Η οικονομία από το 2025 θα εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από τις παγκόσμιες γεωπολιτικές εξελίξεις. Η γεωπολιτική κατάσταση είναι πιθανώς η πιο περίπλοκη και επικίνδυνη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Ρωσική εισβολή: Η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι μια θλιβερή υπενθύμιση για τον κόσμο ότι οι γεωπολιτικές σχέσεις και οι στρατηγικές συνεργασίες είναι εξαιρετικά ευάλωτες σε επιθέσεις από ισχυρές χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα. Η ρωσική επιθετικότητα όχι μόνο ανατρέπει τις παγκόσμιες ισορροπίες, αλλά και επηρεάζει τη διεθνή τάξη, την παγκόσμια οικονομία και την ασφάλεια.
Η ανάγκη για διεθνή συνεργασία, προκειμένου να περιοριστούν οι επιπτώσεις αυτής της απειλής, είναι πιο επιτακτική από ποτέ, με την ελπίδα ότι η παγκόσμια κοινότητα θα καταφέρει να βρει τρόπους να αποτρέψει τον κίνδυνο ενός πυρηνικού πολέμου και να διασφαλίσει την ειρήνη για τις επόμενες γενιές. Η Ρωσία έστειλε το μήνυμα ότι το πυρηνικό της οπλοστάσιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο εκφοβισμού και εκβιασμού, επηρεάζοντας την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα.
Το γεγονός ότι η Ρωσία επιτέθηκε σε μια χώρα που βρίσκεται κοντά σε άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, όπως η Πολωνία και η Ρουμανία, προκαλεί σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια των γειτονικών κρατών. Η γεωπολιτική ισχύς του ΝΑΤΟ, η οποία βασίζεται στη συλλογική ασφάλεια, βρίσκεται υπό αμφισβήτηση, και πολλές χώρες στην Ευρώπη φοβούνται ότι η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει τις επιθέσεις της σε άλλες περιοχές, θέτοντας σε κίνδυνο την ειρήνη στην ήπειρο.
Αν η Ρωσία καταφέρει να επικρατήσει στην Ουκρανία ή να επεκτείνει τη στρατηγική της επιρροή στην περιοχή, θα μπορούσε να αμφισβητηθεί η συνοχή του ΝΑΤΟ και να αναδειχθούν νέα στρατηγικά προβλήματα για τη Δύση. Η πιθανότητα διάσπασης του ΝΑΤΟ, ειδικά αν η Ρωσία καταφέρει να επιτύχει τους στρατηγικούς της στόχους, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα μορφή πολυπολικής σύγκρουσης, όπου τα γεωπολιτικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων θα είναι σε πλήρη αντίθεση.
Μέση Ανατολή: Η τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ και η ευρύτερη αστάθεια της Μέσης Ανατολής έχουν σοβαρές συνέπειες για την παγκόσμια ασφάλεια και την οικονομία. Η ανάγκη για διεθνή συνεργασία και στρατηγικές λύσεις για την επίλυση αυτών των προβλημάτων είναι επιτακτική. Η αβεβαιότητα γύρω από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και οι αυξημένες απειλές για την ειρήνη απαιτούν τη συνεχιζόμενη προσοχή των διεθνών οργανισμών και των κυβερνήσεων για να προλάβουν μια νέα κλιμάκωση των συγκρούσεων στην περιοχή.
Η στήριξη του Ισραήλ και άλλων συμμάχων στην περιοχή, για να ηττηθούν οι πληρεξούσιοι του Ιράν, καθώς και η ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι τρομοκρατικές απειλές, ενδέχεται να ενισχύσουν τις συμμαχίες της Δύσης με χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία και άλλες αραβικές χώρες, αλλά και με την Ινδία μέσω του ινδικού δρόμου του μεταξιού. Η στρατηγική αυτή εξαρτάται από την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να ισχυροποιήσουν την παρουσία τους στην περιοχή, προλαμβάνοντας την εξάπλωση των τρομοκρατικών οργανώσεων.
