Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Με μία πρωτοφανή κατάσταση είναι αντιμέτωπος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ πυροδότησε τη «βόμβα» των κυρώσεων κατά Τούρκων αξιωματούχων με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται ένα ντόμινο απρόβλεπτων εξελίξεων που δεν αποκλείεται να οδηγήσουν τη γειτονική χώρα σε μία γενικευμένη οικονομικοπολιτική κρίση.
Η τουρκική λίρα, το μοναδικό μέσο άσκησης αντιπολίτευσης απέναντι στον σουλτάνο, ξεπέρασε το επίπεδο των 5 λιρών ανά δολάριο, στον απόηχο της είδησης για τις αμερικανικές κυρώσεις, καταγράφοντας νέο ιστορικό χαμηλό. Το τουρκικό νόμισμα κατέρρευσε χάνοντας 1,8% έναντι του δολαρίου χθες. Η πτώση αν και τεράστια για την αγορά συναλλάγματος, δεν είναι «εκκωφαντική» για τη λίρα καθώς μας έχει συνηθίσει τους τελευταίους μήνες σε ακόμη χειρότερες επιδόσεις. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι διέσπασε καθοδικά το «φράγμα της κρίσης», όπως έχει θεωρηθεί από αναλυτές το επίπεδο των 5 λιρών ανά δολάριο.
Πλέον, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά καθώς η «διπλωματία των ομήρων» και οι ανορθόδοξες οικονομικές εμπνεύσεις του Ερντογάν, τον οδηγούν σε ένα οικονομικό - και ίσως διπλωματικό - αδιέξοδο. Με την Αμερική απέναντί του, ο Τούρκος πρόεδρος γνωρίζει ότι η στρατηγική του γυρίζει μπούμερανγκ και δεν υπάρχουν πολλές λύσεις. Αν τα «αντίποινα» του Τραμπ συνεχιστούν το μέλλον του Ερντογάν θα κρίνεται καθημερινά από τη διάθεση που δείχνει να κάνει πίσω.
Όσα χρήματα και αν πέσουν στην αγορά για τη στήριξη της λίρας από φίλιες προς τον σουλτάνο δυνάμεις, το τουρκικό νόμισμα δεν θα αντέξει στις πιέσεις, όπως ακριβώς συνέβη χθες, ενώ η κατάσταση θα επιδεινωθεί αν δεν υπάρξει λύση αναφορικά με την υπόθεση του Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον. Ήδη, οι αγορές έχουν πάρει μία πρόγευση από την απόφαση της αμερικανικής Γερουσίας να περάσει νόμο που περιορίζει την πρόσβαση της Τουρκίας στη χρηματοδότηση από διεθνείς οργανισμούς. Τώρα, αναμένεται μία σφοδρή και... αμείλικτη αντίδραση καθώς οι ΗΠΑ δείχνουν ότι δεν θα περιοριστούν στις κυρώσεις κατά των Τούρκων υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη στην υπόθεση Μπράνσον.
Αναλυτές έχουν προειδοποιήσει πως αν η λίρα πέσει κάτω από τις 5 λίρες ανά δολάριο, τα κρατικά ομόλογα θα ξεφύγουν ανοδικά με το κόστος δανεισμού της Τουρκίας να μην αποκλείεται να θυμίσει Ελλάδα της κρίσης και να ξεπεράσει το 20%. Τι θα πράξει, λοιπόν, ο Ερντογάν; Θα αγνοήσει τα «πυρά» του Τραμπ και θα συνεχίσει στον δικό του μοναχικό δρόμο των εκβιασμών, των απειλών και του φόβου; Αν ναι, τότε η γενίκευση της οικονομικής κρίσης που μόλις ξεκίνησε θα επιταχυνθεί. Και η ιστορία έχει δείξει ότι σε μεγάλες οικονομικές κρίσεις η εξουσία κλονίζεται και οι επιπτώσεις για ολόκληρη τη χώρα είναι απρόβλεπτες.
Οικονομική ασφυξία και ύφεση
Συνήθως όταν ξεσπάει μία κρίση έχουν προηγηθεί μία σειρά ενδείξεων στις αγορές, προειδοποιήσεις από αρμόδιους οργανισμούς, «καμπανάκια» από τους ειδικούς αλλά και διάφορες θεωρίες που είτε υποβαθμίζουν τη σημαντικότητα της κατάστασης είτε υπερβάλλουν με αποτέλεσμα να χάνουν την αξιοπιστία τους.. Το ίδιο συνέβη το καλοκαίρι του 2007 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν όλοι έτρεχαν πανικόβλητοι και απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο την κατάρρευση του κολοσσού Lehman Brothers. Κάτι αντίστοιχο έγινε στην Ελλάδα, στην Ευρώπη με την κρίση χρέους και σε πολλές άλλες περιπτώσεις.
Οι ενδείξεις και τα «καμπανάκια» για την Τουρκία δείχνουν ότι η κρίση στη γειτονική χώρα μόλις ξεκίνησε και αναμένεται να μας απασχολεί για πολύ καιρό ακόμη, ανάλογα πάντα με τα αντανακλαστικά που θα επιδείξει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Μέχρι στιγμής, ο Τούρκος πρόεδρος δείχνει διατεθειμένος να πάει μέχρι τέλους σε όλα τα μέτωπα. Στη νομισματική πολιτική, για παράδειγμα, δεν υπακούει στην οικονομική λογική της αύξησης των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, ενώ σε γεωπολιτικό επίπεδο δεν διστάζει να δοκιμάσει ακόμη και τις αντοχές των σχέσεων με μεγάλους και παραδοσιακούς συμμάχους όπως οι ΗΠΑ.
Στην πλειονότητά τους οι αναλυτές συμφωνούν ότι μπορεί η κρίση στην Τουρκία να είναι αποτέλεσμα των επιλογών και των εμμονών του Ερντογάν, ωστόσο έχει τις ρίζες της στην οικονομία. Τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία δίνουν μία τελείως διαφορετική εικόνα από το χάος μιας κρίσης, όμως στα... ψιλά γράμματα φαίνεται ότι η επιβράδυνση – αν όχι η κατρακύλα – της τουρκικής οικονομίας έχει ήδη ξεκινήσει.
Η Capital Economics, μάλιστα, εκτιμά ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη με νέα μέτρα ενίσχυσης θα πέσει στο κενό, καθώς το μόνο που θα καταφέρουν είναι να αναδείξουν ακόμη περισσότερο τα τρωτά σημεία της τουρκικής οικονομίας και να δώσουν τη χαριστική βολή ωθώντας την Τουρκία σε γενικευμένη και ανεξέλεγκτη κρίση.
Από τη μία πλευρά, λοιπόν, τα στοιχεία που δίνει η στατιστική υπηρεσία της χώρας περιγράφουν μία σχεδόν ιδανική κατάσταση, με την ανάπτυξη να «αντέχει» παρά τις τεράστιες ανισορροπίες που δημιούργησε η περσινή έκρηξη του 7,4% (η Τουρκία πέρσι ξεπέρασε σε ρυθμό ανάπτυξης την Κίνα). Η βιομηχανική παραγωγή αναπτύχθηκε με ρυθμό 6,4% τον περασμένο Μάιο, έναντι 6,3% του Απριλίου, ενώ συνολικά η ανάπτυξη συνεχίστηκε σε υψηλά επίπεδα στο β'' τρίμηνο.
Στον αντίποδα, υπάρχει η τουρκική λίρα η οποία αν συνεχίσει να καταρρέει θα συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία. Θα εκτινάξει τον πληθωρισμό σε επίπεδα... Βενεζουέλας και θα "πνίξει" όσες επιχειρήσεις έχουν δανεισμό σε ξένο νόμισμα, θα διώξει τους επενδυτές και θα προκαλέσει ασφυξία. Το τουρκικό νόμισμα έχει υποτιμηθεί άνω του 23% μόνο φέτος, αναγκάζοντας την κεντρική τράπεζα να παραδεχθεί από τώρα ότι ο στόχος για πληθωρισμό στο 5% χάνεται όχι μόνο για φέτος αλλά και για τα επόμενα 3 χρόνια.
Την ίδια ώρα, όσο ο Ερντογάν «τσακώνεται» με τις αγορές και με τη Δύση για τους ομήρους που κρατάει στις τουρκικές φυλακές, οι δείκτες εμπιστοσύνης υποδεικνύουν ότι η δραστηριότητα υποχωρεί τους τελευταίους μήνες. Ενδεικτικά, οι πωλήσεις αυτοκινήτων κατέρρευσαν κατά 38,3% τον Ιούνιο σε ετήσια βάση, ενώ ακόμα και οι «αισιόδοξοι» δείκτες που δίνει η Τουρκία «κρύβουν» ένα... μυστικό. Ότι η τουρκική οικονομία οδηγείται σε ανώμαλη προσγείωση και ύφεση.
Ο ίδιος, πάντως, ο κεντρικός τραπεζίτης της Τουρκίας, Μουράτ Τσεντικάγια, δεσμεύτηκε να αυξήσει τα επιτόκια, λαμβάνοντας υπόψη τον υψηλό πληθωρισμό και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, σε μία εποχή που δυσκολεύουν οι χρηματοδοτικές συνθήκες παγκοσμίως. Μία τέτοια κατάσταση, τόνισε ο Τσεντικάγια, θα οδηγούσε σε αύξηση το premium κινδύνου της χώρας και να ενίσχυε τις πιέσεις στην αγορά συναλλάγματος.
Αυτή είναι η τεχνοκρατική σκοπιά, διότι πλέον για όλα στην Τουρκία αποφασίζει ο σουλτάνος, ακόμη και για τα επιτόκια, άρα μάλλον ο κεντρικός τραπεζίτης λέει αυτά που πρέπει να πει για να καθυστερήσει όσο μπορεί – ή τουλάχιστον να μην επιταχύνει - τις εξελίξεις...