Οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες θα αρχίσουν να ανακοινώνουν αποτελέσματα τρίτου τριμήνου αυτή την εβδομάδα και οι εκτιμήσεις των αναλυτών βλέπουν ήπια αύξηση της κερδοφορίας μετά από τον διπλασιασμό των κερδών τους τα προηγούμενα τρίμηνα καθώς ο ρυθμός των εργασιών τους επιστρέφει στην κανονικότητα.
Με βάση το consensus των αναλυτών, η JPMorgan Chase, η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, αναμένεται να ανακοινώσει ελαφρά μείωση της κερδοφορίας σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο πέρυσι, αρχίζοντας τον χορό των ανακοινώσεων την Τετάρτη.
Θα ακολουθήσουν οι Citigroup και Morgan Stanley την Πέμπτη. Και οι δύο αναμένεται να ανακοινώσουν αύξηση 15% στα κέρδη τρίτου τριμήνου ενώ για τη Bank of America η μέση εκτίμηση βλέπει άνοδο των κερδών κατά περίπου 35%.
Η Wells Fargo που επίσης ανακοινώνει αποτελέσματα την Πέμπτη εκτιμάται οτι θα κάνει τη διαφορά με αύξηση κερδών 100% σε ένα τρίμηνο που τα κέρδη της επιβαρύνθηκαν από έκτακτα έξοδα.
Η Goldman Sachs θα κλείσει τον κύκλο την Παρασκευή και οι αναλυτές περιμένουν μικρή αύξηση των κερδών.
Οι επαναγορές ιδίων μετοχών θα παίξουν το ρόλο τους καθώς θα ενισχύσουν τα κέρδη ανά μετοχή το τρίτο τρίμηνο αλλά και σε αυτά που θα ακολουθήσουν.
Οι τομείς επενδυτικής τραπεζικής εκτιμάται ότι θα συνεισφέρουν εντυπωσιακά κέρδη χάρη στις εξαγορές ρεκόρ που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου ενώ η πτώση των εσόδων από το trading ομολόγων θα αντισταθμιστεί μερικώς από τις δυνατές επιδόσεις στις χρηματιστηριακές εργασίες.
Η προσοχή των αναλυτών όμως θα είναι στραμμένη στα καθαρά έσοδα τόκων που αποτελούν πάνω από το ήμισυ των συνολικών εσόδων των τραπεζικών ομίλων.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους υπήρξαν στάσιμα τα τελευταία τρίμηνα και το ερώτημα είναι αν θα ακολουθήσουν ανοδική πορεία τους επόμενους μήνες, λόγω υψηλότερων επιτοκίων και νέας ζήτησης χρηματοδοτήσεων από επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Μερικές από τις τράπεζες ενδέχεται να εμφανίσουν αυξημένα έσοδα από τόκους καθώς άρχισαν να επενδύουν την πλεονάζουσα ρευστότητα τους σε χρεόγραφα, όπως τα 5ετη κρατικά ομόλογα η απόδοση των οποίων πρόσφατα έφτασε το 1,0%, έχοντας τριπλασιαστεί από την αρχή της χρονιάς.
Οι αναλυτές επίσης θα επικεντρωθούν στις ενδείξεις για την πορεία της ζήτησης δανείων από τις επιχειρήσεις και στο αν η πτώση της έχει αντιστραφεί.
Η γενικότερη εκτίμηση είναι ότι η ζήτηση θα αυξηθεί όταν υποχωρήσουν οι στενώσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι επιχειρήσεις αρχίσουν να ξαναχτίζουν τα αποθέματα τους, δραστηριότητα που χρειάζεται χρηματοδότηση.
Πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά αποπλήρωσαν χρέη κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Στην περίπτωση της Βank of America, η αναμενόμενη αύξηση 35% στα κέρδη μάλλον θα προέλθει από μικρότερες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια και από την άνοδο των καθαρών εσόδων από τόκους, ένδειξη ότι η στρατηγική του να τοποθετεί πλεονάζουσα ρευστότητα σε κρατικά ομόλογα αποδείχτηκε πετυχημένη.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, αντίθετα με πέρυσι, οι τράπεζες θα ωφεληθούν σε πολύ μικρότερο βαθμό αυτό το τρίμηνο από την αποδέσμευση προβλέψεων που είχαν πάρει για επισφαλή δάνεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας που τελικά δεν γύρισαν κόκκινα.
Οι τράπεζες έχουν ήδη αποδεσμεύσει γύρω στο 60% των συνολικών προβλέψεων των 50 δισ. δολαρίων που είχαν βάλει στην άκρη και εκτιμάται ότι θα αποδεσμεύσουν άλλα 5 δισ. δολάρια αυτό το τρίμηνο.
Οι πλέον ωφελημένες θα είναι η Wells Fargo και η Citigroup.
Οι προμήθειες από τις συμβουλευτικές υπηρεσίες σε deals εξαγορών αναμένεται να παρουσιάσουν αύξηση 80% στις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες κατά μέσο όρο, όπως και από αναδοχές αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου.
Αντίθετα, τα έσοδα από το trading εκτιμάται ότι θα εμφανίσει μείωση 10% κατά μέσο όρο καθώς οι συναλλαγές σε ομόλογα που έφεραν έσοδα ρεκόρ πέρυσι έχουν υποχωρήσει σε πιο κανονικά επίπεδα.
Για τη JPMorgan οι αναλυτές αναμένουν μείωση κερδών 3% περίπου σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο λόγω χαμηλότερων εσόδων από trading και υψηλότερων εξόδων.
Για τη Morgan Stanley βλέπουν αύξηση της κερδοφορίας λόγω υψηλότερων προμηθειών από συμβουλευτικές υπηρεσίες σε deals εξαγορών όπως και από υπηρεσίες διαχείρισης περιουσίας. Το ίδιο και για τη Goldman Sachs τα κέρδη της οποίας θα ευνοηθούν από τα έσοδα επενδυτικής τραπεζικής λόγω της έκρηξης των συμφωνιών συγχωνεύσεων και εξαγορών.