Μπορεί τα Μνημόνια να μην σκίστηκαν, αλλά τουλάχιστον οι θεσμοί για πρώτη φορά δεν στέλνουν «πακέτο» στα αγγλικά τους νόμους που πρέπει να ψηφίσει η Βουλή.
Απλώς τώρα πια τα υπαγορεύουν όλα στα στελέχη των Υπουργείων προκειμένου αυτά απλώς με τη σειρά τους να καταθέτουν τις τροπολογίες, ρυθμίσεις ή μέτρα, και έτσι να μην μπαίνουμε στον κόπο και να μεταφράζουμε.
Δυστυχώς, στην αποκάλυψη αυτή προέβη, προφανώς άθελά του, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρύφων Αλεξιάδης ο οποίος στο παρά πέντε της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου κατέθεσε στο άρθρο (61) που προβλέπει την «Επιλογή Υποθέσεων προς Ελέγχω» ΔΕΚΑ τροπολογίες, για τις οποίες σύσσωμη η Αντιπολίτευση τον κατηγόρησε ότι επιχειρεί να θωρακίσει νομικά τους ελεγκτικούς μηχανισμούς κατά την εκτέλεση του έργου τους.
Στην προσπάθειά του λοιπόν να δικαιολογηθεί ο κ. Αλεξιάδης εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία υπογραμμίζει ότι η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεί προαπαιτούμενο και έτσι «σε συνεργασία με τους θεσμούς, προχώρησαν οι διαδικασίες για τη σύνταξη της διάταξης, οι οποίες ολοκληρώθηκαν χθες και κατατέθηκαν ΑΜΕΣΑ στη Βουλή, για προφανείς λόγους».
Δηλαδή, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ο κ. Αλεξιάδης παραδέχεται ανοιχτά την ανεπάρκεια των στελεχών του υπουργείου Οικονομικών αφού δεν είναι σε θέση ούτε μια τροπολογία να συντάξουν χωρίς το Ο.Κ. των δανειστών!
Επί της ουσίας πάντως και όσο κι αν προσπάθησε ο κ. Αλεξιάδης να βαπτίσει το κρέας ψάρι, η Αντιπολίτευση δικαιολογημένα «επαναστάτησε» για την προστασία που παρέχεται στους ελεγκτές αφού η μόνη περίπτωση για να διωχθούν είναι εάν «ενήργησαν με δόλο ή βαρεία αμέλεια ή/και από την περίπτωση της παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».
Είναι δε τέτοια η προστασία που τους παρέχεται στο εξής αφού προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις που «εξετάζονται ή διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ενώπιον των ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων, μπορούν να παρίστανται και να εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατόπιν εγγράφου αιτήματος του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους».