Η κινεζική κυβέρνηση μετά από πολλές δεκαετίες προσπαθεί να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται και τον τρόπο που σχεδιάζει το μέλλον, θέτοντας σαν ύψιστη προτεραιότητα την ασφάλεια και την αυτάρκεια της χώρας και όχι την ανάπτυξη.
Τι σημαίνει αυτό; Πως η πολυπλοκότητα των προβλημάτων της κινεζικής οικονομίας που ξεκινούν από τις φούσκες στον χώρο των εταιρειών ακινήτων και τα χρέη των περιφερειακών κυβερνήσεων και καταλήγουν στην μείωση της καταναλωτικής δαπάνης και στην υπέρμετρη αύξηση της νεανικής ανεργίας, απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις και πολιτικές. Επιπλέον, τα τελευταία οικονομικά δεδομένα που είδαν το φως της δημοσιότητας, πριν από το black out που επέβαλε η κινεζική κυβέρνηση στην δημοσιοποίηση οικονομικών δεδομένων, έδειξαν μείωση των ξένων άμεσων επενδύσεων και σημαντική μείωση των εξαγωγών.
Αν σε αυτά προσθέσουμε και την διάχυτη αίσθηση του Πεκίνου πως βρίσκεται μπροστά σε ένα διαρκώς κλιμακούμενο εχθρικό περιβάλλον, είναι λογικό η «οικονομική ανάπτυξη» να μην αποτελεί πλέον την ύψιστη προτεραιότητα για την κινεζική κυβέρνηση.
Είναι φανερό πως τα ηνία στο σχεδιασμό της κεντρικής πολιτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (Κ.Κ.Κ.), αναλαμβάνουν άνθρωποι της οικονομίας και τις επιχειρηματικότητας, αντικαθιστώντας τους εκλεκτούς του κομματικού μηχανισμού. Έτσι οι κεντρικοί τραπεζίτες θέτουν σαν στόχο τους, τον έλεγχο του ρίσκου που αναλαμβάνουν. Αντικαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την προτεραιότητα της συνεχούς δανειοδότησης της ανεξέλεγκτης οικιστικής ανάπτυξης και της άκριτης χρηματοδότησης περιφερειακών έργων υποδομών. Αυτά, όσον αφορά την οικονομία με τη στενή έννοια του όρου.
Όσον αφορά την μεγαλύτερη εικόνα, το Πεκίνο είναι διατεθειμένο να κατευθύνει επαρκείς πόρους μόνο στον χώρο της τεχνολογίας με έμφαση στην τεχνητή νοημοσύνη, στην άμυνα και στην εσωτερική ασφάλεια. Ταυτόχρονα οι «μεταρρυθμιστές» του Κ.Κ.Κ. επιδιώκουν τη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού και ασφαλιστικού συστήματος της Κίνας, που θα επιτρέψει στους πολίτες να αισθανθούν ασφαλείς για το μέλλον τους και να καταναλώνουν περισσότερο. Διότι αν οι πολίτες γνωρίζουν ότι είναι εξασφαλισμένοι σε περίπτωση συμβάντων υγείας, δεν θα έχουν ανάγκη επιπλέον αποταμίευσης. Ωστόσο, ο Πρόεδρος Σι, αντιτίθεται πλήρως στη χρηματοδότηση ενός συστήματος που θα στηρίζει επιδοματικές πολιτικές.
Είναι φανερό πως οποιαδήποτε ανατροπή της οικονομικής πολιτικής θα θέσει σε αμφισβήτηση το πενταετές πλάνο που ψηφίστηκε στο πρόσφατο συνέδριο του Κ.Κ.Κ. Ένα πλάνο που βασίζεται στην αέναη ανάπτυξη του real estate και στην εκτέλεση φαραωνικών έργων υποδομών, που δεν είναι αποδοτικά, με χρηματοοικονομικούς όρους. Αυτό σημαίνει πως θα ακολουθήσει μια απότομη υποχώρηση του κινεζικού ΑΕΠ, το οποίο αποδεικνύεται πως σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται σε μη παραγωγικές επενδύσεις. Και σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές ίσως να έχει φτάσει η στιγμή που θα κλείσει ο κύκλος που είχε ανοίξει το 2000, μετά την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (WTO).
Οι ίδιοι αναλυτές εκτιμούν πως για να είναι βιώσιμη η ανάπτυξη στην Κίνα θα πρέπει να αλλάξει άρδην η ισορροπία ανάμεσα στις επενδύσεις και στην κατανάλωση. Σήμερα η ανάπτυξη της Κίνας στηρίζεται κατά 50% στις επενδύσεις και κατά 35% στην κατανάλωση, όταν στις ΗΠΑ η κατανάλωση των νοικοκυριών ανέρχεται στο 70% και σε παγκόσμιο επίπεδο το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 60%.
Είναι όμως αυτά θέματα που αφορούν μόνο την Κίνα; Οι Δυτικές οικονομίες δεν θα επηρεαστούν από αυτές τις μεταβολές; Σύμφωνα με τον Stephen Morgan, που είναι καθηγητής με εξειδίκευση στην κινεζική οικονομία στο University of Nottingham, η προσπάθεια μεταβολής της κατεύθυνσης του Πεκίνου, θα έχει τεράστιες επιπτώσεις σε όλον τον κόσμο. Αφού επιχειρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο είναι προσδεμένες με την Κινεζική οικονομία και επιχειρηματικότητα, είτε σαν αγοραστές, είτε σαν πωλητές, είτε σαν επενδυτές, είτε σαν προμηθευτές.
Τα εσωτερικά μέτωπα στην Κίνα είναι ανοικτά και μεγάλα. Η απόσταση της από τις ΗΠΑ, αντί να μικραίνει, μεγεθύνεται. Η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις είναι επιτακτικότερη παρά ποτέ. Το μοντέλο ανάπτυξης της έχει φτάσει στα όρια του. Και δεν παύει η κινεζική οικονομία να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο. Οπότε οτιδήποτε συμβεί εκεί, θα επηρεάσει την οικονομία και τα χρηματιστήρια του πλανήτη.