Έναυσμα για το παρόν άρθρο είναι το νέο νομοσχέδιο για την Παιδεία και ένα tweet του κ. Στέφανου Μάνου για το θέμα: «Ορθώς εξισώνει η υπουργός Παιδεία κ. Κεραμέως τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων κολεγίων τριετούς φοίτησης με τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων ΑΕΙ. Το επόμενο βήμα πρέπει να είναι η ολοσχερής κατάργηση της έννοιας "επαγγελματικό δικαίωμα".»
Δεν είμαι σίγουρος ότι συμφωνώ με την παραπάνω δήλωση, που διατυπώνεται εξάλλου γενικά και αόριστα. Το βασικό ερώτημα, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι η υποβάθμιση της σημασίας πιστοποίησης μέσω του «Πτυχίου Πανεπιστημίου» (ανεξαρτήτως της ονομασίας του ιδρύματος/φορέα που το παρέχει) και τα δικαιώματα που αυτή κατοχυρώνει αλλά η αναγκαία για την ελληνική πραγματικότητα αναβάθμιση της έννοιας των «επαγγελματικών προσόντων». Προς αποφυγή δε παρεξηγήσεων, το παρόν άρθρο δεν αφορά επαγγέλματα, όπως ενδεικτικά των ιατρών, όπου το θεωρητικό υπόβαθρο και οι σπουδές αποτελούν αναγκαίο προαπαιτούμενο για την άσκησή τους, αλλά εστιάζει σε αυτό των επαγγελματιών πληροφορικής, στους οποίους συγκαταλέγομαι και ο ίδιος.
Στις περισσότερες χώρες -εξ όσων γνωρίζω- υφίσταται και η έννοια των επαγγελματικών «προσόντων» (professional qualifications), σύμφωνα με τα οποία διαγράφεις την επαγγελματική σου πορεία και βρίσκεις δουλειά στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Αλλά αυτή η έννοια των προσόντων είναι δυναμική. Αλλάζει, ανάλογα με την εμπειρία σου, ανάλογα με τις πιστοποιήσεις που έχεις λάβει ή/και ανάλογα με τυχόν πρόσθετες σπουδές. Στην Ελλάδα, αντιθέτως, εστιάζουμε μόνο στο «δικαίωμα». Που φυσικά ορθώς, προϋποθέτει την λήψη πτυχίου όμως μετά ο χρόνος «παγώνει», ανεξαρτήτως της ενασχόλησης ή μη με το αντικείμενο σπουδών. Και οι προσφερόμενες αμοιβές ιδιαίτερα στο Δημόσιο, συναρτώνται άμεσα με το χρόνο λήψης αυτού του πτυχίου. Για παράδειγμα, ο Α πήρε το πτυχίο του 5 χρόνια πριν, κατά τα οποία δεν άσκησε καθόλου το επάγγελμα (ίσως να στηριζόταν οικονομικά από την οικογένειά του). Ο Β πήρε και αυτός το πτυχίο του πριν από 5 χρόνια και άσκησε το επάγγελμα από τη πρώτη μέρα. Τόσο ο Α όσο και ο Β θα πάρουν τον ίδιο μισθό από το Δημόσιο.
Βλέπετε το λάθος σε αυτή την εικόνα;
Για να εξειδικεύσω στη περίπτωση του επαγγέλματος της πληροφορικής. Και με τον όρο «επαγγελματίες πληροφορικής» εννοώ εδώ τους προγραμματιστές. Developers, programmers, software engineers εις την αγγλοσαξονική.
Ο κλάδος της Πληροφορικής είναι από μόνος του μια ειδική περίπτωση. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι η ταχύτητα με την οποία αλλάζει. Μέχρι να αποφοιτήσει κάποιος από το οποιοδήποτε Πανεπιστήμιο ή Σχολή, αυτά που έχει μάθει έχουν πιθανότατα αντικατασταθεί από νέες τεχνολογίες. Τεχνητή Νοημοσύνη, Επαυξημένη πραγματικότητα, Machine Learning συγκαταλέγονται στις τεχνολογίες που πριν από μερικά χρόνια ήταν αντικείμενο ερευνητικών ινστιτούτων αλλά σήμερα είναι άμεσα διαθέσιμες σε όλους. Επίσης έχει ένα πολύ εύκολο σημείο εισόδου. Το μόνο που χρειάζεται κάποιος, που θα ήθελε να γίνει προγραμματιστής, είναι ένας υπολογιστής και σύνδεση στο internet. Υπάρχουν 100-δες άρθρα, σεμινάρια, workshops, bootcamps τα οποία παρέχονται δωρεάν ή με πολύ μικρό κόστος, αλλά και τα αντίστοιχα εργαλεία, (γλώσσες προγραμματισμού, βιβλιοθήκες, frameworks) έτσι ώστε να αναπτύξεις αυτό που σε ενδιαφέρει.
