Πιέζονται τις τελευταίες ημέρες τα ομόλογα της Ευρωζώνης και τα ελληνικά (αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο για τις ιστορικά χαμηλότερες αποδόσεις και επιτόκια που έχουν υπάρξει ποτέ), καθώς τα στοιχεία για τον πληθωρισμό ευνοούν το σενάριο του σφιξίματος και του ευρωπαϊκού tapering που θα ανεβάσει τις αποδόσεις.
Τα ελληνικά δεκαετή έκλεισαν την εβδομάδα με την απόδοση στο 1,36% αφού κυμάνθηκαν μεταξύ 1,36% και 1,38% κι έχουν επιστρέψει ξανά εδώ και δύο τρεις ημέρες, (μετά τις 24 Νοεμβρίου), στη ζώνη υψηλών των τελευταίων δεκαοκτώ μηνών, στα επίπεδα δηλαδή του Ιουνίου 2020. Και παρόλα αυτά, παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, γιατί υπάρχει η δύναμη της ΕΚΤ.
Τη νευρικότητα των τελευταίων ημερών έχουν εντείνει δημοσιεύματα του Bloomberg. Τα δημοσιεύματα αυτά, ακολουθούν οι μικροί παίκτες και οι παρατρεχάμενοι της αγοράς ως ευαγγέλιο, για τον απλό λόγο ότι μαζί με τα στοιχεία του πληθωρισμού, περιγράφουν αυτό που επιθυμεί η συγκεκριμένη αγορά των ομολόγων: Να πάρει (επιτέλους) αποδόσεις μετά από μεγάλο διάστημα ξηρασίας.
Η αγορά των ομολόγων υποφέρει πολύ καιρό, οι διαχειριστές αναζητούν αποδόσεις και κουπόνια με το ντουφέκι και η επιλογή κάποιων να αγοράσουν συμβόλαια πετρελαίου για να «ρεφάρουν» από εκεί, δεν έχει πάει ακριβώς καλά μετά τα πρώτα εντυπωσιακά κέρδη. Η βουτιά του αργού με την αφορμή της Όμικρον, δεν πλήγωσε μόνον traders.
Έτσι τα σενάρια του Bloomberg ότι η ΕΚΤ θα καταργήσει το PEPP, αφήνοντας ξεκρέμαστα τα ελληνικά ομόλογα που δεν θα μπουν ούτε στο κανονικό πρόγραμμα APP πιέζουν περαιτέρω την ελληνική αγορά, που στην ανησυχία του tapering το οποίο κάποια στιγμή θα συμβεί, έχει να προσθέσει και την έλλειψη της επενδυτικής βαθμίδας.
Ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να ανεβαίνει με τον ίδιο ρυθμό. Ήδη από το Σεπτέμβριο η ρυθμοί ανάπτυξης είναι το πρόβλημα και τότε ακόμα δεν είχε εμφανισθεί η μετάλλαξη Όμικρον. Η πτώση των ρυθμών ανάπτυξης είναι εμφανής και ειδικά στη Γερμανία. Επιπλέον, μετά το μηδενισμό των επιτοκίων η ΕΚΤ δεν έχει το εργαλείο των επιτοκίων συνεπώς τα άλλα εργαλεία ρευστότητας είναι που μπορεί να κάνουν τη διαφορά.
Γι αυτό, σύμφωνα με πηγές στη Φρανκφούρτη, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Η Κριστίν Λαγκάρντ και άλλοι τραπεζίτες της ΕΚΤ, δεν σχεδιάζουν να πετάξουν στον Καιάδα τα ελληνικά ομόλογα. Καλά καλά δεν έχουν αποφασίσει ακόμα αν το PEPP θα λήξει το Μάρτιο του 2022 αλλά και το πώς θα υλοποιηθεί το πρόγραμμα για το «ρολάρισμα» των επαναγορών ομολόγων από τα ομόλογα που λήγουν, το οποίο μπορεί μάλιστα να παραταθεί, μέχρι το τέλος του 2023.
Εκείνο που ισχύει αντίθετα, είναι ότι πράγματι η ΕΚΤ σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δεν μπορεί να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο κανονικό πρόγραμμα APP.
Με αυτό το πρόγραμμα μπορούν να αγοραστούν μόνον τα ομόλογα τα οποία βρίσκονται σε επενδυτική βαθμίδα. Τα ελληνικά ομόλογα θα ενταχθούν σε αυτό όταν κερδίσουν την αξιολόγηση και αυτό δεν μπορεί να γίνει τόσο γρήγορα και η Moody’s έβλαψε την ελληνική υπόθεση γιατί διατηρώντας τη βαθμολογία της χαμηλότερα από τους άλλους οίκους δυσκολεύει το θετικό άνοιγμα της ψαλίδας, στην αξιολόγηση που δίνουν οι άλλοι οίκοι.
Όμως η ΕΚΤ έχει μία κρίσιμη συνεδρίαση την ερχόμενη εβδομάδα για τη μελλοντική στρατηγική της. Σε αυτήν θα καταλήξει αν το πρόγραμμα PEPP θα λήξει το Μάρτιο του 2022, αν θα παραταθεί ή αν θα παραμείνει αλλά μειωμένο, με το υπόλοιπο του ποσού που δεν έχει αξιοποιηθεί να χρησιμοποιείται κυρίως για την αγορά ομολόγων όπως της Ελλάδας.
