Του Γιώργου Φιντικάκη
Τα περσικά χαλιά δεν πετούν παρά μόνο στα παραμύθια.
Πέντε μήνες μετά το ταξίδι του Πρωθυπουργού στην Τεχεράνη, και ούτε οι ελληνο-ιρανικές συναλλαγές έχουν απογειωθεί, ούτε οι Έλληνες επιχειρηματίες εμφανίζονται διατεθειμένοι να αναλάβουν το ρίσκο που συνεπάγεται η είσοδος στη συγκεκριμένη αγορά, παρά τις υψηλές προσδοκίες που είχαν τότε καλλιεργηθεί.
Το παραδέχθηκε εμμέσως πλην σαφώς χθες και ο Ιρανός υφυπουργός Εξωτερικών, Majid Takht Ravanchi, που πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα.
Παρόντος του υπουργού Οικονομίας, Γιώργου Σταθάκη, και άλλων ελλήνων αξιωματούχων, ο Ιρανός φέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να είπε ότι η μοναδική συμφωνία που «περπάτησε τελικά» όλο αυτό το διάστημα με την Ελλάδα και δείχνει να έχει προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης, ήταν αυτή της κρατικής εταιρείας πετρελαίου NIOC με τα ΕΛΠΕ.
Αντίθετα, από τις μέχρι τώρα κουβέντες του liberal.gr με επιχειρηματίες που συμμετείχαν στην πρωθυπουργική αποστολή του Φεβρουαρίου, αλλά και από τα όσα επισήμως έχουν γίνει γνωστά, αποδεικνύεται πως ο θησαυρός ήταν μάλλον άνθρακες. Αν άλλωστε υπήρχε κάτι ώριμο, είτε θα είχε διαρρεύσει στην αγορά, είτε η κυβέρνηση θα έσπευδε να το είχε ανακοινώσει με τις σχετικές τυμπανοκρουσίες.
Η μοναδική σημαντική συμφωνία που «τρέχει» σήμερα, έστω και με προβλήματα, είναι των Ελληνικών Πετρελαίων τα οποία εισάγουν κάθε μήνα 2 εκατομμύρια βαρέλια αργού από την NIOC, και μόνο υπό όρους, η ποσότητα αυτή θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω.
Ποιοι είναι αυτοί οι όροι; Να δέχονται οι Ιρανοί περίοδο χάριτος στις αποπληρωμές, αφού στην ουσία η εξόφληση από τα ΕΛΠΕ γίνεται τοις μετρητοίς, αλλά κυρίως να αρχίσουν να παίρνουν εγγυητικές επιστολές από ελληνικές τράπεζες. Τι και αν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει ανακεφαλαιοποιηθεί, οι πληγές του εύκολα δεν επουλώνονται, και αυτό αφορά την πλειοψηφία των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, όχι μόνο τη διύλιση. Όλες οι εγγυητικές επιστολές που χρησιμοποιούν για τις συναλλαγές τους με προμηθευτές και traders τα ΕΛΠΕ προέρχονται είτε από την Credit Suisse, είτε από ολλανδική τράπεζα, όχι πάντως από ελληνικές, με τις οποίες οι πελάτες τους δεν δέχονται να συνεργαστούν. Το αυτό ισχύει για τις συναλλαγές των ΕΛΠΕ με τους Σαουδάραβες, αλλά και με traders-πελάτες τους από παλαιά, όπως η ρωσική Vitol. Όσο για τους Ιρανούς, όπως λένε πηγές των ΕΛΠΕ, θα ήθελαν να αυξηθούν οι ποσότητες που πωλούν στην ελληνική αγορά, και από τα 2 να φτάσουν στα 3 εκατομμύρια βαρέλια το μήνα. Αφενός όμως για να γίνει αυτό θα πρέπει η Τεχεράνη να γίνει πιο ελαστική ως προς τις αποπληρωμές, αφετέρου τα ΕΛΠΕ θα πρέπει να κόψουν ποσότητες από άλλους πελάτες τους, τους Σαουδάραβες και τους Ρώσους, μείγμα χάρη στο οποίο, οφείλει ο όμιλος την υπεραπόδοση που έχει μέχρι τώρα πετύχει.
Έχουν κόμπους τα περσικά χαλιά
Πέραν τούτου όμως, δηλαδή της ελληνο-ιρανικής συνεργασίας στα πετρέλαια, ουδέν. Ούτε μεγάλες συνεργασίες στο χώρο των κατασκευών και της μεταλλουργίας φαίνεται προς το παρόν να «ψήνονται», ούτε καν στο χώρο της ναυτιλίας παρ' ότι είχε αρχικά καλλιεργηθεί η εντύπωση πως τα ελληνικά δεξαμενόπλοια θα αποτελούσαν ξανά την εμπροσθοφυλακή της ελληνο-ιρανικής συνεργασίας.
Η ακινησία αυτή έχει την εξήγησή της. Όπως εξηγούν στο liberal.gr στελέχη ναυτιλιακών εταιρειών, τράπεζες και ασφαλιστικοί πράκτορες συνεχίζουν να εμφανίζονται διστακτικοί να εμπλακούν σε συναλλαγές με το Ιράν. Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει ακόμη περιορισμούς με τις κινήσεις κεφαλαίων, και οι ΗΠΑ δεν έχουν ακόμη άρει πολλές από τις κυρώσεις εναντίον φυσικών προσώπων και τραπεζών.
Όπως και στη ναυτιλία, έτσι και οι υπόλοιπες ελληνικές επιχειρήσεις δεν έχουν προς το παρόν καταφέρει να στρώσουν ντιλ σε περσικό χαλί. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως η φαρμακευτική Elpen, για τους περισσότερους από τους 50 μάνατζερ ελληνικών επιχειρήσεων που συμμετείχαν σε εκείνο το ταξίδι του Πρωθυπουργού το Φεβρουάριο, δεν έχουν αλλάξει πολλά. Από τις συζητήσεις με στελέχη που συμμετείχαν στη λίστα των 30 εταιρειών της ελληνικής αποστολής, δεν προκύπτει ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για κάποια συμφωνία.
Από την άλλη πάλι, άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα, κουλτούρες και καταστάσεις, εξηγούν ότι η αξιοποίηση της «αγοράς» του Ιράν, δεν μπορεί να γίνει με όρους ευκαιριακούς, τυχοδιωκτικούς ή καιροσκοπικούς. Το Ιράν συνεχίζει να αποτελεί μια δύσκολη αγορά, κάθε άλλο παρά «φιλόξενη» επιχειρηματικά, κάθε άλλο παρά βατή και προσβάσιμη, θέλει επομένως πολύ υπομονή και επιμονή.
Εάν όλα πάνε καλά, τότε μέσα στους επόμενους μήνες θα μπορούσαν να κλείσουν κάποιες πρώτες συνεργασίες στον τομέα της ναυτιλίας καθώς και αλλού. Από εκεί και πέρα, τα «ιπτάμενα περσικά χαλιά που είναι γεμάτα με επιχειρηματικές ευκαιρίες», σαν αυτές που είχε καλλιεργήσει προ μηνών η κυβέρνηση, πράγματι υπάρχουν, αλλά μόνο στα παραμύθια της Χαλιμάς.