Με την παγκόσμια οικονομία να «ασθμαίνει» και την μεταβλητότητα στα διεθνή χρηματιστήρια να αυξάνεται, οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να εφαρμόσουν μέτρα στήριξης της οικονομίας.
Η κρίση του 2008 από ό,τι φαίνεται, δεν δίδαξε τους ιθύνοντες άσκησης νομισματικής πολιτικής, καθώς επικεντρώθηκαν κυρίως στη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, παραμελώντας την πραγματική οικονομία. Ως αποτέλεσμα της κρίσης του 2008, είναι έπειτα από επτά χρόνια να συνεχίζουμε να μιλάμε για το χρέος, καθώς αυτό όχι μόνο συνεχίζει να παραμένει, αλλά και να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, ενώ η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται προ των πυλών μιας νέας και ίσως βαθύτερης ύφεσης.
Από τις αρχές του έτους, οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης και της Ιαπωνίας, υιοθέτησαν αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις τις οποίες δέχονται από τις τράπεζες. Και φυσικά, όπως παρατηρούμε και στον παρακάτω πίνακα, δεν είναι οι μόνες που διατηρούν αρνητικό επιτόκιο.
Το σκεπτικό υπό το οποίο προχώρησαν σε μία τέτοια κίνηση, ήταν κυρίως να αναγκάσουν τις τράπεζες να δανείσουν περισσότερα χρήματα στην πραγματική οικονομία, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο την ανάπτυξη, καθώς επίσης και πως με αυτό τον τρόπο θα καταφέρει τελικά να μειώσει τόσο το κρατικό όσο και το ιδιωτικό χρέος, φευ! Εδώ όμως, υπάρχουν δύο βασικές παράμετροι οι οποίες έπρεπε, τουλάχιστον, από την ΕΚΤ να ληφθούν σοβαρά υπ' όψη.
Η πρώτη είναι, ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, βλ. ιταλικές και ελληνικές, και σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελαν να αυξήσουν τον δανεισμό τους, αυξάνοντας παράλληλα και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL's). Απεναντίας παρατηρείται σε αρκετές χώρες, οι τράπεζες να κάνουν αυστηρότερους τους όρους χορηγήσεων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Η δεύτερη παράμετρος είναι, ότι σε ένα κλίμα αβεβαιότητας (όπως σήμερα), οι επενδυτές γίνονται risk averse, δηλαδή αποφεύγουν τον κίνδυνο, γίνονται ουσιαστικά απρόθυμοι στο να αναλάβουν ρίσκο πραγματοποιώντας μία επένδυση σε ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον. Αυτό αποδεικνύεται εξάλλου, και από το ότι οι επενδυτές πραγματοποιούν συνεχώς ρευστοποιήσεις στις ευρωπαϊκές μετοχές, καθώς οι προοπτικές κερδοφορίας των ευρωπαϊκών εταιρειών παραμένουν δυσοίωνες για, τουλάχιστον, το τρέχον έτος.
Η οικονομική αβεβαιότητα και η πολιτική των μηδενικών ή και αρνητικών επιτοκίων, έχουν οδηγήσει ήδη το κρατικό χρέος δύο ισχυρών οικονομικά χωρών, της Ιαπωνίας και Γερμανίας, να διαπραγματεύεται με αρνητική απόδοση (βλ. γράφημα παρακάτω)!
Δεν γνωρίζουμε εάν η ΕΚΤ μελέτησε ή όχι τη νομισματική πολιτική των αρνητικών επιτοκίων στη Δανία καθώς και το αποτέλεσμα αυτών, η οποία υιοθέτησε αυτή την πολιτική το 2012, το αποτέλεσμα πάντως ήταν κατώτερο του αναμενομένου. Κι αυτό γιατί, ούτε το ιδιωτικό χρέος μειώθηκε (που παραμένει σε υψηλά επίπεδα), αλλά ούτε και η δανέζικη οικονομία κατάφερε να αναπτυχθεί αντιμετωπίζοντας το φάντασμα της ύφεσης, ενώ και ο πληθωρισμός συνεχίζει να παραμένει σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.
Ουσιαστικά, η πολιτική των μηδενικών επιτοκίων, πέραν των άλλων, ίσως οδηγήσει και σε αναλήψεις καταθέσεων τόσο από τους ιδιώτες, όσο και από τις επιχειρήσεις, εάν ειδικά αποφασίσουν οι τράπεζες να μετακυλήσουν το κόστος χρήματος.