Η Κίνα: Η Κίνα αντιμετωπίζει σοβαρές εσωτερικές προκλήσεις, όπως τα δημογραφικά προβλήματα και η φτώχεια. Παρά την ισχυρή της οικονομία, το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι 15.000$ (έναντι 80.000$ των ΗΠΑ) παραμένει χαμηλότερο από αυτό των δυτικών χωρών, ενώ το 40% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας. Επιπλέον, οι περιορισμένοι φυσικοί πόροι και η εξάρτηση από εισαγωγές ενέργειας περιορίζουν τις δυνατότητες της Κίνας να εξασφαλίσει την ενεργειακή της ασφάλεια (εισάγει 11 εκατ. βαρέλια πετρέλαιο ημερησίως).
Αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα στην περιοχή, καθώς οι διεθνείς σχέσεις με την Κίνα θα πρέπει να εξετάζονται σε ένα πλαίσιο ισχυρής στρατηγικής συνεργασίας και όχι σύγκρουσης. Η Κίνα είναι ένας σημαντικός παγκόσμιος εταίρος για την επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, και ο διάλογος με αυτή τη χώρα είναι απαραίτητος για την εξασφάλιση της παγκόσμιας ειρήνης.
Η άμυνα: Είναι ψευδαίσθηση ότι η ασφάλεια προκύπτει συχνά όταν μια χώρα απολαμβάνει χρόνια ειρήνης και σταθερότητας. Η ασφάλεια κάθε χώρας εξαρτάται όχι μόνο από την ισχύ του στρατού, αλλά και από την ικανότητά της να ανταποκριθεί στις γεωπολιτικές και οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κόσμος. Σε έναν κόσμο που είναι γεμάτος αβεβαιότητα και κινδύνους, η αντίληψη ότι η διεθνής ασφάλεια είναι δεδομένη αποτελεί μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Η πραγματικότητα της διεθνούς σκηνής απαιτεί συνεχιζόμενη στρατηγική ετοιμότητα και ανάπτυξη καθώς έχουν εμφανιστεί χώρες που θέλουν να αναβιώσουν τις χαμένες αυτοκρατορίες τους και να επεκτείνουν τα εδάφη τους.
Η θέση ότι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευθούν οι χώρες είναι να έχουν τον ισχυρότερο στρατό αντανακλά την αληθινή φύση των διεθνών σχέσεων και των στρατηγικών συμμαχιών. Ο ισχυρότερος στρατός δε σημαίνει μόνο ανώτερη στρατιωτική δύναμη, αλλά και την ικανότητα να προστατεύει τα συμφέροντα της χώρας και την οικονομία, σε μια εποχή που οι απειλές δεν προέρχονται μόνο από παραδοσιακές στρατιωτικές συγκρούσεις, αλλά και από αναδυόμενους κινδύνους, όπως ο κυβερνοπόλεμος, η τρομοκρατία, και οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις.
Εδώ οι ΗΠΑ και η ΕΕ πρέπει να, διασφαλίζουν ότι θα μπορούν να ανταποκριθούν άμεσα σε οποιαδήποτε απειλή, προλαμβάνοντας καταστάσεις που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εθνική ασφάλεια της Δύσης και των ΗΠΑ. Πράγμα το οποίο είναι δύσκολο, καθώς οι ΗΠΑ βρίσκονται σε ένα σημείο με 30% έλλειμμα, όπου ξοδεύουν περισσότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους από ό,τι για την άμυνα.
Οι περισσότερες χώρες, και ειδικά οι σύμμαχοι των ΗΠΑ, προσβλέπουν στην αμερικανική ηγεσία για την επίλυση κρίσιμων ζητημάτων, όπως η παγκόσμια οικονομία, οι κλιματικές αλλαγές, η διεθνής ασφάλεια και η ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Οι ΗΠΑ, ως η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχουν την ικανότητα να παρέχουν υποστήριξη μέσω της διπλωματίας, του εμπορίου και της τεχνολογίας. Αυτές οι συνεργασίες με τις αναπτυσσόμενες χώρες μπορούν να δημιουργήσουν ένα δίκαιο και βιώσιμο σύστημα, στο οποίο η οικονομική ανάπτυξη και η προστασία του περιβάλλοντος θα πάνε χέρι-χέρι.
Εάν οι ΗΠΑ καταφέρουν να ενισχύσουν τη θέση τους ως παγκόσμια ηγέτης με σεβασμό προς τους άλλους, θα κερδίσουν την υποστήριξη των διεθνών συμμάχων και θα συμβάλλουν στη δημιουργία μιας πιο αρμονικής παγκόσμιας κοινότητας. Αν όμως η Αμερική αποτύχει να αναλάβει αυτή την ηγεσία με έναν τρόπο που να προάγει την ειρήνη, την αλληλεγγύη και τη συνεργασία, τότε ο κόσμος θα στραφεί αλλού για βοήθεια και συνεργασία.
