Του Γιώργου Φιντικάκη
Στην τελική ευθεία φαίνεται ότι βρίσκεται η συμφωνία κυβέρνησης- δανειστών για το υπερ-Ταμείο αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας η λειτουργία του οποίου φιλοδοξεί να βάλει τέλος στο βαθύ κράτος που έστησαν όλα μαζί τα κόμματα εξουσίας τις προηγούμενες δεκαετίες. Τις τελικές πινελιές για τον τρόπο λειτουργίας και το βαθμό πολιτικό επιρροής της εκάστοτε κυβέρνησης στο νέο φορέα φαίνεται ότι βάζουν τα τελευταία 24ωρα οι δύο πλευρές στο Χίλτον, φιλοδοξώντας αυτός να πάρει όχι μόνο τυπικά αλλά και ουσιαστικά μπροστά μέσα στους αμέσως επόμενους μήνες, που πρακτικά σημαίνει στις αρχές καλοκαιριού.
Εκείνο ωστόσο που αμφισβητείται δεν είναι η πρόθεση της κυβέρνησης να τηρήσει τυπικά την υποχρέωσή της, δηλαδή να συστήσει το νέο οργανισμό και να μεταφέρει σε αυτόν τις περισσότερες κρατικές συμμετοχές στις ΔΕΚΟ, όσο το να βάλει δια παντός τέλος στις διαχρονικές κομματικές νοοτροπίες και προσλήψεις. Και αυτό όχι επειδή η διοίκηση του Ταμείου δεν είναι ικανή, αλλά επειδή η ίδια η κυβέρνηση δεν θα την αφήσει να το πράξει.
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι που το διοικούν ναι μεν έχουν την στήριξη των δανειστών, πρόκειται ωστόσο για αμιγώς τεχνοκράτες, όπως η διευθύνουσα σύμβουλος Ουρανία Αικατερινάρη ή ο πρόεδρος του Εποπτικού Ζακ Λε Παπ.
Δεν διαθέτουν με άλλα λόγια ως τεχνοκράτες το πολιτικό βάρος που απαιτείται για να κόψουν τον ομφάλιο λώρο των ΔΕΚΟ με το κράτος και να συγκρουστούν όταν χρειαστεί με υπουργούς. Δεν έχουν την πολιτική επιρροή που χρειάζεται για να ξηλώσουν τον πελατειακό τρόπο με τον οποίο ανέκαθεν αντιμετωπίζονταν οι ΔΕΚΟ, τα συμφέροντα που δεν τα έχει κουνήσει κανείς τα τελευταία χρόνια, και τις νοοτροπίες από τις παλιές καλές ημέρες της ευμάρειας. Ούτε και μπορεί κάποιος να φανταστεί ότι κάθε φορά που μια ΔΕΚΟ θα βρίσκεται μπροστά στην λήψη κρίσιμων αποφάσεων δεν θα προκαλούνται τριβές με την εκάστοτε κυβέρνηση.
Ας πάρουμε σαν παράδειγμα το καυτό πολιτικά θέμα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της ΔΕΗ, η είσπραξη των οποίων λέγεται μάλιστα πως αποτελεί μια από τις νέες μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, με βασικότερο φυσικά εργαλείο εκφοβισμού των κακοπληρωτών τις εντολές αποκοπής. Έστω λοιπόν ότι έρχεται η ώρα των αποφάσεων. Ποιος θα αποφασίσει σε πόσους θα κοπεί το ρεύμα; Ο εκάστοτε υπουργός Ενέργειας, που ναι μεν είναι εκλεγμένος αλλά φοβάται το πολιτικό κόστος, ή η διορισμένη διοίκηση του υπερ-Ταμείου, στο οποίο και περνά το 34% της ΔΕΗ ; Τι θα συμβεί αν οι δύο τους διαφωνήσουν ;
Έστω ότι έρχεται η ώρα ο ΟΑΣΑ, που επίσης έχει μεταφερθεί στο υπερ-Ταμείο, να αποφασίσει για την νέα τιμολογιακή πολιτική στα εισιτήρια. Ποιος θα αποφασίσει για το ύψος της; Το υπερ-Ταμείο στα όργανα του οποίου συμμετέχουν στελέχη επιλογής των δανειστών και βλέπουν τον ΟΑΣΑ σαν έναν ελλειμματικό οργανισμό ή ο εκάστοτε υπουργός Μεταφορών ;
Τέτοια παραδείγματα μπορεί να φανταστεί κανείς πάμπολλα. Αν δυσκολευόταν το ΤΑΙΠΕΔ στην υλοποίηση των ψηφισμένων από το μνημόνιο αποκρατικοποιήσεων, ακόμη και όταν τα ηνία του κρατούσε ένα καθαρά πολιτικό πρόσωπο όπως ο Στέργιος Πιτσιόρλας, σκεφθείτε τι θα συμβεί σε έναν πολλαπλασίων διαστάσεων οργανισμό, του οποίου όμως ηγούνται αμειγώς τεχνοκράτες.
Κάτι αντίστοιχο αναμένεται να γίνει και εδώ όταν θα επιχειρηθεί να μπει μαχαίρι στον τρόπο λειτουργίας των ΔΕΚΟ. Οχι δεν μιλάμε για πώληση μειοψηφικών συμμετοχών του Δημοσίου που σε τελική ανάλυση μπορεί να είναι και πιο εύκολη δουλειά, αφού ο έλεγχος παραμένει στο Δημόσιο. Αλλά για κατάργηση του τρόπου, όπως τον ήξερε έως σήμερα το ελληνικό πολιτικό σύστημα, να διορίζει τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ, να προχωρά σε προσλήψεις, επιχειρηματικές αποφάσεις, να συμμορφώνεται με κοινοτικές οδηγίες, να ακολουθεί τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές στο μάνατζμεντ, και να διαχειρίζεται επαγγελματικά την περιουσία της.
Οι περισσότεροι λοιπόν θεωρούν ότι η κυβέρνηση κερδίζει και πάλι χρόνο, ικανοποιώντας ένα ακόμη προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, που είναι η σύσταση του Ταμείου και η μεταφορά σε αυτό της κρατικής περιουσίας. Όταν θα έρθει η ώρα να βρεθεί αντιμέτωπη με την πραγματική αλήθεια του υπερ-Ταμείου, όσοι ξέρουν από δημόσια διοίκηση, βάζουν στοίχημα ότι θα εξακολουθήσει η ίδια τακτική των καθυστερήσεων, αφού θα είναι η ίδια η κυβέρνηση που δεν θα κάνει εύκολη την ζωή του. Σαν να λέμε δηλαδή, στρίβειν δια του... Ταμείου.