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, είναι η οικονομία αντί να αναπτυχθεί θα βυθιστεί ακόμη περισσότερο σε ύφεση, με ανεξέλεγκτες προεκτάσεις. Ίσως, ο μόνος τρόπος ώστε να δοθεί μία ώθηση στην οικονομία, ενισχύοντας και τον πληθωρισμό, είναι η πολιτική του «helicopter money», δηλαδή η ΕΚΤ να πετάξει από το ελικόπτερο χρήματα, ουσιαστικά δηλαδή να πιστώσει σε προσωπικούς λογαριασμούς πολιτών χρήματα, κάτι το οποίο αναφέρεται συχνά στο διεθνή τύπο το τελευταίο διάστημα.
Η τάση των αρνητικών επιτοκίων, ωθεί σταδιακά αλλά σταθερά, τους ιδιώτες αλλά και τους επενδυτές προς αναζήτηση άλλων μορφών διασφάλισης των χρημάτων τους. Ένα από τα πιο γνωστά assets εδώ κι αιώνες, αποτελεί η κατοχή χρυσού σε φυσική μορφή. Ο χρυσός εξάλλου, αποτελεί εδώ και αιώνες επενδυτικό «καταφύγιο», τόσο από γεωπολιτικές αναταράξεις, όσο και από περιόδους υψηλού πληθωρισμού.
Μία άλλη εναλλακτική μορφή επένδυσης, είναι η αγορά έργων τέχνης ή και διαφόρων άλλων συλλεκτικών αντικειμένων. Όπως διαπιστώνουμε στο παρακάτω γράφημα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα www.artprice.com , οι δημοπρασίες έργων τέχνης παρουσιάζουν ανοδική πορεία, φθάνοντας τα επίπεδα του 2008.
Πηγή γραφήματος: www.artprice.com
Η μεγάλη έκπληξη όμως, βρίσκεται στο κρατικό χρέος, καθώς αυτό έχει φθάνει στο υψηλό επίπεδο των $60 τρισ. Και αναφέρουμε μεγάλη έκπληξη, για τον απλούστατο λόγο, του ότι αυτό το χρέος δεν πρόκειται ουδέποτε να αποπληρωθεί από τα κράτη, απλά ανακυκλώνεται. Στην ουσία, ο καθένας χρωστάει στον άλλο, ανακυκλώνοντας και αυξάνοντας το χρέος.
Κι από την στιγμή που οι πολίτες των χωρών δεν ευνοούνται από την αύξηση του κρατικού χρέους (το αντίθετο μάλιστα), γεννιέται εύλογα το ερώτημα, μα τότε ποιος; Όποιος έχει ασχοληθεί με τον χρηματοοικονομικό χώρο, γνωρίζει πάρα πολύ καλά, πως οι σύμβουλοι έκδοσης χρέους καθώς και η διαβάθμιση αυτού, αμείβονται ικανοποιητικά, και πως όσο πιο μεγάλο είναι το ποσό του δανείου τόσο και ποιο μεγάλο είναι και το ποσό της προμήθειας. Ουσιαστικά, το δημόσιο χρέος έχει γίνει τα τελευταία χρόνια μια επικερδή επιχείρηση, από την οποία ευνοούνται οι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, οι οποίοι στην ουσία δεν δημιουργούν παραγωγικές επενδύσεις, απλά αέρα! Ναι σωστά, ακριβώς, αέρα και μάλιστα «κοπανιστό» όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός.
Αρκεί να διαβάσει κάποιος το βιβλίο “This time is different” των Carmen M. Reinhart και Kenneth S. Rogoff, ώστε να διαπιστώσει το πώς διευθετούνταν, από τον μεσαίωνα μέχρι πρότινος, το υψηλό δημόσιο χρέος. Τα ασφαλή σήμερα επενδυτικά προϊόντα, αυτά που ονομάζονται κρατικά ομόλογα των ισχυρών οικονομιών και που ένας επενδυτής δέχεται να έχει μία μικρή αρνητική απόδοση, αρκεί να αισθάνεται ασφαλής, αυτή ακριβώς η ασφάλεια θα μετατραπεί σε ανασφάλεια, όπου την κατάλληλη χρονική στιγμή θα υπάρξει μία συντονισμένη διαγραφή κρατικού χρέους, καθιστώντας τα μέχρι πρότινος ασφαλή επενδυτικά προϊόντα σε ανασφαλή.