούν τις επιφυλάξεις τους ως προς τις
προβλέψεις σχετικά με την ανάπτυξη σε μεσο-μακροπρόθεσμη βάση».