Πυρετώδης, τουλάχιστον κατά τις σχετικές ανακοινώσεις, προμηνύεται η προετοιμασία της κυβέρνησης για τη σύνταξη του αναπτυξιακού προγράμματος που πρέπει να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα μέσα Οκτωβρίου, προκειμένου να υπάρξει η πολυαναμενόμενη ροή ευρωπαϊκών πόρων το 2021 από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα άλλα ταμεία.
Ήδη ανακοινώθηκε ότι το πρώτο σχέδιο θα πρέπει να είναι έτοιμο στις 24 Αυγούστου. Η προετοιμασία όμως από την άλλη πλευρά, δηλαδή από την πλευρά των Βρυξελλών, δεν φαίνεται να χαρακτηρίζεται, τουλάχιστον στο οργανωτικό επίπεδο, από την ίδια σπουδή. Με αποτέλεσμα να φέρνει στη μνήμη, τηρουμένων των αναλογιών, το ερώτημα του Χένρι Κίσσινγκερ: «ποιον θα πρέπει να καλώ όταν θέλω να μιλήσω με την Ευρώπη;».
Παραφράζοντας τον Χ. Κίσσινγκερ, θα αναρωτηθούμε: Ποια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα παραλάβει, θα αξιολογήσει και θα συζητήσει με την κυβέρνηση αυτό το αναπτυξιακό σχέδιο και ειδικά το τμήμα του που θα αφορά το νέο Ταμείο Ανάκαμψης; Όσο και αν φαίνεται παράξενο, μέχρι τη στιγμή αυτή, δεν έχει ορισθεί η υπηρεσία αυτή. Η Επιτροπή, μετά από τις, θεαματικές, είναι αλήθεια, επιδόσεις της στην προετοιμασία, διαπραγμάτευση και οριστικοποίηση του πακέτου της «Επόμενης γενιάς της ΕΕ», μοιάζει να έχει μειώσει πολύ τις στροφές. Η μία αιτία, μακράν όμως όχι η κυριότερη, είναι οι «ιερές» διακοπές του Αυγούστου. Στις επαρκώς πολιτισμένες κοινωνίες, βλέπετε, οι διακοπές εξακολουθούν να θεωρούνται αδιαμφισβήτητη ανάγκη, που γίνεται με ευλάβεια σεβαστή από τους εργοδότες.
Δεν είναι όμως αυτή η αιτία που δεν έχει ακόμη ορισθεί η αρμόδια για το Ταμείο Ανάκαμψης υπηρεσία της Επιτροπής. Αν ήταν έτσι, το πρόβλημα θα λυνόταν σίγουρα στις αρχές Σεπτεμβρίου. Το ζήτημα είναι πολύ βαθύτερο και, ως εκ τούτου, πολύ δυσκολότερο. Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουλίου αναζωπυρώνουν ή δημιουργούν νέες εστίες γραφειοκρατικής διαμάχης στο εσωτερικό της Επιτροπής: Η μέχρι τώρα κυρίαρχη περί τα αναπτυξιακά Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής και Αστικής Πολιτικής (DG REGIO), βλέπει τον θρόνο της να κλονίζεται και να απειλείται το σχεδόν μονοπώλιό της στη διαχείριση των αναπτυξιακών πόρων και ότι το Ταμείο Ανάκαμψης, παρά τις αναλογίες του με τα ΕΣΠΑ, διεκδικείται από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (DG ECFIN). Η DG REGIO διακηρύσσει προς όλες τις κατευθύνσεις ότι μόνη αυτή έχει την επάρκεια σε προσωπικό και τεχνογνωσία για να διαχειρισθεί το Ταμείο Ανάκαμψης, προσόντα που εμφανώς λείπουν από την DG ECFIN, για να εισπράξει όμως αμέσως την απάντηση ότι οι επί πολλά χρόνια πενιχρές επιδόσεις της ως προς την απορρόφηση των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων επιβάλλουν να διαχειρισθεί άλλος το Ταμείο Ανάκαμψης. Η διαχειριστική αποτυχία, εξ άλλου, των ΕΣΠΑ, είναι αυτή που οδήγησε στην πλήρη απόρριψη των σημερινών ανυπόφορα πολύπλοκων διαδικασιών τους σε ό,τι αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης και την αντικατάστασή τους από έναν εξαιρετικά απλό κανονισμό, που την κύρια ευθύνη σύνταξής του είχε η DG ECFIN, όπως η ίδια σημειώνει με νόημα.
