Ο υπουργός Οικονομικών υποσχέθηκε «δίκαιη λύση» για το θέμα των δανείων που χορηγήθηκαν σε ελβετικό φράγκο και τώρα ουσιαστικά καλείται να λύσει τον γόρδιο δεσμό. Κάθε σενάριο ελάφρυνσης των δανειοληπτών βγάζει και ένα πρόβλημα είτε αυτό συνδέεται με τον λεγόμενο «ηθικό κίνδυνο» είτε με τον επιμερισμό του οικονομικού κόστους.
Ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν δικαστικές εκκρεμότητες επί του θέματος -οι δανειολήπτες αναζητούν δικαίωση στρεφόμενοι κατά των τραπεζών που χορήγησαν τα δάνεια αν και προς το παρόν έχουν εκδοθεί απορριπτικές αποφάσεις εις βάρος τους από τα ελληνικά δικαστήρια - ο στόχος που βάζει η κυβέρνηση είναι να βρεθεί μια «πολιτική λύση».
Ποια όμως θα μπορούσε να είναι αυτή; Η σκληρή πραγματικότητα έχει ως εξής: το ευρώ έχει διολισθήσει κατά περίπου 70% έναντι του ελβετικού φράγκου από την περίοδο 2006-2008 τότε που χορηγήθηκαν και τα περισσότερα δάνεια στο συγκεκριμένο νόμισμα ενώ το πρόβλημα είναι ότι η πτωτική πορεία συνεχίζεται. Πλέον, με ένα ευρώ, αγοράζεις 0,93 ελβετικά φράγκα. Υποχώρηση του ευρώ σημαίνει ότι η όποια προσπάθεια αποπληρωμής κεφαλαίου, πέφτει το κενό καθώς από τη μία αποπληρώνονται ελβετικά φράγκα, αλλά αυτά που μένουν γίνονται ολοένα και ακριβότερα.
Μια από τις «ιδέες» που έχει πέσει στο τραπέζι, είναι να μπει ένα «πλαφόν» στην ισοτιμία. Ότι έγινε δηλαδή και με το επιτόκιο των δανείων σε ευρώ κατά την περίοδο της απότομης αύξησης του κόστους του χρήματος από την πλευρά της ΕΚΤ. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι ο δανειολήπτης θα προστατεύεται από την υποτίμηση του ευρώ έναντι του ελβετικού φράγκου από ένα σημείο και μετά. Το θέμα είναι βέβαια που θα οριστεί αυτό το πλαφόν και ποια θα είναι η περίοδος εφαρμογής του. Θα υπάρχει αναδρομική ισχύς που σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να επιστρέψουν χρήματα στους δανειολήπτες; Θα ισχύσει από εδώ και πέρα κάτι που έχει και περιορισμένη σημασία για τους δανειολήπτες καθώς ήδη καλούνται να πληρώσουν το ακίνητο «το τόσο άλλο τόσο;». Και ποια θα είναι η στάση απέναντι σε αυτούς που ήδη αποπλήρωσαν το στεγαστικό δάνειο σε ελβετικό φράγκο αναλαμβάνοντας όλη τη ζημιά ακόμη και πουλώντας κάποιο άλλο περιουσιακό στοιχείο;
Οι δανειολήπτες από την πλευρά τους περιμένουν «κούρεμα». Ουσιαστικά δηλαδή να αποπληρωθεί το δάνειο με βάση την ισοτιμία κατά την εκταμίευση. Αυτό όμως συνεπάγεται κόστος το οποίο κάποιος θα πρέπει να αναλάβει. Για τα δάνεια που έχουν τιτλοποιηθεί, το βάρος πέφτει στο πρόγραμμα «Ηρακλής» και επειδή έχουν δοθεί κρατικές εγγυήσεις, το όποιο κούρεμα «χτυπάει» αυτομάτως στο δημόσιο χρέος. Άρα, το κόστος πρακτικά μετακυλύεται στον Έλληνα φορολογούμενο ο οποίος δεν πήρε το ρίσκο να δανειστεί σε ελβετικό φράγκο.
Από την άλλη, για τα δάνεια που παραμένουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, το κούρεμα σημαίνει πρόσθετες προβλέψεις. Αυτά στην θεωρία. Στην πράξη, όλα εξαρτώνται από τα νούμερα και τις τεχνικές λεπτομέρειες. Γι’ αυτό και γίνεται λόγος για γόρδιο δεσμό. Ποιος θα πληρώσει;
Η τράπεζα που χορήγησε τα επικίνδυνα (όπως αποδείχτηκε) δάνεια; Ο δανειολήπτης που ανέλαβε το ρίσκο; Ο Έλληνας φορολογούμενος που δεν έχει καμία συμμετοχή σε όλη αυτή τη διαδικασία; Ο δανειολήπτης που πλήρωσε δάνειο σε ευρώ αποδεχόμενος ένα πολύ υψηλότερο επιτόκιο σε σχέση με αυτό που διαφημιζόταν για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο; Δύσκολη η τελική απόφαση γι’ αυτό και τα στόματα προς το παρόν παραμένουν κλειστά τουλάχιστον σε ότι αφορά στις λεπτομέρειες της τελικής απόφασης. Στο τραπέζι πάντως παραμένει και η πιθανότητα ένταξης αυτών των δανείων στον εξωδικαστικό μηχανισμό προκειμένου να επέλθει μέσω αυτού ο συμβιβασμός των εμπλεκόμενων μερών. Εν αναμονή λοιπόν…