Στον «χορό» των αναβαθμίσεων μπαίνει και ο ΟΤΕ, καθώς μετά την αναβάθμιση της Ελλάδας σε «ΒΒ» με θετικές προοπτικές, καθώς και του τραπεζικού κλάδου, ο οίκος S&P προχώρησε στην αναβάθμιση της αξιολόγησης της εταιρείας τηλεπικοινωνιών σε «ΒΒΒ» από «ΒΒΒ-». Τι οδήγησε τον οίκο αξιολόγησης σε αυτή την απόφαση και ποια τα δύο σενάρια των αναλυτών για τον ΟΤΕ.
Η Ελλάδα φαίνεται πως έχει αλλάξει σελίδα και αντιμετωπίζεται πλέον θετικά από τους οίκους αξιολόγησης, oι οποίοι βλέπουν την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας και προχωρούν μαζικά σε αναβαθμίσεις.
Μετά λοιπόν την αναβάθμιση της χώρας μας σε «ΒΒ» με θετικές προοπτικές στις 23 Απριλίου, ακολούθησε η αναβάθμιση της προοπτικής («outlook») της ΔΕΗ από σταθερή σε προοπτική και τα ηνία παίρνει ο ΟΤΕ. Ειδικότερα ο οίκος αξιολόγησης προχώρησε στην αναβάθμιση του ΟΤΕ σε «ΒΒΒ» από το «ΒΒΒ-», ενώ αυξάνει τις αξιολογήσεις στον ΟΤΕ σε «ΒΒΒ/Α-2» από «ΒΒΒ-/Α-3». Γιατί όμως οδηγήθηκε ο οίκος αξιολόγησης σε μία ακόμη αναβάθμιση; Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά δεν αναμένεται μεταβλητότητα των ταμειακών ροών του ΟΤΕ και θα υπάρξει ένα πιο σταθερό οικονομικό κλίμα. Μάλιστα οι σταθερές προοπτικές, σύμφωνα με την S&P, αντικατοπτρίζουν την προσδοκία ότι η μόχλευση θα παραμείνει κάτω από 2,0x και η ελεύθερη λειτουργική ταμειακή ροή άνω του 25%. Τι άλλο όμως οδήγησε τον οίκο αξιολόγησης σε αυτή την απόφαση; Όπως αναφέρεται ο ΟΤΕ αναμένεται να επωφεληθεί από την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα δύο χρόνια. Η πρόβλεψη του οίκου αξιολόγησης κάνει λόγο για ανάπτυξη 4,9% το 2021 και 5,8% το 2022, ενώ αναφέρεται πως ο ΟΤΕ έχει πολύ σταθερό ισολογισμό και πως έχει αντιμετωπίσει με συνέπεια και σταθερότητα τις επιπτώσεις όχι μόνο της οικονομικής κρίσης, αλλά και της πανδημικής κρίσης.
Οι δραστηριότητες του ΟΤΕ αποτελούν έναν ακόμη λόγο που οδήγησαν στην αναβάθμισή του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση της S&P ο ΟΤΕ αναπτύσσει ταχύτατα το δίκτυο που έχει στις οπτικές ίνες και οι κινήσεις που κάνει στους τομείς που δραστηριοποιείται οδηγούν σε ισχυρή ρευστότητα. Μάλιστα ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά πως τα «leases» θα αυξηθούν σε 500-550 εκατ.ευρώ τη διετία 2021-2022 από 412 εκατ.ευρώ το 2020, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα το προσαρμοσμένο FOCF του χρέους να ενισχυθεί σε 40% από το 2021 και ύστερα.
Η S&P προχώρησε μάλιστα σε δύο σενάρια για την εταιρεία. Με βάση το «απαισιόδοξο» ο ΟΤΕ θα μπορούσε να χάσει κάποια βαθμίδα στην αξιολόγησή του σε περίπτωση που η Deutsche Telekom υποβαθμιστεί ή χειροτερέψουν τα οικονομικά της μεγέθη. Ένα ακόμη σενάριο για την υποβάθμιση του ΟΤΕ θα μπορούσε να ήταν αν η σημασία της εταιρείας για τη μητρική Deutsche Telekom περιορίζονταν, κάτι που ίσως οδηγούσε στην πώλησή του.
Ωστόσο, ο οίκος αξιολόγησης θεωρεί περισσότερο πιθανή μια αναβάθμιση του ΟΤΕ στο προσεχές μέλλον, με «ταβάνι» πάντα την αξιολόγηση που έχει η χώρα μας.