Άλλη ευνοϊκή ρύθμιση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο δεν θα υπάρξει. Η κυβέρνηση, με αφορμή τη σημερινή δημοσίευση της λίστας των μεγαλοοφειλετών του δημοσίου -εφορίας και ασφαλιστικών ταμείων- θα το επαναλάβει σε όλους τους τόνους. Έτσι, θα μπει τέλος στη συσσώρευση πρόσθετων χρεών με την προσδοκία ότι θα έρθει το κράτος για να κουρέψει ή να δώσει πολλές δεκάδες ή και εκατοντάδες δόσεις. Όποιος έχει συσσωρεύσει χρέη είτε προς το δημόσιο είτε και προς τις τράπεζες, θα πρέπει πλέον να εκμεταλλευτεί τις διατάξεις του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Τα στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα, αποτύπωσαν νέο ρεκόρ αιτήσεων αλλά τα νούμερα είναι ακόμη μικρά. Έτσι, πολύ σύντομα θα ανακοινωθούν διορθωτικές κινήσεις οι οποίες θα αποσκοπούν στην επιτάχυνση των διαδικασιών. Τα ζητούμενα; Περισσότερη διαφάνεια από τους servicers, δυνατότητα τακτοποίησης και των συσσωρευμένων οφειλών στους δήμους που πολλές φορές παραμένουν… αόρατες και έρχονται στην επιφάνεια ύστερα από χρόνια, ευνοϊκότερη μεταχείριση για συγκεκριμένες κατηγορίες χρεών αλλά και «πέλεκυς» για όσους εγκαταλείπουν τις ρυθμίσεις στις οποίες έχουν υπαχθεί χωρίς μάλιστα προφανή λόγο. Με τις συγκεκριμένες κινήσεις αλλά και με το… πρέσινγκ προς το τραπεζικό σύστημα να προχωρήσει σε ακόμη περισσότερες διμερείς ρυθμίσεις, θα επιδιωχθεί να μπει σε μια σειρά ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας: το τεράστιο ιδιωτικό χρέος το οποίο -αν και μειώθηκε- παρέμεινε στο τέλος του 2022 στα επίπεδα των 243,7 δισ. ευρώ.
Στον κατάλογο των παρεμβάσεων, δεν αποκλείεται να ενσωματωθούν και πιο «γενναίες» αποφάσεις οι οποίες συζητούνται για χρόνια αλλά δεν λαμβάνονται υπό τον φόβο του πολιτικού κόστους. Μια από αυτές, η διαγραφή των χρεών που κρίνονται οριστικά και αμετάκλητα ως ανεπίδεκτα είσπραξης. Στους καταλόγους που θα δοθούν σήμερα στη δημοσιότητα θα φιγουράρουν και πάλι ονόματα φαντασμάτων του παρελθόντος όπως η Acropolis Χρηματιστηριακή, η Πειραϊκή Πατραϊκή και η παλαιά Ολυμπιακή Αεροπορία. Υπάρχει κάποιος που πραγματικά πιστεύει ότι θα εισπράξει πάνω από 10-12 δισ. ευρώ από την Ακρόπολις Χρηματιστηριακή η οποία αναμένεται ότι θα φιγουράρει και πάλι στην κορυφή της λίστας; Απλώς ουδείς λαμβάνει την απόφαση να διαγράψει για να μην κατηγορηθεί από τον πολιτικό αντίπαλο ότι «χαρίζει χρέη».
Το ποσό του ιδιωτικού χρέους (τα 243,7 δισ. ευρώ) φαντάζει τεράστιο αλλά θα πρέπει να αναλυθεί στα επιμέρους συστατικά του προκειμένου να αποτυπωθεί καλύτερα η πραγματικότητα:
1. Τα δύο τρίτα του ιδιωτικού χρέους αφορούν στο δημόσιο, εφορία και ασφαλιστικά ταμεία. Όμως τα ποσά, είναι συγκεντρωμένα σε περιορισμένο αριθμό ΑΦΜ. Για παράδειγμα, στο τέλος Μαΐου, οι περίπου 51.000 οφειλέτες με χρέη άνω των 100.000 ευρώ έκαστος, είχαν φτάσει να χρωστούν πάνω από 95 δισ. ευρώ όταν το σύνολο των οφειλών στην εφορία ήταν 114 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, στα ασφαλιστικά ταμεία, 63.000 ΑΦΜ χρωστούν 12,5 δισ. ευρώ. Τέτοια ποσά ανά ΑΦΜ δύσκολα τακτοποιούνται μέσω των πάγιων ρυθμίσεων γι’ αυτό και θα πρέπει να ενταθεί η διαδικασία οριστικής διευθέτησης μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού αλλά και της προσωπικής πτώχευσης που πλέον προβλέπεται από τη νομοθεσία.
2. Το ένα τρίτο του ληξιπρόθεσμου χρέους, αφορά στις τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. Εκεί, με τις διμερείς ρυθμίσεις και δευτερευόντως τον εξωδικαστικό που τώρα αρχίζει να μπαίνει στις ράγες, καταγράφεται μείωση των οφειλών. Τα χρέη προς τους servicers μειώθηκαν το 2022 κατά 11,1% στα 71 δισ. ευρώ από 79,7 δισ. ευρώ το 2021 ενώ προς τις τράπεζες, υπήρξε μείωση 28,2% στα 13,2 δισ. ευρώ από 18,4 δισ. ευρώ το 2021. Το ζητούμενο είναι να συνεχίσουν να προτείνονται βιώσιμες ρυθμίσεις από τους δανειστές αλλά και να βελτιωθεί το θεσμικό πλαίσιο ώστε, ειδικά οι servicers να προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες ενημέρωσης στους οφειλέτες. Το σχετικό νομοσχέδιο θα προωθηθεί ακόμη και μέσα στο έτος.
Σε σχέση με το ΑΕΠ, το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος παρουσίασε πέρυσι σημαντική μείωση και διαμορφώθηκε στο 117,17% του ΑΕΠ, από 138,44% το 2021 και 128,48 % το 2019. Αντίστοιχα, το συνολικό ιδιωτικό χρέος ως προς το ΑΕΠ διαμορφώθηκε πέρυσι στο 186,25 %, έναντι 209,99 % το 2021 και 185,83 % το 2019. Σε απόλυτα μεγέθη το ιδιωτικό χρέος διαμορφώθηκε πέρυσι στα 387,4 δισ. ευρώ. Από τα στοιχεία της ΕΓΔΙΧ προκύπτει ότι το 2022, τόσο το ιδιωτικό χρέος συνολικά όσο και το ληξιπρόθεσμο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σημείωσαν σημαντική αποκλιμάκωση με αποτέλεσμα και τα δύο μεγέθη να επανέλθουν στα προ πανδημίας επίπεδα. Η αποκλιμάκωση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας (δηλ. την αύξηση του ΑΕΠ), που επιτεύχθηκε παρά τη διεθνή κρίση ενώ το ληξιπρόθεσμο χρέος παρουσίασε - έστω και μικρή - μείωση και σε απόλυτα μεγέθη, σε σχέση με το 2021.