Του Γιώργου Φιντικάκη
Ο λογαριασμός μόνο με ιδιωτικοποιήσεις και πώληση "κόκκινων" δανείων δεν βγαίνει. Χρειαζόμαστε και άλλους Παπαστράτους που θα έρθουν να κτίσουν εργοστάσια ώστε να φεύγουν προϊόντα και να έρχεται "συνάλλαγμα".
Αλλά αυτό δεν είναι "ένα τσιγάρο δρόμος", όπως κάποιοι θέλουν να το παρουσιάζουν. Το αφήγημα των επενδύσεων, που αίφνης αγάπησαν οι πάντες, δεν σημαίνει ότι θα ανοίξουν στην Ελλάδα περισσότερα φουγάρα, δεν προκύπτει από πουθενά ότι θα έρθουν παραγωγικές επενδύσεις ή θα γεννηθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τις αποκρατικοποιήσεις εννοούν όσοι μιλούν σήμερα για επενδύσεις, σε εξαγορές κρατικών εταιρειών αναφέρονται, καθώς επίσης σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου, συμπράξεις και συμμετοχές σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Σε μια χώρα που φορολογεί τα πάντα, με κλειστή ακόμη οικονομία, υψηλό κόστος ενέργειας, μη αποδοτική δημόσια διοίκηση, και αργή δικαιοσύνη, το να ονειρεύεσαι ανάπτυξη με "περισσότερα αναμμένα φουγάρα" - για να θυμηθούμε και την Τζάκρη- είναι καθαρή ουτοπία.
Το ερώτημα επομένως είναι τι θα συμβεί όταν θα έχουμε πουλήσει, ό,τι έχει κάποια αξία για να πουληθεί. Κάποια ημέρα, όχι πολύ μακριά από σήμερα, ο κύκλος αυτός των ιδιωτικοποιήσεων θα ολοκληρωθεί, όπως ακριβώς συνέβη με τα μεγάλα τεχνικά έργα στη δεκαετία του 2000, επομένως το ερώτημα είναι, μετά τι; Αν δεν θέλουμε να την πατήσουμε όπως οι κατασκευές, όπου μετά το τέλος των μεγάλων έργων, ο κλάδος έψαχνε μάταια να βρει πως θα συντηρήσει το στρατό των χιλιάδων εργαζομένων, πρέπει από τώρα να κτίσουμε τις προυποθέσεις για την επόμενη ημέρα.
Το τελευταίο είναι ευθύνη πρωτίστως της κυβέρνησης- αυτής ή της επόμενης- να διαμορφώσει πολιτικές άμεσης απόδοσης, ικανές να ευνοήσουν την εισροή παραγωγικών κεφαλαίων. Απελευθέρωση αγορών και προϊόντων, χαμηλότερη φορολογία, κίνητρα, απλοποίηση διαδικασιών, κατάργηση ειδικών προνομίων, απλοποίηση, δικαιοσύνη, μείωση του μεγέθους του Δημοσίου.
Το θέμα είναι να εκμεταλλευτούμε το μεσοδιάστημα, ώστε μέχρι να τελειώσει ο κύκλος των ιδιωτικοποιήσεων (που ακόμη κι αυτές καρκινοβατούν), να έχουμε καταφέρει να αλλάξουμε το αναπτυξιακό μοντέλο της οικονομίας, που εξακολουθεί να στηρίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση και τις εισαγωγές.
Ασφαλώς η δομή της οικονομίας δεν βοηθά. Δεν μπορεί μέσα σε λίγα χρόνια μια οικονομία εισαγωγών, να μετατραπεί σε εξαγωγική. Το στοίχημα ωστόσο είναι να αλλάξουμε το υφιστάμενο επιχειρηματικό μοντέλο, ώστε όταν μετά από 5-6 χρόνια, θα έχει τελειώσει αυτός ο κύκλος αποκρατικοποιήσεων, να μην ψάχνουμε πάλι για πυξίδα, όπως οι κατασκευές.
Κατά καιρούς έχουν ακουστεί πολλές ιδέες. Από τις ειδικές αφορολόγητες ζώνες όπου θα ισχύει ειδικό καθεστώς για την προσέλκυση επενδύσεων, έως την δημιουργία Silicon Valleys και Silicon Islands. Από την Δανία του Νότου που το 2009 φαντασιωνόταν ο Γιώργος Παπανδρέου, έως την Ιρλανδία του Νότου που το 2013 είχε προτείνει ο Αντώνης Σαμαράς, μοντέλα που αμφότερα προϋπέθεταν απελευθέρωση της οικονομίας, και όχι απλώς flat tax rate.
Η αλήθεια είναι ότι κάποτε η Ιρλανδία μας έμοιαζε πολύ. Τις δεκαετίες του 1970 και 1980, οι ξένες επενδύσεις στη χώρα δεν ξεπερνούσαν το 5% του ΑΕΠ, μερικές φορές ούτε το 3%. Η χώρα έπαψε να θυμίζει Ελλάδα στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980, μέσα από ένα κλίμα συναίνεσης, και όχι έντονης αντιπαράθεσης σαν εκείνο που βίωσε η Βρετανία στις αρχές του '80.
Έχουν γραφτεί πολλά για το ιρλανδικό θαύμα, ότι συνέβαλε η αγγλική γλώσσα, η χαμηλή φορολογία, κ.ο.κ. Πρόκειται για την μισή αλήθεια.
Η άλλη μισή είναι ότι οι Ιρλανδοί κατάλαβαν πως για να προσελκύσουν επενδύσεις πρέπει να φτιάξουν πανίσχυρα "one stop shops", (τα επανομομαζόμενα IDA) που ανέλαβαν να συνοδεύουν τον κάθε επενδυτή επιλύοντας κάθε μικρό ή μεγάλο γραφειοκρατικό θέμα, μέχρις ότου ολοκληρώσει την επένδυση.
Παράλληλα προσδιόρισαν τι είδους βιομηχανίες θέλουν να αναπτύξουν σε συνάρτηση με την ύπαρξη του ανθρώπινου δυναμικού που θα τις στήριζε. Εμείς εδώ για παράδειγμα δεν θα επιλέγαμε την αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά τον τουρισμό, την μεταποίηση τροφίμων, την ενέργεια, και τις μεταφορές. Και μετά ξεκίνησαν το άνοιγμα στο εξωτερικό, τέτοιων γραφείων IDA με αντικείμενο το "κυνήγι" επενδυτών.
Τα αποτελέσματα φάνηκαν εντός της δεκαετίας. Αποκορύφωμα υπήρξε το 2016 όταν οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ιρλανδία έφτασαν να αντιπροσωπεύουν το 29,3% του ΑΕΠ της χώρας, όταν στην Ελλάδα δεν ξεπέρασαν το 11,4% του ΑΕΠ, σύμφωνα τουλάχιστον με την Eurostat.
Από την πλευρά του το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα θα παρουσιάσουν μικρή μόνο αύξηση ως το 2022, φτάνοντας μόλις στο 14,1% του ΑΕΠ.
Πολλούς Παπαστράτους στην Ελλάδα δεν έχουμε, αυτό είναι σίγουρο. Πανηγυρίζουμε λοιπόν για τον ένα, που αποφάσισε να επενδύσει 300 εκατ ευρώ σε ένα νέο εργοστάσιο, δίχως "να μας κοροιδέψει". Τι περισσότερο απ'' αυτό για να αντιληφθούμε την εθνική μας επενδυτική μοναξιά.
Φωτογραφία SOOC