Του Βασίλη Γεώργα
Στη χειρότερη δυνατή οικονομική συγκυρία για την φοροδοτική ικανότητα πολιτών και επιχειρήσεων εξαπολύεται από την ερχόμενη Τετάρτη η νέα επιδρομή στα εισοδήματα μέσω της αύξησης του ΦΠΑ στο 24% και της κατάργησης των μειωμένων συντελεστών φόρου σε έντεκα νησιά του Αιγαίου.
Τα στοιχεία από την πορεία των φορολογικών εσόδων του πρώτου τετραμήνου αποτελούν άλλη μια ισχυρή ένδειξη ότι η συνταγή υπερφορολόγησης την οποία μαγείρεψαν κυβέρνηση και δανειστές για να ολοκληρώσουν τη αξιολόγηση, απειλεί να δράσει σαν δηλητήριο για όλους ακριβώς την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση καταγγέλλεται ότι ανοίγει τον δρόμο φοροαποφυγής σε βουλευτές και υπουργούν να μέσω της δυνατότητας να διατηρούν off shore εταιρείες.
Μπορεί ο προϋπολογισμός του 2016 να τρέχει με πρωτογενές πλεόνασμα μαμούθ 2,7 δισ. ευρώ λόγω της αξιοσημείωτης αλλά προσωρινής «δίαιτας» στις δαπάνες, όμως από την άλλη τα φορολογικά έσοδα έχουν καταρρεύσει, χιλιάδες πολίτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και η συνακόλουθη μείωση της κατανάλωσης περιορίζει ακόμη περισσότερο τα έσοδα από τη φορολογία.
Δεκάδες φόροι και τέλη, με προεξάρχοντες τον φόρο εισοδήματος και τον ΦΠΑ που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του προϋπολογισμού, αποδεικνύεται πως έχουν σταματήσει να αποδίδουν τα αναμενόμενα και το βάρος έχει πέσει στο κυνηγητό παλαιότερων υποθέσεων και τις κατασχέσεις που από εδώ και πέρα θα είναι μονόδρομος από τη στιγμή που η κυβέρνηση θα χρειαστεί να αναπληρώσει τα διαφυγόντα έσοδα του προϋπολογισμού. Τα στοιχεία έδειξαν ότι τους προηγούμενους μήνες τα έσοδα από παλαιές φορολογικές υποθέσεις άμεσων και έμμεσων φόρων ήταν πολύ περισσότερα από τις εκτιμήσεις.
Μέχρι τον Απρίλιο οι αποκλίσεις των εσόδων από τους προϋπολογισμένους φορολογικούς στόχους έφταναν τα 500 εκατ. ευρώ ενώ μόνο από τον φόρο εισοδήματος και τους φόρους στην περιουσία (ΕΝΦΙΑ κλπ) τα έσοδα ήταν λιγότερα κατά 228 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για μια μαύρη τρύπα μισού δισ. ευρώ την οποία το Δημόσιο επιχειρεί να καλύψει εσπευσμένα, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο τους φόρους ή φέρνοντας καινούριους ενώ δεν μπορεί να εισπράξει τους παλιούς. Τα μέτρα 1 δισ. ευρώ στους άμεσους φόρους και τα πρόσθετα 1,8 δις. ευρώ στους έμμεσους αυξάνουν τον κίνδυνο η τρύπα να μεγαλώσει αντί να περιοριστεί τους επόμενους μήνες και να χρειαστεί πλέον η κυβέρνηση να καταφύγει είτε σε άμεσες περικοπές, είτε να περιμένει την ενεργοποίηση του αυτόματου μηχανισμού περικοπής δαπανών.
Πολλές από τις φορολογικές επιβαρύνσεις που έρχονται είναι «στοχευμένες» σε τομείς όπου ήδη καταγράφεται μεγάλη μείωση φορολογικών εσόδων. Για παράδειγμα στο πρώτο τετράμηνο του 2016 η μείωση της απόδοσης στον ΦΠΑ και του ΕΦΚ των πετρελαιοειδών, του καπνού, των ενεργειακών προϊόντων κλπ, προσέγγιζε τα 330 εκατ. ευρώ λόγω της μειωμένης κατανάλωσης και των χαμηλότερων διεθνών τιμών, εξ ου και οι αποφάσεις να αυξηθούν οι Ειδικοί Φόροι στα καύσιμα με στόχο την άντληση επιπρόσθετων εσόδων 530 εκατ. ευρώ, να αυξηθεί η φορολογία στα καπνικά (120 εκατ. ευρώ) ή να μπει και πρόσθετο χαράτσι στη βενζίνη ως τίμημα για τα τέλη κυκλοφορίας κλπ.
Η έκθεση του ΔΝΤ για την εισπραξιμότητα των φορολογικών μέτρων είναι δηλωτική της κατάστασης στην οποία βρίσκεται πλέον η οικονομίας μετά από μια επταετία ύφεσης και διαδοχικών φορολογικών επιβαρύνσεων, αλλά αποτελεί παράλληλα και προαναγγελία ότι η κατάσταση θα χειροτερέψει πολύ στο μέλλον αν δεν αυξηθούν τα εισοδήματα και δεν υπάρξει ουσιαστική ανάκαμψη της οικονομίας.
Από επτά στα δέκα ευρώ που εισέπραττε το κράτος το 2010, τώρα μπαίνουν στα δημόσια ταμεία 4,5 στα δέκα ευρώ, ενώ τα υπόλοιπα αθροίζονται στο βουνό του ιδιωτικού χρέους που διογκώνεται όλο και περισσότερο κάθε χρόνο με αποτέλεσμα σήμερα οι Έλληνες να έχουν φτάσει να οφείλουν πάνω από 62 δισ. ευρώ σε εφορίες και τελωνεία, σχεδόν 30 δις. ευρώ στα ασφαλιστικά ταμεία (ΙΚΑ και ΟΑΕΕ) και περίπου 85 δις. ευρώ σε κόκκινα τραπεζικά δάνεια. Το ποσό του ιδιωτικού χρέους μόνο προς το δημόσιο και τις τράπεζες έχει φτάσει πλέον να ξεπερνά το ΑΕΠ της χώρας, και το μόνο βέβαιο είναι πως όσες αναγκαστικές εκτελέσεις, κατασχέσεις και πλειστηριασμούς κι αν δούμε στο μέλλον, το μεγαλύτερο μέρος του δεν πρόκειται να εισπραχθεί ποτέ.