Μια οικονομική εξίσωση που «τρέχει» και επικαιροποιείται τακτικότατα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους βγάζει τον δημοσιονομικό χώρο που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει μέτρα στήριξης. Και ένα πλαίσιο ευρωπαϊκών κανόνων ορίζουν με σαφήνεια αν αυτά τα μέτρα μπορούν να έχουν προσωρινό ή μόνιμο χαρακτήρα. Κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι πολιτικές του τύπου «το αφεντικό τρελάθηκε» ή «δώσ' τα όλα τώρα» με το επιχείρημα ότι θα υπάρξουν πρόωρες εκλογές ή ότι «πρέπει να αλλάξει η ατζέντα» δεν είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης κάτι που φάνηκε και από τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Σε οικονομικούς όρους, τα μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν ήταν «μετρημένα» και προσαρμοσμένα τόσο στις δημοσιονομικές αντοχές όσο και στους ευρωπαϊκούς κανόνες. Ο πρωθυπουργός αλλά και το οικονομικό επιτελείο έχει διαβεβαιώσει σε κάθε τόνο ότι ο στόχος παραγωγής πλεονασμάτων με ταυτόχρονο κλείσιμο της ελλειμματικής περιόδου που άνοιξε η πανδημία, δεν θα εγκαταλειφθεί. Έχοντας λοιπόν αυτό το δεδομένο, μπορεί εύκολα να «μαντέψει» ο οποιοσδήποτε το πότε θα ανακοινωθούν τα επόμενα μέτρα στήριξης και σε μεγάλο βαθμό και το ποιος θα είναι ο χαρακτήρας τους. Αυτό που μένει ως ερώτημα, είναι το ποιες θα είναι οι προτεραιότητες που θα θέσει η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός.
Η εξίσωση είναι πολύ απλή στη λειτουργία της. Αύξηση του ΑΕΠ φέρνει αύξηση των φορολογικών εσόδων και αύξηση των φορολογικών εσόδων φέρνει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο. Όμως, η Ελλάδα υλοποιεί φέτος έναν προϋπολογισμό με ελλείμματα λόγω της πανδημίας και το ίδιο θα κάνει και το 2022. Αυτό επιτρέπεται -μην ξεχνάμε ότι είμαστε σε μεταμνημονιακή εποπτεία και έχουμε υπογράψει να παράγουμε ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και για φέτος και για του χρόνου- επειδή ενεργοποιήθηκε και για την Ελλάδα η λεγόμενη ρήτρα διαφυγής. Δηλαδή, το μέτρο που επιτρέπει την παραγωγή ελλειμμάτων ώστε να βοηθηθούν οι ευρωπαίοι πολίτες να ξεπεράσουν την κρίση της πανδημίας.
Ρήτρα διαφυγής δεν σημαίνει όμως και ανεξέλεγκτη εκτέλεση προϋπολογισμών. Είναι σαφές από το ευρωπαϊκό πλαίσιο ότι μέτρα μόνιμου χαρακτήρα απαγορεύονται εκτός και αν η κυβέρνηση πείσει ότι έχει βρει μόνιμο δημοσιονομικό χώρο. Αυτό έγινε στην Ελλάδα. Η μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων είναι ένα μόνιμο μέτρο. Αυτός ο «μόνιμος» όμως δημοσιονομικός χώρος δεν είναι ανεξάντλητος. Και πολύ δύσκολα θα δημιουργηθεί καινούργιος είτε μέσα στο 2021 είτε και το 2022. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι αν όντως το ΑΕΠ κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 7%, θα προκύψει ένα δημοσιονομικό περιθώριο περίπου 700-800 εκατ. ευρώ το οποίο και θα μοιραστεί κατά κύριο λόγο με έκτακτα μέτρα.
Ποια είναι η προτεραιότητα; Προφανώς τα μέτρα για την καταπολέμηση της ακρίβειας στο «μέτωπο» της ενέργειας. Είναι ήδη κοινό μυστικό στο οικονομικό επιτελείο ότι με τα 100 εκατ. ευρώ του επιδόματος θέρμανσης και τα 150 εκατ. ευρώ για το Ταμείο Ενέργειας, δεν μπορεί να συγκρατηθεί το κύμα ανατιμήσεων.
Πάμε στο 2022. Σε δύο εβδομάδες θα γνωρίζουμε τον στόχο για τον ρυθμό ανάπτυξης της επόμενης χρονιάς. Το πιθανότερο είναι ότι ο πήχης θα κατέβει από το +6,2% που έχει εγγραφεί στο μεσοπρόθεσμο. Όχι γιατί το οικονομικό επιτελείο βλέπει χειρότερες μέρες αλλά γιατί μια πολύ ισχυρή ανάπτυξη φέτος θα αλλάξει τη βάση, τον παρονομαστή του κλάσματος.
Το πιθανότερο είναι ότι ο στόχος θα μπει πέριξ του 5% και αυτό θα φέρει την οικονομία στο τέλος του 2022 πάνω από τα επίπεδα του 2019 καθιστώντας την Ελλάδα μια από τις πρώτες χώρες που θα κλείσουν τον υφεσιακό κύκλο του COVID. Θα δημιουργήσει αυτό το ποσοστό πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο; Θα φανεί. Διότι ήδη έχουν συμπεριληφθεί μέτρα 2,4 δις. ευρώ στον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς. Φαίνεται ότι ο πήχης για το πρωτογενές αποτέλεσμα δεν θα αλλάξει. Ο στόχος θα μπει στο να συγκρατηθεί το έλλειμμα στο -0,5% ή στο 1 δις. ευρώ.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αποκλείεται καλύτερη του ανεμενόμενου πορεία της οικονομίας και το 2022. Επειδή όμως και την επόμενη χρονιά λειτουργούμε σε καθεστώς ρήτρας διαφυγής θα πρέπει να πάλι να γίνει εκτίμηση για το ποια μέτρα θα μπορούν να είναι προσωρινά και ποια μόνιμα. Το 2022, θα είναι εξαιρετικά κρίσιμη χρονιά. Διότι από το καλοκαίρι και μετά θα αναθεωρηθεί το σύμφωνο σταθερότητας.
Στην κυβέρνηση υπάρχει αισιοδοξία ότι το νέο σύμφωνο σταθερότητας θα είναι πιο χαλαρό. Άρα, αυτό θα δημιουργήσει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για την Ελλάδα. Πότε θα μπορεί να διανεμηθεί; Από το 2023, έτος εθνικών εκλογών. Στο συγκεκριμένο έτος, ο δημοσιονομικός χώρος θα είναι μόνιμος. Τότε λοιπόν θα πρέπει να περιμένουμε τα μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Η επόμενη ΔΕΘ και ο προϋπολογισμός του 2023 θα έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.