Ο Τσακαλώτος βγήκε στις αγορές - Η πραγματική οικονομία όχι

Ο Τσακαλώτος βγήκε στις αγορές - Η πραγματική οικονομία όχι

Του Χρήστου Ν. Κώνστα

Με διψήφιο επιτόκιο δανείζονται οι περισσότερες επιχειρήσεις, ακόμη και οι μεγαλύτερες, όταν αναζητούν κεφάλαια από το εξωτερικό για την ανάπτυξή τους.

Ακόμη και οι τράπεζες της χώρα που προετοιμάζονται να απευθυνθούν στις αγορές με καλυμμένα ομόλογα αντιμετωπίζονται με καχυποψία και χωρίς ενθουσιασμό.

Όλα δείχνουν πως η κυβέρνηση συγκεντρώνει τα αποθεματικά των δημόσιων και κρατικών φορέων γιατί θα χρειαστεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη προκειμένου να εγγυηθεί και να χρηματοδοτήσει το νέο φορέα SPV ή ΑPS που θα απαλλάξει τις τράπεζες από μεγάλο μέρος των «κόκκινων δανείων» τους ώστε να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν πάλι την οικονομία.

Το πρόβλημα είναι ότι όλες οι τράπεζες μαζί δεν αξίζουν περισσότερα από 3,7 δισ. ευρώ ενώ το βουνό των «κόκκινων δανείων» που καλούνται να διαχειριστούν ξεπερνά τα 100 δισ ευρώ.

Μπορεί η κυβέρνηση να πανηγυρίζει για τη στημένη έκδοση των 2,5 δισ. ευρώ αλλά το συμπέρασμα είναι η μεταμνημονιακή Ελλάδα δεν εμπνέει εμπιστοσύνη. Το Χρηματιστήριο συνεχίζει την ασταθή αδιάφορη πορεία του με αναιμικούς τζίρους που υποδηλώνουν επενδυτική αποχή και αναμονή πολιτικών εξελίξεων. Η χώρα συνεχίζει να δανείζεται με ακριβούς όρους και μικρά μόνο ποσά, μη μπορώντας να εκδώσει ομόλογο μεγάλης διάρκειας, που αποτελεί ορόσημο για τις αγορές. Οι επενδυτές που ενδιαφέρονται να τοποθετηθούν στην Ελλάδα απαιτούν υψηλά επιτόκια, αλλιώς προτιμούν να απέχουν.

Στο βιβλίο προσφορών της προχθεσινής έκδοσης εγγράφηκαν 292 επενδυτές. Από αυτούς το 67,5% ήταν διαχειριστές κεφαλαίων, το 19% τράπεζες, το 11% hedge funds και το 2,5% ασφαλιστικά/συνταξιοδοτικά ταμεία. Η συμμετοχή των αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών που εισέπραξαν και το μεγαλύτερο μέρος της αμοιβής των 31,5 εκατ. ευρώ ως «προμήθεια» ήταν καθοριστική. Οι περισσότερες συμμετείχαν μέσω θυγατρικών τους εταιρειών από τη Βρετανία (42% των προσφορών). Το 13% των εγγεγραμμένων επενδυτών είχε έδρα την Γερμανία και την Αυστρία, το 11% την Ιταλία, το 10,5% την Ελλάδα, το 8,5% έχει έδρα στις ΗΠΑ, το 6% την Γαλλία, το 4,5% έχει έδρα σε σκανδιναβικές χώρες, το 4% εδρεύει σε άλλες χώρες της Ευρώπης και το υπόλοιπο 0,5% εδρεύει σε άλλες χώρες εκτός ΕΕ.

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα πλήρωσε ακριβό εισιτήριο για να δει τι γίνεται στις αγορές αλλά το έργο που είδε δεν της άρεσε και άρχισε να μετρά τα λεφτά της στο «μαξιλάρι» γιατί ξέρει ότι θα της χρειαστούν σύντομα...