Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Πολλά έχουν γραφεί για το σχέδιο της κυβέρνησης που προβλέπει τιτλοποιήσεις-πωλήσεις δανείων ύψους 30 δισ. ευρώ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το project είναι εξαιρετικά κρίσιμο γιατί αποτελεί το πρώτο συστημικό βήμα για την ελάφρυνση των τραπεζικών ισολογισμών, από τότε που τα «κόκκινα» δάνεια εκτινάχθηκαν σε μη βιώσιμο επίπεδο. Ο «Ηρακλής» είναι μία ακόμη κίνηση στρατηγικού χαρακτήρα που δείχνει ότι η υφιστάμενη κυβέρνηση έχει την πρόθεση, τη βούληση και το σχέδιο για να επιταχύνει τις εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα, με τελικό προορισμό την οριστική έξοδο από την κρίση.
Όσοι πιστεύουν ότι ο «Ηρακλής» θα… εξαφανίσει το πρόβλημα των τραπεζών είναι βέβαιο ότι θα απογοητευτούν. Όσοι βιάζονται να προδικάσουν την αποτυχία του, καλό θα είναι να το ξανασκεφτούν. Όπως συμβαίνει στο μέτωπο των επενδύσεων ή στις αγορές ομολόγων, έτσι και στο κρίσιμο για την ανάπτυξη ζήτημα των «κόκκινων» δανείων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να στείλει μήνυμα ότι αυτή η κυβέρνηση τρέχει τις εξελίξεις και δεν περιμένει κάποια… ουρανοκατέβατη λύση.
Είναι αλήθεια ότι την τελευταία τετραετία, από το καλοκαίρι του 2015 όταν κορυφώθηκαν τα «κόκκινα» δάνεια κοντά στο 50% και στα 107 δισ. ευρώ, οι συνθήκες δεν επέτρεπαν την εφαρμογή δραστικών λύσεων. Με απόλυτη ευθύνη της προηγούμενης κυβέρνησης το επενδυτικό κλίμα ήταν εξαιρετικά δυσμενές για την Ελλάδα, την ώρα που ολόκληρη η Ευρώπη κατακλυζόταν από βροχή ρευστότητας. Ακόμη και στο βαθμό που μπορούσαν να γίνουν κάποια πράγματα, το μόνο που τελικά είδαμε να συμβαίνει ήταν μεγάλες καθυστερήσεις για τις τράπεζες σε όλα τα επίπεδα.
Έτσι φτάσαμε στο 2019 όπου σχεδόν τα 5/6 της πτώσης των αποδόσεων στα ελληνικά κρατικά ομόλογα καταγράφηκε μετά τις ευρωεκλογές. Ο νέος αέρας που έφεραν οι φιλικές προς τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις πολιτικές της νέας κυβέρνησης καθιστούν σήμερα δυνατή την υλοποίηση μίας λύσης που συνδυαστικά με τις προσπάθειες των τραπεζών θα οδηγήσει το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων κάτω από το 10% έως το 2022, επιτυγχάνοντας τη σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Αυτός είναι ο μεγάλος στόχος του πρωθυπουργού. Να αλλάξει το κλίμα και να δείξει ότι ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος από ουραγός της Ευρώπης εισέρχεται σε πορεία ανάκαμψης και μπορεί να πρωταγωνιστήσει στη δευτερογενή αγορά NPLs. Είτε χρειαστεί «Ηρακλής ΙΙ» είτε προχωρήσει το σχέδιο της ΤτΕ που προβλέπει την αξιοποίηση του αναβαλλόμενου φόρου, είτε προκριθεί κάποια άλλα λύση με τα χαρακτηριστικά που ανέφερε χθες ο υφυπουργός Οικονομικών, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι η τεράστια προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων» δανείων από τους τραπεζικούς ισολογισμούς δεν θα σταματήσει στα 30 δισ.
Υπό την προϋπόθεση ότι οι λύσεις αυτές δεν θα παραβιάζουν τον κανόνα περί κρατικών ενισχύσεων και συνεπώς δεν θα ενεργοποιούν το bail-in, δεν θα επιβαρύνουν τους φορολογούμενους και θα είναι ελκυστικές προς τους επενδυτές. Ο «Ηρακλής» από μόνος του δεν αντιμετωπίζει το σύνολο των NPLs. Αυτό σημαίνει ότι για να φτάσουμε στο σημείο που επιθυμεί ο Κ. Μητσοτάκης, ήτοι σε μονοψήφιο ποσοστό, πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη.
Πολύς λόγος έχει επίσης γίνει για το αν η Τράπεζα της Ελλάδος είναι υπέρ ή κατά της εφαρμογής του ιταλικού μοντέλου. Η χθεσινή αναφορά του Γιάννη Στουρνάρα στο θέμα ξεκαθαρίζει το τοπίο. Ο διοικητής της ΤτΕ χαρακτήρισε τον Ηρακλή ένα πολύ σημαντικό βήμα, αλλά όχι αρκετό. Ακριβώς το ίδιο είπε αλλά με άλλα λόγια και ο υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός. Ότι ο Ηρακλής είναι μία εθνική επιτυχία η οποία όμως κάνει την αρχή για την συνολική επίλυση του προβλήματος.
Παράλληλα, στην κυβέρνηση αναγνωρίζουν ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο τραπεζικό. Τα δάνεια που βγαίνουν από τους ισολογισμούς των τραπεζών μέσω τιτλοποιήσεων παραμένουν «κόκκινα», που σημαίνει ότι κάποιος ιδιώτης ή κάποια επιχείρηση τα χρωστάει. Όλοι αυτοί είναι αποκλεισμένοι από τον τραπεζικό δανεισμό. Είναι το κομμάτι της πραγματικής οικονομίας που θα μείνει πίσω αν δεν υπάρξει πραγματικά ανάκαμψη. Μόνο μέσω της επίτευξης υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης μπορεί να μειωθεί το βάρος του ιδιωτικού χρέους και γι' αυτό το λόγο όλα ξεκινούν από τις επενδύσεις.