Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η επιτακτική ανάγκη μείωσης των «κόκκινων» δανείων σε συνδυασμό με την εξάλειψη κάθε κινδύνου «κουρέματος» καταθέσεων και την πλήρη άρση των capital controls έχουν φέρει σε δεύτερο πλάνο την έλλειψη καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Όμως το θέμα είναι αρκετά σοβαρό. Αρκεί να σκεφτεί κάποιος πόσο πιο ισχυροί σε επίπεδο ρευστότητας θα ήταν οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι για να αντιμετωπίσουν τις όποιες αντιξοότητες, αν είχαν στους ισολογισμούς τους τα 25 δισ. ευρώ που λείπουν σε σύγκριση με το υψηλό του Σεπτεμβρίου 2014.
Η ανάλυση των στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνει ότι οι καταθέσεις που λείπουν από το εγχώριο σύστημα είναι καταθέσεις ιδιωτών και πάνω από τις μισές βρίσκονται στο εξωτερικό. Ας πάρουμε πράγματα από την αρχή:
Το τι ακριβώς συνέβη το 2015 ανήκει πλέον στην ιστορία και ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω όμως οι επιπτώσεις εξακολουθούν να είναι ιδιαίτερα αισθητές. Μέσα σε έξι μήνες βγήκαν από το τραπεζικό σύστημα καταθέσεις ύψους άνω των 40 δισ. ευρώ με τις μισές να κατευθύνονται σε τράπεζες του εξωτερικού και τις άλλες μισές σε στρώματα και σεντούκια, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς. Η στροφή του β' εξαμήνου του 2015 και τα όσα ακολούθησαν είχαν ως αποτέλεσμα να εισέλθουν πολύ λίγα χρήματα στο σύστημα αλλά η υπερφορολόγηση της τελευταίας τριετίας δεν επέτρεψε στα συνολικά υπόλοιπα των τραπεζών να αυξηθούν σημαντικά.
Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων σήμερα διαμορφώνονται στα 139,7 δισ. ευρώ (στοιχεία Οκτωβρίου 2019). Οι τράπεζες βλέπουν ανάκαμψη και προσδοκούν σε αύξηση των καταθετικών υπολοίπων της τάξης του 5% ετησίως τα επόμενα χρόνια. Με αυτό το ρυθμό και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει κάποια νέα αναταραχή, οι καταθέσεις θα επιστρέψουν στα προ του 2015 επίπεδα περί το 2023 (164 δισ. ευρώ), δηλαδή οκτώ χρόνια μετά.
Το πολύ αρνητικό για το σύστημα είναι ότι κανείς δεν μιλάει για επιστροφή στα υψηλά του 2009 των 237,8 δισ. ευρώ, αφού απέχουμε 100 ολόκληρα δισεκατομμύρια. Χρήματα εκτός τραπεζικού συστήματος υπήρχαν πάντοτε τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Όχι μόνο επειδή οι καταθέτες φοβόντουσαν την εφορία αλλά και γιατί παραδοσιακά ήθελαν να κρατάνε σημαντικά ποσά σε φυσική μορφή, στο σπίτι ή σε κάποια θυρίδα. Σήμερα, εκτός τραπεζικού συστήματος βρίσκονται, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων περίπου 57 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 32 δισ. ευρώ είναι στο εξωτερικό και τα 27 δισ. ευρώ στο εσωτερικό.
Οι καταθέσεις των επιχειρήσεων σήμερα διαμορφώνονται σε 21,2 δισ. ευρώ επίπεδο αντίστοιχο με τον Σεπτέμβριο του 2014, ενώ οι καταθέσεις των νοικοκυριών απέχουν 21 δισ. ευρώ από το 2014. Το ιστορικό υψηλό για τα νοικοκυριά καταγράφηκε τον Δεκέμβριο του 2009 στα 196,86 δισ. ευρώ και για τις επιχειρήσεις τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στα 38,9 δισ. ευρώ.
Είναι εφικτό να επιστρέψουν τα χρήματα αυτά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα; Το πιθανότερο είναι να δούμε μικρές εισροές από αυτές τις αποταμιεύσεις και περισσότερο νέο χρήμα να μπαίνει στο σύστημα στο μέλλον, σημειώνει ανώτερο τραπεζικό στέλεχος με μεγάλη εμπειρία στον τομέα των καταθέσεων. Αυτό σημαίνει ότι πλέον οι τράπεζες δεν προσδοκούν τόσο στην επιστροφή χρημάτων όσο στη δημιουργία χρήματος μέσω της ανάπτυξης.
Όσο υψηλότεροι είναι οι ρυθμοί που θα επιτυγχάνει η ελληνική οικονομία τόσο περισσότερα χρήματα θα περνούν μέσα από το τραπεζικό σύστημα. Άλλωστε, οι τράπεζες θα πρωταγωνιστήσουν στη χρηματοδότηση μεγάλων επενδυτικών έργων όπως το Ελληνικό. Χρηματοδοτήσεις που θα καταλήξουν να γίνουν καταθέσεις και στο χέρι μας είναι να παραμείνουν στη χώρα.
Όσο για τα νοικοκυριά, σήμερα οι δυνατότητες αποταμίευσης είναι περιορισμένες καθώς ο ιδιωτικός τομέας χρωστάει δεκάδες δισ. ευρώ σε τράπεζες και δημόσιο. Οι Έλληνες επίσης έχουν ένα χαρακτηριστικό: προτιμούν τα μετρητά. Και δεν μιλάμε για τη χρήση μετρητών ή πλαστικού χρήματος αλλά για την κατοχή μετρητών σε φυσική μορφή στο σπίτι ή σε κάποια άλλη κρυψώνα και όχι υπό τη μορφή καταθέσεων, συνταξιοδοτικών προγραμμάτων ή επενδύσεων.