Δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει η θέση του State Department, σχετικά με τη ματαίωση του αγωγού East Med. Διότι κατά πρώτον, το project από την αρχή φαινόταν ότι δεν ήταν οικονομικά βιώσιμο και κατά δεύτερον, υπάρχει η εναλλακτική λύση της υγροποίησης του φυσικού αερίου στην Αίγυπτο και της προώθησης του στην τερματική μονάδα υγροποιημένου αερίου της Αλεξανδρούπολης.
Ένας επιπλέον λόγος, είναι και η «μη συμβατότητα του φυσικού αερίου» με την ευρωπαϊκή πολιτική της πράσινης μετάβασης και της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Μια πολιτική, που εγείρει ενστάσεις, αλλά δεν δείχνει ότι μπορεί να μεταβληθεί. Οπότε, η προσπάθεια να σηκώνονται οι τόνοι και η προσπάθεια δημιουργίας κλίματος περί αδικίας, περί οπισθοχώρησης, περί προβληματισμού σχετικά με την αμυντική συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ, περί τουρκικής νίκης και περί αναζήτησης «ανταποδοτικών μέτρων» μετά από τη διαφαινόμενη απόρριψη του project, όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά διαστρεβλώνουν τα γεγονότα.
Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά. Ότι η Ελλάδα χάνει την ευκαιρία να γίνει ενεργειακός κόμβος, ότι η θέση της Ουάσιγκτον νοθεύει την αμυντική συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ, ότι υιοθετεί όλες «τις επιφυλάξεις» της τουρκικής πλευράς που θεωρεί ότι ο East Med είναι ένα έργο επιθετικό προς την Τουρκία και ότι η χώρα μας θα πρέπει να ζητήσει «ανταποδοτικά μέτρα», μετά την ακύρωση του project.
Όλοι γνωρίζουμε ότι ο East Med που γεννήθηκε σαν τελικό σχέδιο το 2017, αφορά τη μεταφορά φυσικού αερίου από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη μέσω Ιταλίας. Το συνολικό μήκος του αγωγού είχε υπολογιστεί στα 2.000 χιλιόμετρα και θα ήταν ο μεγαλύτερος υποθαλάσσιος αγωγός στον κόσμο. Μεγαλύτερος και από τον Nord Stream που μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στη Γερμανία, αλλά και από τον Langeled pipeline ή Britpipe που μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Νορβηγία στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο με τις δηλώσεις τους, οι τότε πρωθυπουργοί, έδιναν περισσότερο ένα πολιτικό χαρακτήρα στο project, παρά έναν ενεργειακό και οικονομικό χαρακτήρα. Ο Έλληνας πρωθυπουργός μιλούσε με τους ομόλογους του το 2017 για γέφυρες συνεργασίας, για ειρήνη, για συνανάπτυξη, για σεβασμό στις ίδιες αξίες και αρχές, για σταθερότητα και ειρήνη. Ωστόσο οι αριθμοί δεν έβγαιναν.
Το εκτιμώμενο κόστος για τον East Med, υπολογιζόταν αρχικά στα 7 δισ. δολάρια και ακολούθως ανήλθε στα 12 δισ. δολάρια. Έχοντας σαν δεδομένο ότι η κατασκευή του Nord Stream, που είχε μήκος 1.222 χλμ. μήκος, είχε κοστίσει πάνω από 17 δισ., όσοι ασχολούνται με τα χρηματοοικονομικά και τις επενδύσεις είχαν αντιληφθεί ότι ο προϋπολογισμός του East Med, που είχε μήκος σχεδόν 2.000 χλμ. και θα ακολουθούσε διαδρομές σε μεγάλα βάθη, θα κατέληγε σε ένα αισθητά υψηλότερο κόστος.
Στην κατασκευή του Nord Stream, η ελβετική ιδιοκτήτρια εταιρεία και διαχειρίστρια Nord Stream AG, είχε καταβάλει το 30% του συνόλου της επένδυσης. Στη μετοχική βάση της Nord Stream AG, συμμετέχει η ρωσικών συμφερόντων και βασική προμηθεύτρια φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, Gazprom με 51%, η Wintershall με 15,5%, ο γερμανικός ενεργειακός κολοσσός E.ON. Beteiligungen με 15,5%, η ολλανδική ενεργειακή εταιρεία N.V. Nederlandse Gasunie με 9% και η γαλλική εταιρεία του κλάδου των υποδομών Engie με 9%.