Οι δύο άλλες συνεμπλεκόμενες Γενικές Διευθύνσεις (Γεωργίας και Απασχόλησης), οχυρωμένες πίσω από τη μακρά παρουσία τους στην ευρωπαϊκή ιστορία και την, ως εξ αυτής, ισχυρή στήριξή τους από κραταιούς παράγοντες της ευρωπαϊκής ζωής και κοινωνίας, αρκούνται στην περιφρούρηση και κατοχύρωση των, ούτως ή άλλως, ισχυρών κεκτημένων τους και τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της δράσης τους.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι μεγάλες αλλαγές επιφέρουν τριγμούς αν όχι και ουσιαστικές αναδιατάξεις στις γραφειοκρατικές δομές των Βρυξελλών. Το ίδιο είχε συμβεί όταν άρχισε να υλοποιείται η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, μέσω, μεταξύ άλλων, της μεγάλης μεταρρύθμισης των διαρθρωτικών ταμείων του 1988 και της δημιουργίας του Ταμείου Συνοχής. Ο τότε πρόεδρος της Επιτροπής Ζακ Ντελόρ αντιμετώπισε το πρόβλημα του ανταγωνισμού των αρμόδιων υπηρεσιών με την ίδρυση της νέας Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού των Διαρθρωτικών Ταμείων και με την προσπάθεια να υπαγάγει το νέο τότε Ταμείο Συνοχής στη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής. Η προσπάθεια για το Ταμείο Συνοχής απέτυχε τελικώς, λόγω του βέτο που πρόβαλε ο αρμόδιος για την DG REGIO Επίτροπος, με αποτέλεσμα το ταμείο αυτό να απορροφηθεί από την DG REGIO, σε βαθμό που σήμερα να μη δικαιολογείται η ύπαρξή του. Η δε Γενική Διεύθυνση Συντονισμού των Διαρθρωτικών Ταμείων έπαυσε να υπάρχει λίγο μετά την αποχώρηση του Ζακ Ντελόρ από την προεδρία της Επιτροπής.
Γιατί τα γράφουμε όλα αυτά; Για να δείξουμε ότι σημαντικός συντελεστής της επιτυχίας των μεγάλων αποφάσεων που λήφθηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουλίου θα είναι η επάρκεια αλλά και η διατήρηση για όσο χρόνο θα απαιτηθεί των μηχανισμών υλοποίησής τους, όχι μόνο σε επίπεδο εθνικών διοικήσεων, αλλά και σε επίπεδο υπηρεσιών της Επιτροπής. Και ίσως είναι λάθος που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, του οποίου το κείμενο συμπερασμάτων είναι γεμάτο από άλλες λεπτομέρειες, δεν μερίμνησε να συμπεριλάβει σε αυτό και κάποιες δεσμευτικές κατευθύνσεις για τις γραφειοκρατικές πλευρές της υλοποίησης των αποφάσεών του από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Η παλαιότερη αλλά και η πιο πρόσφατη εμπειρία δείχνει ότι οι εκεί γραφειοκρατικές εμμονές μπορεί να υπονομεύσουν έως και μοιραία την όλη προσπάθεια. Ούτε η DG REGIO, ούτε η DG ECFIN είναι κατάλληλες, για διαφορετικούς λόγους, να αναλάβουν από μόνη της η καθεμιά το Ταμείο Ανάκαμψης. Πιθανότατα χρειάζεται μια νέα δομή, ανεξάρτητη και από τις δύο αυτές γενικές διευθύνσεις, εφοδιασμένη με τα αναγκαία στοιχεία της εμπειρίας τους και απαλλαγμένη από τα βάρη του παρελθόντος τους. Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών – και η δική μας – έχουν κάθε λόγο να ασχοληθούν ενεργά και με αυτή την πλευρά της υλοποίησης των τελευταίων πολύ σημαντικών αποφάσεων ώστε να αποκτήσουν έναν αξιόπιστο και μόνιμο συνομιλητή στις Βρυξέλλες. Δεν αρκεί μόνο η προετοιμασία τους στο εθνικό επίπεδο. Γιατί η μεγάλη αυτή προσπάθεια είναι σαν το τανγκό. Χρειάζονται πάντα δύο για να το χορέψουν.
*Ο κ. Αλέκος Κρητικός είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ, πρώην ΓΓ στα υπουργεία Εσωτερικών και Ανάπτυξης, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ.