Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Υποσχέσεις για την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ (QE), ως αντάλλαγμα της συμφωνίας για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης έχει λάβει, σύμφωνα με πληροφορίες η ελληνική κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό ανοίγει… την όρεξη σε κυβέρνηση και τράπεζες για την αξιοποίηση του φθηνού χρήματος της κεντρικής τράπεζας που θα αποτελέσει την απαρχή της αντιστροφής του κλίματος.
Μία τέτοια εξέλιξη θα είναι ιδιαίτερα σημαντική σε πολιτικό επίπεδο, καθώς μετά την αποδοχή των νέων μέτρων λιτότητας, η κυβέρνηση επιθυμεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις μέσω της εξειδίκευσης των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και της ένταξης στο QE.
Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ανοίγει... την όρεξη στην κυβέρνηση και στις τράπεζες για την αξιοποίηση του φθηνού χρήματος της ΕΚΤ, μέσω της ένταξης στην ποσοτική χαλάρωση. Κοινοτικές πηγές αναφέρουν ότι οι διεργασίες σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη θα ενταθούν μέσα στις επόμενες εβδομάδες και διακαής πόθος της ελληνικής πλευράς είναι να ανακοινώσει ο Mario Draghi το πολυπόθητο «εισιτήριο» για το QE μέσα στον Ιούνιο.
Το πραγματικό όφελος του QE για την οικονομία έχει, όπως επανειλημμένα έχει επισημανθεί, έχει περιοριστεί σημαντικά. Αφενός λόγω των αυξανόμενων φωνών για απόσυρση του QE, με τελευταία τη χθεσινή παρέμβαση του Wolfgang Scaeuble, και αφετέρου λόγω του μικρού παράθυρου για αγορές ελληνικών ομολόγων. Και αυτό γιατί η ΕΚΤ δεν αγοράζει ομόλογα εν μέσω αξιολόγησης και η επόμενη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος θα ξεκινήσει κατά πάσα πιθανότητα τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Παρ'' όλα αυτά, ακόμη και μία ένταξη… για τους τύπους θα δώσει τη δυνατότητα στην ελληνική οικονομία να ξεφύγει από τη στασιμότητα των τελευταίων μηνών και να κερδίσει το χαμένος έδαφος, προσδοκώντας σε περαιτέρω βελτίωση των συνθηκών στο μέλλον. Πρόκειται για μία δύσκολη εξίσωση καθώς συμπεριλαμβάνει μία πολιτική – σε μεγάλο βαθμό - απόφαση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Αν όλα κυλήσουν ομαλά, οι ελληνικές τράπεζες, παρά το γεγονός ότι διαθέτουν περιορισμένο χαρτοφυλάκιο ελληνικών τίτλων (κυρίως έντοκα γραμμάτια), θα μπορέσουν να καταγράψουν κάποια κέρδη σε επίπεδο αποτίμησης αλλά θα δεχτούν και μικρή κεφαλαιακή ώθηση. Κάτι αντίστοιχο συνέβη στο δ' τρίμηνο του 2016 όταν καταγράφηκε σημαντική αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων, εξέλιξη που αντισταθμίστηκε σχεδόν κατά το ήμισυ στο αρνητικό α' τρίμηνο του 2017.
Το QE εκτιμάται, λοιπόν, πως θα συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση του κλίματος για τις τράπεζες αλλά και για τα ελληνικά ομόλογα, όμως ο στόχος του να φτάσουμε στα επίπεδα της Πορτογαλίας μοιάζει… ατελείωτος. Ενδεικτικό είναι ότι το επιτόκιο με το οποίο δανείστηκε χθες το ελληνικό δημόσιο χρήματα για έξι μήνες αντιστοιχεί στην απόδοση του οκταετούς ομολόγου της Πορτογαλίας.
Συγκεκριμένα, το ελληνικό δημόσιο προχώρησε χθες σε μία κίνηση ρουτίνας, εκδίδοντας έντοκα γραμμάτια διάρκειας 26 εβδομάδων. Η δημοπρασία ολοκληρώθηκε με την Ελλάδα να δανείζεται 1,138 δισ. ευρώ για 6 μήνες με επιτόκιο 2,97%, όταν το δεκαετές ομόλογο (που αποτελεί δείκτη αναφοράς για το κόστος δανεισμού μίας χώρας) της Πορτογαλίας διαμορφώνεται στο 3,35%.
Μπορεί κάθε οικονομία να έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και να λειτουργεί κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες, όμως το επιτόκιο δανεισμού από τις αγορές αντανακλά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα μέτρο σύγκρισης για την εικόνα που… περνάει προς τα έξω.
Ανατρέχοντας στις αποδόσεις των κρατικών τίτλων ανά τον κόσμο, ενδεικτικά αναφέρεται ότι για την ίδια διάρκεια με τα ελληνικά έντοκα γραμμάτια που εκδόθηκαν χθες (6 μήνες), αντίστοιχο επιτόκιο πληρώνει ο Μαυρίκιος, ενώ το ίδιο κόστος δανεισμού «απολαμβάνει» η Μποτσουάνα όχι για 6 μήνες αλλά για 3 χρόνια! Και μπορεί οι εν λόγω χώρες να μην προσφέρουν ωφέλιμα συμπεράσματα, όμως η σύγκριση με τις ευρωπαϊκές χώρες είναι αυτή που απογοητεύει.
Σε μία εποχή που ο Mario Draghi… βρέχει χρήμα και έχει αποφασίσει να συνεχίσει να το κάνει τουλάχιστον έως το τέλος του 2017, οδηγώντας τις αποδόσεις πολλών κρατικών ομολόγων σε αρνητικό έδαφος, το ελληνικό δημόσιο... κρατάει ομπρέλα. Όσο «τρέχει» το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι επενδυτές πληρώνουν για να δανείσουν χρήματα στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αυστρία, το Βέλγιο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες εντός και εκτός της Ευρωζώνης, όπως η Τσεχία.
Η χώρα που βρίσκεται πιο κοντά στην Ελλάδα σε ότι αφορά τα προβλήματα χρέους, την εφαρμογή μνημονίων και τη γενικότερη κρίση είναι η Πορτογαλία. Ακόμη και η χώρα της Ιβηρικής δανείζεται για 6 μήνες με επιτόκιο -0,13%, ενώ για να πληρώσει επιτόκιο 2,9% δανείζεται για... 8 χρόνια! Το 2,97% των ελληνικών εντόκων διάρκειας 26 εβδομάδων αντιστοιχεί στο 7ετές ομόλογο της Πολωνίας και στο 20ετές ομόλογο της Ιταλίας.