Το υπόλοιπο 70% των απαιτούμενων κεφαλαίων είχε καλυφθεί μέσω χρηματοδοτήσεων από μεγάλους χρηματοπιστωτικούς οίκους, όπως είναι η Euler Hermes, η Crédit Agricole, η Société Générale, η Commerzbank, η UniCredit, η Deutsche Bank, η Sumitomo Mitsui Banking Corporation, η United Loan Guarantee Programme και η SACE SpA.
Στην περίπτωση του East Med δεν βρέθηκε κανείς μεγάλος ενεργειακός «παίκτης», να βάλει κεφάλαια και να αναλάβει το ρίσκο του έργου. Είναι αυτό που λένε οι Αμερικανοί, ότι δεν βρέθηκε κάποιος "to have skin in the game". Διότι τα ευχολόγια είναι καλοδεχούμενα, τα μεγάλα λόγια είναι αρεστά, οι υποσχέσεις ηχούν υπέροχα, αλλά στην τελική γραμμή, έπρεπε να βρεθούν τα κεφάλαια που θα στήριζαν την επένδυση.
Δυστυχώς, κεφάλαια δεν βρέθηκαν. Γεγονός που πιστοποιεί ότι το project δεν ήταν οικονομικά βιώσιμο και γεωπολιτικά ισορροπημένο. Διότι οι χρηματοδότες πάντα λαμβάνουν υπ’ όψη τους και τον γεωπολιτικό παράγοντα. Και από τον East Med, απουσίαζε η Αίγυπτος.
Τι θα κέρδιζε η Ελλάδα από την κατασκευή του East Med; Οι ελληνικές εταιρείες που θα συμμετείχαν θα αμείβονταν, εισπράττοντας τέλη διέλευσης. Δεν σημαίνει αυτό ότι η Ελλάδα θα είχε γινόταν ενεργειακός κόμβος.
Αδυνατίζει η αμυντική συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ; Ασφαλώς και όχι. Ίσα, ίσα που ο τερματικός σταθμός υγροποιημένου αερίου στην Αλεξανδρούπολη, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, διότι θα τροφοδοτεί τις βαλκανικές χώρες και τις χώρες της Βαλτικής, στα πλαίσια της απαγκίστρωσης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Είναι δε γνωστό, ότι η στρατιωτική παρουσία των Αμερικανών στη Αλεξανδρούπολη μαζί με την ενεργειακή αναβάθμιση της περιοχής, λειτουργούν άκρως αποτρεπτικά προς την Τουρκική επιθετικότητα.
Κέρδισε πόντους η Τουρκία; Φυσικά και όχι. Το έγγραφο του State Department αποδοκιμάζει ευθέως τις προσπάθειες της Τουρκίας να παρενοχλήσει «τις συμβατές με το διεθνές δίκαιο» έρευνες του Nautical Geo, ενώ ταυτόχρονα καθιστά σαφές στην Τουρκία ότι οι ενέργειες αυτές είναι «απαράδεκτες, προκλητικές μη βοηθητικές». Εξ άλλου, η αμερικανική πλευρά επεσήμανε ότι η προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στα διασυνδετήρια καλώδια παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να συνδεθούν οι δομές παραγωγής ενέργειας και οι αγορές των κρατών της περιοχής αυτής. Τα οποία καλώδια ακολουθούν ακριβώς τις ίδιες διαδρομές με τους αγωγούς.
Η, δε, πρόταση για «ανταποδοτικά μέτρα» που θα έπρεπε να ζητήσει η Ελλάδα (από ποιόν, άραγε;), λόγω της ματαίωσης του έργου, που ακούστηκε σε ενημερωτική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης, αποτελεί από μόνη της, μια τεράστια ουτοπία, που μόνο σκοπό έχει τη λαϊκή κατανάλωση.
Η αλήθεια των αριθμών των επενδύσεων, δίνει από μόνη της απαντήσεις σε όσους επιδιώκουν να σηκώσουν νέφη σκόνης. Διότι μόλις καταλαγιάσει η σκόνη της αντίδρασης, οι αριθμοί θα είναι εκεί και θα μας κοιτούν. Αν οι αριθμοί ήταν διαφορετικοί, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ευρωπαϊκοί ενεργειακοί κολοσσοί θα προχωρούσαν το έργο και μετά την «αποχώρηση» του Αμερικανικού παράγοντα.