Του Βασίλη Γεώργα
Παράθυρο για νέα συμπληρωματικά μέτρα ώστε να κλειδώσουν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της επόμενης διετίας με την κατάθεση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2017-2020 ανοίγει η φθινοπωρινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα.
Παρότι οι φιλόδοξες εκτιμήσεις της Κομισιόν προεξοφλούν «απογείωση» της ελληνικής οικονομίας το επόμενο έτος και το 2018 με ρυθμούς ανάπτυξης 2,7% - 3,2% , αύξηση της κατανάλωσης και διψήφια άνοδο των επενδύσεων σε καθεστώς υπερφορολόγησης, εντούτοις η Κομισιόν καλεί την κυβέρνηση να ψηφίσει μέχρι το τέλος του έτους το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο 2017-2020 «συμπεριλαμβανομένων των τυχόν αναπροσαρμογών στη δημοσιονομική πολιτική που απαιτούνται για να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων του προγράμματος του ESM για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% του ΑΕΠ το 2018».
Είναι η πρώτη φορά αφότου ξεκίνησε η δεύτερη αξιολόγηση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέτει με τόσο ευθύ τρόπο το ενδεχόμενο να ζητηθούν συμπληρωματικά μέτρα ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των μνημονιακών στόχων και να μην κινδυνεύσει με εκτροχιασμό το πρόγραμμα. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να φτάσουν έως και το 1 δισ. ευρώ, όση είναι δηλαδή η διαφορά που χωρίζει τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης και των δανειστών στο δημοσιονομικό μέτωπο.
Στο επίκεντρο τα πρωτογενή πλεονάσματα
Η προειδοποίηση αυτή έρχεται ως αποτέλεσμα πρώτον της «αγωνίας» που έχει η τρόικα να αποδείξει ότι το ελληνικό πρόγραμμα «βγαίνει» και συνεπώς δεν απαιτούνται σε αυτή τη φάση σημαντικές παρεμβάσεις στο ελληνικό χρέος, και δεύτερον της ευθείας αμφισβήτησης των δανειστών ότι η υπεραπόδοση των φορολογικών μέτρων θα διατηρηθεί την επόμενη και την μεθεπόμενη χρονιά. Η ελληνική κυβέρνηση καλείται πλέον να καταβάλει διπλή προσπάθεια για να πείσει τους εκπροσώπους των δανειστών ότι δεν πρόκειται να υπάρξει δημοσιονομική τρύπα και ότι δεν θα επαναληφθεί η εμπειρία του 2015, που το πρωτογενές πλεόνασμα αναθεωρήθηκε πτωτικά φέτος από το 0,7% στο 0,2% αλλά πάντως παραμένει σημαντικά υψηλότερα από τον στόχο.
Επιπλέον, δεν είναι ξεκάθαρο ακόμη, αν οι δανειστές θα ζητήσουν από την ελληνική κυβέρνηση να ποσοτικοποιήσει εκ των προτέρων τα μέτρα μόνιμου χαρακτήρα που θα χρειαστεί να ληφθούν για να διασφαλιστεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ και για τα έτη 2019 και 2020 μέχρι τα οποία εκτείνεται το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο. Αυτό θα φανεί στον επόμενο κύκλο διαπραγματεύσεων που ξεκινά στα μέσα Νοεμβρίου. Η εναλλακτική θα είναι να υπάρξει κάποιου είδους συμβιβασμός στο πλαίσιο της ευρύτερης συζήτησης που θα γίνει για την αναδιάρθρωση του χρέους και την μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος μετά το 2018.
Αμφιβολίες για την υπεραπόδοση των φόρων
Από την έκθεση με τις Φθινοπωρινές εκτιμήσεις της Κομισιόν, συνάγεται πάντως το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση δεν έχει «ξεμπερδέψει» ακόμη από το ενδεχόμενο να κληθεί να φέρει στη Βουλή πρόσθετες παρεμβάσεις. Οι δανειστές παρότι αναγνωρίζουν την εντυπωσιακή υπερκάλυψη των στόχων στο μέτωπο των φορολογικών εσόδων, θέτουν εν αμφιβόλω τις εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου το carry over των φετινών μέτρων και η συνεισφορά όσων εφαρμοστούν από 1.1.2017 (ΕΦΚ στα καύσιμα κ.α) θα είναι τέτοια που δεν θα απειλήσουν με εκτροχιασμό τον προϋπολογισμό.
Οι εκτιμήσεις των δανειστών είναι ότι εντοπίζεται δημοσιονομικό κενό περίπου 0,2% του ΑΕΠ ή 350 εκατ. ευρώ για το 2017 λόγω των αναγκών χρηματοδότησης του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης με μέτρα μόνιμης απόδοσης τα οποία δεν έχουν προσδιοριστεί, και αντίστοιχα άλλα 600 εκατ. ευρώ ή 0,3% του ΑΕΠ για το 2018.
Το συνολικό ποσό του υποτιθέμενου δημοσιονομικού κενού υπολογίζεται ότι σωρευτικά φτάνει το 1 δις. ευρώ την προσεχή διετία, με την κυβέρνηση να έχει ως διαθέσιμες επιλογές για την κάλυψή του :
-τη μείωση ή κατάργηση προνοιακών επιδομάτων
-την περικοπή αμυντικών δαπανών ύψους 400 εκατ. ευρώ που δεν έχει προχωρήσει
-την αποδοχή εκ μέρους της τρόικας ότι θα υπάρξει μείωση δαπανών μελλοντικά στους προϋπολογισμούς των υπουργείων μέσω της διαδικασίας αναθεώρησης δαπανών που έχει ξεκινήσει πιλοτικά (spending review)
-την αποδοχή εκ μέρους της τρόικας της υπόθεσης ότι η υπερεκτέλεση εσόδων θα διατηρηθεί και το 2017.
Καραδοκεί η μείωση του αφορολογήτου ορίου
Διαφορετικά και ανάλογα με το που θα οδηγήσουν οι διαπραγματεύσεις των επόμενων εβδομάδων, δεν αποκλείεται να ξανανοίξει θέμα τόσο για νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου όπως έχει ζητήσει το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, όσο και το ευαίσθητο θέμα του συνταξιοδοτικού μέσω της κατάργησης της ρύθμισης για την προσωπική διαφορά που από το 2017 θα αναπληρώνει μέσω του προϋπολογισμού τις συντάξεις που θα κόβονται ονομαστικά μετά τον επανυπολογισμό τους.