Πληθωρισμός – στασιμοπληθωρισμός. Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις, και μία από τις πιο επικίνδυνες και δύσκολες καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν είναι ο στασιμοπληθωρισμός. Ο στασιμοπληθωρισμός, η κατάσταση όπου ο πληθωρισμός αυξάνεται χωρίς να συνοδεύεται από ανάπτυξη, συνιστά έναν σοβαρό κίνδυνο για τη σταθερότητα των οικονομιών και την ευημερία των πολιτών. Η δυσοίωνη αυτή προοπτική συνδέεται με την οικονομική στασιμότητα, την υψηλή ανεργία, και την αύξηση του κόστους ζωής, στοιχεία που επιδεινώνουν την καθημερινότητα των ανθρώπων και υπονομεύουν την οικονομική ανάπτυξη.
Από τη μια πλευρά, ο πληθωρισμός αναγκάζει τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν αυστηρές νομισματικές πολιτικές για να ελέγξουν την αύξηση των τιμών, ενώ από την άλλη πλευρά, η έλλειψη ανάπτυξης σημαίνει ότι η οικονομία δεν μπορεί να παράγει αρκετό πλούτο ή να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, κάτι που επιδεινώνει τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Όμως, το πιο ακραίο και καταστροφικό σενάριο είναι ο αποπληθωρισμός που συμβαίνει, δηλαδή η μείωση των τιμών στην οικονομία σε συνδυασμό με τη μείωση της ζήτησης και της παραγωγής.
Ο αποπληθωρισμός, όπως παρατηρείται σε πολλές περιπτώσεις στην ιστορία, μπορεί να προκαλέσει μεγάλη καταστροφή, καθώς ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές να αναβάλουν τις αγορές τους, περιμένοντας ακόμη πιο φθηνά προϊόντα στο μέλλον. Αυτή η αναμονή οδηγεί σε μειωμένη οικονομική δραστηριότητα, αυξάνοντας τις πιθανότητες να προκύψει μια μακροχρόνια οικονομική ύφεση. Το χειρότερο σενάριο σε αυτό το πλαίσιο είναι η ύφεση σε πολλές χώρες, καθώς η αποτυχία να διατηρηθούν οι οικονομικές δομές των οικονομιών μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, με αρνητικές συνέπειες για όλες τις χώρες.
Είναι επίσης σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο πληθωρισμός δεν είναι πάντα επιβλαβής από μόνος του. Αν τα επιτόκια αυξάνονται σε επίπεδα όπως το 5- 6% και η οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται, αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση για κεφάλαια, γεγονός που υποδηλώνει ότι η οικονομία είναι υγιής. Ο πληθωρισμός σε αυτήν την περίπτωση είναι αποτέλεσμα ισχυρής ανάπτυξης και δεν είναι τόσο καταστροφικός, καθώς συνδέεται με τη συνεχιζόμενη επέκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Αν ο πληθωρισμός δεν αυξηθεί, τα επιτόκια δε θα αυξηθούν και δε θα υπάρξει ύφεση. Αν τα επιτόκια αυξηθούν, αν το 10ετές ομόλογο περάσει το 5% και επέλθει ύφεση, αυτό θα πλήξει τις εταιρείες με μόχλευση, τα κέρδη, τις θέσεις εργασίας, τους μισθούς, τις τράπεζες με μεγάλη έκθεση σε επισφαλή δάνεια και φυσικά θα επηρεάσει την αγορά ακινήτων.
Ο πληθωρισμός θα τροφοδοτηθεί από την επέκταση των δημοσίων δαπανών για τον αμυντικό εξοπλισμό των χωρών, την πράσινη μετάβαση, την αναδιάρθρωση του εμπορίου, τις δαπάνες για τη μετάβαση στην Τεχνητή Νοημοσύνη και άλλες νέες τεχνολογίες, για την κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων κλπ.. Η ύπαρξη διορατικών ηγεσιών που θα μπορέσουν να λύσουν με επιτυχία αυτά τα προβλήματα είναι άκρως απαραίτητη για την παγκόσμια οικονομία το 2025.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης