Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Το τελευταίο διάστημα επικρατεί πανικός στις διεθνείς αγορές καθώς η ανάπτυξη στην Κίνα σημειώνει επιβράδυνση, η τιμή του πετρελαίου συνεχώς διολισθαίνει και η παγκόσμια ανάπτυξη τίθεται υπό κρίση, έπειτα και από την πρόσφατη αναθεώρηση του ΔΝΤ γι' αυτήν περί του 3,4% για το έτος που διανύουμε.
Πόσο όμως σε όλα αυτά συνέβαλε η ποσοτική χαλάρωση των μεγαλύτερων κεντρικών τραπεζών που από το 2008 ξεκίνησε από την FED και συνεχίστηκε από την ΕΚΤ, την BOE και την BoJ;
Επίσης τι μερίδιο ευθύνης είχαν οι κεντρικές τράπεζες όταν πριν μερικά χρόνια η τιμή του πετρελαίου εκτινάχθηκε κοντά στα $150/βαρέλι και η τιμή του χρυσού έφθασε κοντά στα $2.000/ουγγιά; Ερωτήματα που φυσικά είναι δύσκολο να απαντηθούν, καθώς μία τέτοια απάντηση απαιτεί πολύ χρόνο και πολλά στοιχεία.
Το βασικό ερώτημα όμως παραμένει: μπορούν πλέον οι κεντρικές τράπεζες με ένα νέο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης να στηρίξουν την παγκόσμια οικονομία;
Στην προσπάθεια μας να απαντήσουμε στο παραπάνω ερώτημα εξετάζουμε τον δείκτη Μ2 ο οποίος μετρά στην ουσία την ποσότητα του χρήματος σε μια οικονομία και το ΑΕΠ για τις τέσσερις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου την FED, την ΕΚΤ, την BOE και την BoJ.
Το 2008 η FED στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από το σκάσιμο της φούσκας της αγοράς των sub- primes αποφάσισε την πρώτη ποσοτική χαλάρωση με την οποία οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν της ύφεσης στην οποία ήδη βρίσκονταν. Όπως διαπιστώνουμε στο παρακάτω γράφημα πράγματι το ΑΕΠ συνέχισε να αυξάνεται, οι ΗΠΑ ανταπεξήλθαν της ύφεσης και κατάφεραν να μειώσουν την ανεργία σε επίπεδα προ αυτής.
Γενικά θα μπορούσε να πει κανείς πως η εφαρμογή της ποσοτικής χαλάρωσης της FED βρήκε τον στόχο της και είχε ως συνέπεια την πρώτη αύξηση των επιτοκίων τον περασμένο Δεκέμβριο έπειτα από μία περίπου δεκαετία.
Πηγή γραφήματος: FRED graph
Όπως θα διαπιστώσουμε όμως παρακάτω, δεν είχαν την ίδια τύχη όλες οι οικονομίες στις οποίες οι κεντρικές τράπεζες αποφάσισαν να εφαρμόσουν ποσοτική χαλάρωση.
Για παράδειγμα το ΑΕΠ της ευρωζώνης συνέχισε να αυξάνεται αλλά η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ αυξήθηκε με μεγαλύτερο ρυθμό από το ΑΕΠ. Αποτέλεσμα αυτής της ταχύτερης αύξησης της ποσοτικής χαλάρωσης στην ευρωζώνη, ήταν η ανάπτυξη να μην δομηθεί πάνω σε γερά θεμέλια, με συνέπεια η ανεργία να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και το χρέος να συνεχίζει να απειλεί κράτη, εταιρίες και νοικοκυριά.
Πηγή γραφήματος: FRED graph
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με την Μεγάλη Βρετανία. Η διαφορά εδώ έγκειται στο ότι η προσφορά χρήματος ήταν (τουλάχιστον τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια) υψηλότερη της ανάπτυξης, με αποτέλεσμα η βρετανική οικονομία να μην αντιμετωπίζει (μέχρι στιγμής) τα προβλήματα που δημιουργεί η αύξηση της προσφοράς χρήματος, διατηρώντας την ανεργία σε χαμηλά επίπεδα (κοντά στο 5%).
Πηγή γραφήματος: FRED graph
Μια διαφορετική περίπτωση από τις άλλες οικονομίες είναι αυτή της Ιαπωνίας, καθώς εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες μαστίζεται από αποπληθωρισμό. Και η Τράπεζα της Ιαπωνίας από το 2008 κι έπειτα προέβη σε ποσοτική χαλάρωση, προκειμένου να αντιμετωπίσει την παγκόσμια ύφεση. Όπως διακρίνουμε, ενώ μέχρι το 2008 το ιαπωνικό ΑΕΠ βρισκόταν υψηλότερα της προσφοράς χρήματος, από το 2008 κι έπειτα δεν κατάφερε να βρεθεί υψηλότερα από αυτήν.
Πηγή γραφήματος: FRED graph
Όπως διαπιστώνουμε, εκτός από τις περιπτώσεις των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, οι υπόλοιπες δύο μεγάλες κεντρικές τράπεζες προσέφεραν έναν πακτωλό ρευστότητας ο οποίος αντί να βοηθήσει τις οικονομίες τους να «σβήσουν» τα σημάδιά της χρηματοπιστωτικής κρίσης, αντιθέτως έδωσαν μια προσωρινή λύση (όπως αποδεικνύεται) που έπειτα από επτά χρόνια δημιουργείται ξανά το ίδιο πρόβλημα, τόσο σε επίπεδο ανάπτυξης όσο και σε επίπεδο χρέους.
Αλήθεια, αυτή την φορά η συνταγή των κεντρικών τραπεζών θα είναι επωφελής για την παγκόσμια ανάκαμψη ή θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα θεωρητικά θα λύσει;