Οι «εγγυήσεις» Στουρνάρα για τις καταθέσεις και ο φόβος του... δυσμενούς σεναρίου

Οι «εγγυήσεις» Στουρνάρα για τις καταθέσεις και ο φόβος του... δυσμενούς σεναρίου

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Την ώρα που οι διαγραφές δανείων από τις τράπεζες οδηγούν στην επίτευξη των πρώτων στη σειρά– και πιο εύκολων - στόχων μείωσης των «κόκκινων» δανείων, αφήνοντας σημαντικά περιθώρια αισιοδοξίας για τη συνέχεια, οι τράπεζες περιμένουν με αγωνία τη συνέχιση της οικονομικής ανάκαμψης που παρατηρείται στο γ'' τρίμηνο του έτους για να δουν... κάποια στιγμή στο μέλλον ικανοποιητικές εισροές καταθέσεων.

Προς αυτή την κατεύθυνση, εξαιρετικής σημασίας είναι οι καθησυχαστικές δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννη Στουρνάρα για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και κυρίως για την «ασφάλεια» των καταθέσεων.

Ο κ. Στουρνάρας ήταν κατηγορηματικός, υποστηρίζοντας ότι οι καταθέσεις δεν πρόκειται να πειραχτούν και ότι οι τράπεζες δεν θα χρειαστούν άλλη ανακεφαλαιοποίηση. Πρόκειται για μία κίνηση ουσιαστικής στήριξης των τραπεζών από τον κεντρικό τραπεζίτη, σε μία εποχή που το ενδεχόμενο μίας τέταρτης ανακεφαλαιοποίησης με «φόντο» τον τεράστιο όγκο «κόκκινων» δανείων συζητείται έντονα, όσο διατηρείται η αβεβαιότητα για την ανάκαμψη της οικονομίας.

Βέβαια, η τοποθέτηση του διοικητή της ΤτΕ συνοδεύτηκε από τα... απαραίτητα «προαπαιτούμενα». Για να επιτύχουν οι τράπεζες τους στόχους μείωσης των «κόκκινων» δανείων και να μετατρέψουν το πολύ μεγάλο αυτό πρόβλημα σε ευκαιρία, θα πρέπει σύμφωνα με τον ίδιο, «να εξασφαλίσουμε ότι τα επόμενα χρόνια δεν θα πισωγυρίσουμε και θα έχουμε ανάπτυξη».

Τραπεζικά στελέχη σχολιάζουν ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο ξεκάθαρη στήριξη από τον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, καθώς η επιστροφή καταθέσεων και η μείωση των «κόκκινων» δανείων αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους για την ανάκαμψη των τραπεζών και κατ'' επέκταση της οικονομίας σε μία σχέση με πολύ υψηλό βαθμό αλληλεπίδρασης. Αυτά είναι τα δύο μέτωπα που απασχολούν όσο τίποτα άλλο τους εγχώριους πιστωτικούς ομίλους. Τα σενάρια για μία νέα, τέταρτη στη σειρά, ανακεφαλαιοποίηση, επανέρχονται στην επικαιρότητα κάθε φορά που εντείνεται η αβεβαιότητα σχετικά με την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, την επιβολή νέων δυσβάσταχτων μέτρων και τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας.

Οι δηλώσεις του κ. Στουρνάρα ακολουθεί τα άκρως ενθαρρυντικά αποτελέσματα των τραπεζών που δείχνουν την αρχή της αντιστροφής των «κόκκινων» δανείων. Την ίδια ώρα, ωστόσο, οι εισροές καταθέσεων δεν είναι ικανοποιητικές. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες είδαν τα υπόλοιπα των καταθέσεων να ενισχύονται συνολικά κατά περίπου 1,7 δισ. ευρώ στο γ'' τρίμηνο του έτους, ωστόσο οι εκτιμήσεις αναλυτών και τραπεζικών στελεχών αναφέρουν ότι στο σύνολο του 2016 οι καταθέσεις δεν θα κλείσουν πολύ υψηλότερα από 133,78 δισ. ευρώ που διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2015, συμπεριλαμβανομένων των υπολοίπων της γενικής κυβέρνησης.

Η εμπιστοσύνη των καταθετών προς το τραπεζικό σύστημα έχει υποστεί ανεπανόρθωτο πλήγμα και τέτοιες δηλώσεις, όπως του διοικητή της ΤτΕ, είναι αναγκαίες. Οι τράπεζες ελπίζουν σε περαιτέρω χαλάρωση των capital controls και αποπληρωμή των χρεών του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, ενώ μικρότερος είναι ο αντίκτυπος από τις προσφορές που συνοδεύουν τις προθεσμιακές καταθέσεις.

Όμως εκτός από τις δυσκολίες στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, υπάρχουν και άλλα προβλήματα όπως η διαρκής μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος (-5,5 δισ. ευρώ το 2015) και η κατάρρευση του ποσοστού αποταμίευσης. Ταυτόχρονα, η δεξαμενή στην οποία στοχεύουν οι τράπεζες για να αυξήσουν τις καταθέσεις μικραίνει συνεχώς. Τα χρήματα που βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος μειώθηκαν το τελευταίο δωδεκάμηνο κατά 6,4 δισ. ευρώ, καθώς οι πολίτες τα χρησιμοποιούν για να πληρώσουν τις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις και να καλύψουν το κενό που αφήνει η μείωση των εισοδημάτων.

Οι τράπεζες εκτιμούν ότι η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) μπορεί να κυλήσει ακόμη καλύτερα στην περίπτωση που η οικονομία εισέλθει για τα καλά σε τροχιά ανάπτυξης και δεν υπάρξουν αρνητικές εξελίξεις από το μέτωπο της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος. Με την εικόνα που επικρατεί σήμερα, πιστεύουν ότι αν κλείσει γρήγορα η αξιολόγηση, υπάρξει κάποια ρύθμιση του χρέους και η ΕΚΤ εντάξει την Ελλάδα στην ποσοτική χαλάρωση, τότε θα μπορούν όχι μόνο να επιτύχουν αλλά και να υπερκαλύψουν τους στόχους που έχουν συμφωνήσει με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) της ΕΚΤ.

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, αν οι τράπεζες «ικανοποιήσουν τους στόχους για τη μείωση των κόκκινων δανείων, τα κεφάλαιά τους θα αυξηθούν και ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας θα ανέβει από το 16% επί του σταθμισμένου ενεργητικού, στο 18%». Αυτό είναι το βασικό σενάριο, βάσει του οποίου οι τράπεζες δεν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια.

Το δυσμενές σενάριο μπορεί να λάβει αρκετές μορφές στο μέλλον, όμως κατά κύριο λόγο βασίζεται στο ενδεχόμενο να υπάρξει αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, καθυστερώντας τις θετικές εξελίξεις που αναμένεται να αποτελέσουν την αρχή της εξόδου από την κρίση. Δεν είναι τυχαίο που στο σύνολό τους οι αναλυτές, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την έκθεση της Moody'' s, επισημαίνουν ότι οι τράπεζες παραμένουν ευάλωτες στον κίνδυνο πολιτικών εξελίξεων και στην αδύναμη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας. Γι'' αυτό και η αναφορά του κ. Στουρνάρα στην ανάπτυξη και στην αναγκαιότητα εφαρμογής μεταρρυθμίσεων, καθώς και στο γεγονός ότι η ρύθμιση του χρέους δεν αρκεί για την οριστική έξοδο από την κρίση.