Ο ρόλος των τραπεζών και του ευρώ στην ευρωπαϊκή και ελληνική κρίση

Ο ρόλος των τραπεζών και του ευρώ στην ευρωπαϊκή και ελληνική κρίση

Καταλύτης, χρηματοδότης και συστατικό που εν τέλει «ζυμώνει» το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό συνονθύλευμα ώστε να ακολουθήσει την παθογόνα πορεία με το ορατό τέλος της κρίσης, είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι τράπεζες. Ιδιαίτερα στο πλαίσιο του νομισματικού συστήματος της ευρωζώνης που μεταφέρει τον έλεγχο της νομισματικής πλευράς της οικονομίας σε αυτές.

Σε αυτό το πλαίσιο οικοδομείται και συλλειτουργεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα και ειδικότερα το τραπεζικό σύστημα της χώρας.  Και ο ρόλος του; Πάντα να κινείται σταθερά γύρω από τη διαδικασία σύμπραξης χρέους με ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η διαδικασία σύναψης και εν τέλει σώρευσης χρέους αφορά τη συμφωνία δύο μερών. Από την μία έχουμε αυτόν που δανείζεται αλλά από την άλλη έχουμε αυτόν που δανείζει.

Σε ένα ορθολογικό κόσμο με πλήρη και ισότιμη πρόσβαση στην πληροφόρηση και πλήρη βεβαιότητα για τη φερεγγυότητα τόσο του δανειστή (τράπεζα) όσο και του δανειζόμενου (επιχείρηση), το αποτέλεσμα της σύμπραξης των δύο μερών θα ήταν μια κοινή συμφωνία που θα τους ικανοποιούσε εξίσου και μάλιστα με πλήρη συμφωνία στους όρους.  Ωστόσο, εάν επιτρέψουμε την ελάχιστη παρεμβολή αβεβαιότητας όσον αφορά την φερεγγυότητα του δανειζόμενου, είναι εύκολα κατανοητό ότι η ισορροπία της διαπραγμάτευσης εκπορεύεται από τον δανειστή.  Είναι ο δανειστής που έχει τον τελευταίο λόγο για την εκταμίευση του δανείου και άρα για την συμφωνία επί των όρων της διαπραγμάτευσης. 

Το βιβλίο του Ιωάννη Τσαμουργκέλη, καθηγητή Διεθνών Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, επιχειρηματολογεί για τη στρεβλότητα του τραπεζικού συστήματος και τον τρόπο που αυτή συνυφαίνεται με το ελληνικό πελατειακό καπιταλιστικό εποικοδόμημα ιεραρχημένων ειδικών συμφερόντων.

Ειδικότερα αναλύεται το μακροοικονομικό υπόδειγμα της νέας «συναίνεσης», καθώς αυτό καθόρισε τη φυσιογνωμία της ΕΕ και τη νομισματική πολιτική που υιοθετήθηκε με το ευρώ, ενώ επισκοπείται η αντιμετώπιση της κρίσης από την ΕΚΤ (συγκριτικά με την κεντρική τράπεζας των ΗΠΑ), με συνέπεια την απόκλιση μεταξύ των οικονομιών της ΕΕ. 

Η ενσωμάτωση της Ελλάδας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής παρατίθεται στη συνέχεια, από τη μεταπολίτευση μέχρι το 3ο μνημόνιο.

Επικεντρώνοντας στο ρόλο των ελληνικών τραπεζών στην κρίση αναδεικνύονται οι μηχανισμοί μέσω των οποίων συνέτειναν στην εκδήλωση της, και στη συνέχεια άσκησαν αυτοτροφοδοτούμενη ακραία περιοριστική πολιτική διευρύνοντας τη διάρκεια και το βάθος της. Η ενίσχυση του τραπεζικού ολιγοπωλίου κυριαρχεί της οικονομίας επιβαρύνοντας την με συστημικά υψηλό και αντιαναπτυξιακό κόστος χρήματος. Εκεί εξετάζεται και η κατάρρευση των τραπεζών τον Ιούνιο του 2015 και η 3η ανακεφαλαιοποίηση.

Ειδικότερες αναφορές γίνονται στις θεωρίες της δραχμικής εναλλακτικής και στις προϋποθέσεις εξόδου από την κρίση υπό καθεστώς κατάρρευσης ρευστότητας.

Το βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Παπαζήση, καταλήγει σε προτάσεις ριζικών μεταρρυθμίσεων στο χρηματοπιστωτικό τομέα ως προϋπόθεση για την υπέρβαση του εσαεί προβληματικού ιδιότυπου ελληνικού καπιταλιστικού μορφώματος.