Τέλος, είναι και εύκολο να παρουσιάσεις το «χαρτοφυλάκιο» σου. Προγράμματα και κώδικα που έχεις αναπτύξει εσύ (και δεν προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας) μπορείς να τα ανεβάσεις σε online πλατφόρμες όπως το github, gitlab, bitbucket κ.ά. και οποιοσδήποτε να δει πόσο καλά (ή όχι) γράφεις κώδικα.
Σημαίνουν τα παραπάνω ότι δεν πρέπει κάποιος να πάρει πτυχίο από Πανεπιστήμιο/Κολλέγιο Πληροφορικής; Κατηγορηματικά όχι! Με το πτυχίο πληροφορικής θα έχει πολύ καλύτερες βάσεις και θεωρητικό υπόβαθρο ώστε να μη χρειαστεί τόσο κόπο/χρόνο να τα μάθει όλα από την αρχή. Θα πρέπει, εντούτοις, οποίος δεν έχει πτυχίο πληροφορικής να απορριφθεί αυτόματα; Πιστεύω ότι αυτή η ερώτηση ίσως απαντηθεί από τη παρακάτω προσωπική ιστορία: Γνωστός με πτυχίο ΙΕΚ. Πολύ καλό μυαλό, δυνατός προγραμματιστής. Με πολλές πιστοποιήσεις της Microsoft συμπεριλαμβανομένης και του εκπαιδευτή (Microsoft Certified Trainer). Η ίδια η Microsoft (Hellas) τον έστελνε σε διάφορα έργα ως τον εκπαιδευτή της. Αυτή τη στιγμή δουλεύει ως Sharepoint Architect (και πιστέψτε με είναι υψηλή θέση) σε εταιρία στη Γερμανία. Αυτόν τον άνθρωπο, λοιπόν, δεν μπορούσα ποτέ να τον εντάξω σε ομάδα έργου για σχετικά απλά έργα πληροφορικής του Δημοσίου. Διότι δεν είχε «πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης».
Και για να μην εστιάζω μόνο στο Δημόσιο, φαίνεται ότι και οι συντεχνιακές και – ας μου επιτραπεί – αρτηριοσκληρωτικές πρακτικές, καλά κρατούν. Πολλοί από τους Επαγγελματικούς Συλλόγους Πληροφορικής ορίζουν ότι τακτικά μέλη μπορεί να είναι μόνο πτυχιούχοι ΑΕΙ και μάλιστα περιλαμβάνουν λίστα από τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα που «αναγνωρίζουν». Επομένως, αν υποθέσουμε ότι ο Bill Gates (που δεν έχει πτυχίο πληροφορικής) ζητούσε να γίνει μέλος, θα απορρίπτονταν!
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, κατά την άποψή μου, όσον αφορά τον επαγγελματία Πληροφορικής, το «επαγγελματικό δικαίωμα» (και ως εκ τούτου η συναρτώμενη αμοιβή) πρέπει να είναι άμεσα συνυφασμένο με τα «επαγγελματικά προσόντα». Δηλαδή, απαιτείται τόσο η αρχική πιστοποίησή του για την είσοδό του σε συγκεκριμένη θέση εργασίας, η οποία θα μπορούσε κατ’ αρχήν να αντιστοιχεί και σε αποδεδειγμένη επαγγελματική εμπειρία, όσο και η διαρκής αξιολόγησή του για την μετέπειτα εξέλιξή του, δηλαδή η αξιολόγησή του σε πραγματικό και επίκαιρο χρόνο, από πρόσωπα που ομοίως πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους κανόνες αξιολόγησης.
Επομένως, το ουσιαστικό ερώτημα δεν πρέπει να είναι η ίδια η ονομασία της πιστοποίησης (πτυχίο ΑΕΙ, Κολλεγίου, αποδεδειγμένη επαγγελματική εμπειρία κ.λπ.),. Άλλα ούτε και η άτακτη συζήτηση περί γενικότερης κατάργησης των δικαιωμάτων που η οποιαδήποτε πιστοποίηση παρέχει, δεδομένων των εγγυήσεων που αυτή προσφέρει και πάντα υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου. Ας μη ξεχνάμε ότι η εξίσωση των ΑΕΙ με τα Κολλέγια τριετούς φοίτηση είναι επιταγή της Ε.Ε. (Συνθήκη της Λισσαβώνας, Άρθρα 45, 49, 56)
Η προσήλωση αποκλειστικά στις δύο παραπάνω θέσεις, αποκλείει μερίδα επαγγελματιών που διαθέτουν ισοδύναμες (ή, ενδεχομένως, και περισσότερες) ικανότητες με τους υπόλοιπους «αναγνωρισμένους» και τελικά αποπροσανατολίζει από την πραγματική ανάγκη, την «ανοικτότητα», και την ουσιαστική ενσωμάτωση, των καλύτερων επαγγελματιών που η χώρα μας θα μπορούσε να διαθέτει.
*Ο Πάνος Βουδούρης είναι πτυχιούχος Αγρονόμος-Τοπογράφος Μηχανικός από το ΑΠΘ και κάτοχος M.Sc στα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (GIS) από το Πανεπιστήμιο του Leicester.