Και βέβαια το πρόγραμμα της επανεπένδυσης σε ελληνικά ομόλογα από τα κεφάλαια που απελευθερώνονται όταν οι παλαιότεροι τίτλοι λήγουν, μπορεί να αυξηθεί ή και να παραταθεί. Αυτό καθώς, τα κεφάλαια προς επανεπένδυση από τα ελληνικά ομόλογα που ωριμάζουν θα είναι λιγότερα.
Ωστόσο μιλάμε για πολύ μικρά κεφάλαια γενικά. Η ελληνική αγορά ομολόγων είναι πολύ μικρή και ήδη η ΕΚΤ έχει περίπου το 52% των ελληνικών ομολόγων (δεν πρόκειται για τα ANFA’s ή τα παλαιά ομόλογα). Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι επιτελείς της ΕΚΤ μελετούν τον τρόπο με τον οποίο τα κεφάλαια θα είναι αρκετά για να στηρίξουν την έτσι κι αλλιώς πολύ μικρή ελληνική αγορά.
Και βέβαια η ΕΚΤ έχει δεσμευθεί ότι θα είναι ευέλικτη, ότι μπορεί να παρατείνει ή να επαναφέρει ένα εργαλείο ή να το αντικαταστήσει με άλλο. Σε κάθε περίπτωση όλα θα κριθούν από τον πληθωρισμό και από την επίπτωση της Όμικρον στις οικονομίες και ήδη οι προβλέψεις των επιτελών της ΕΚΤ είναι ότι ο πληθωρισμός κορύφωσε κι ότι τα στοιχεία του επόμενου μήνα θα δείχνουν συγκράτηση.
Τα παραπάνω ισχύουν και για το πρόγραμμα δανεισμού των τραπεζών με εξαίρεση για τον δανεισμό με εγγύηση ελληνικών τίτλων (TLTRO). Δεν είναι απαραίτητο να καταργηθεί η εξαίρεση και δεν είναι απαραίτητο να γίνει στον ίδιο χρόνο με τη μείωση ή κατάργηση του PEPP.
Χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι οι ελληνικές τράπεζες και Αμοιβαία, δεν πήραν κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα των οποίων είναι εύλογα, οι βασικές πωλητές στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, αποκομίζοντας ρευστότητα και ομόλογα με βαθμίδα που θα τις εξασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση.
Τι είπε ο Γ. Στουρνάρας για το PEPP
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθούν αποσπάσματα από τις σχετικές δηλώσεις που έκανε το μεσημέρι της Παρασκευής στο Ε΄ Συνέδριο Προσομοίωσης της ΕΚΤ, ο Γιάννης Στουρνάρας:
«Το πρόγραμμα αυτό επιστρατεύτηκε άμεσα μετά την εμφάνιση της πανδημίας και, όπως έχει ανακοινωθεί οι καθαρές μηνιαίες αγορές θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως τον Μάρτιο του 2022 και πάντως μέχρι να κρίνουμε ότι η κρίση της πανδημίας έχει παρέλθει».
Θεωρείται πολύ αποτελεσματικό στη συγκράτηση της ανόδου, λόγω υψηλής αβεβαιότητας, των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και των μεταξύ τους αποκλίσεων. Ταυτόχρονα διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ.
Για τη διευκόλυνση των τραπεζών να συμμετέχουν στις πράξεις αναχρηματοδότησης, στις 7 Απρίλιου του 2020 αποφασίσθηκε ότι οι προϋποθέσεις για την επιλεξιμότητα των τίτλων που δίνονται από τις τράπεζες ως εξασφαλίσεις στις πράξεις αναχρηματοδότησης θα είναι λιγότερο αυστηρές, καθώς και ότι τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα γίνονται αποδεκτά στις πράξεις νομισματικής πολιτικής ως ενέχυρο.
Αναλυτικά, η αξία των χρεογράφων που διακρατούνται από το Ευρωσύστημα στο πλαίσιο του APP και του PEPP ξεπερνά, στο τέλος του Νοεμβρίου 2021, τα 4,6 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Αντίστοιχα, το συνολικό ύψος παροχής ρευστότητας μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης διαμορφώνεται στα 2,2 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Ως εκ τούτου, ο ισολογισμός του Ευρωσυστήματος έχει διαμορφωθεί από περίπου 4,7 τρισεκατομμύρια ευρώ στις αρχές του 2020 σε σχεδόν 8,5 τρισεκατομμύρια ευρώ το Νοέμβριο (την ίδια περίοδο, ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ελλάδος έχει αυξηθεί από περίπου 110 δισεκατομμύρια ευρώ σε περίπου 230 δισεκατομμύρια ευρώ).
Για να συνοψίσω, κατά τις συζητήσεις για τη στρατηγική κρίθηκε σκόπιμο να αξιοποιήσουμε τα διδάγματα που αποκομίσαμε από τις προηγούμενες κρίσεις και να αναγνωρίσουμε την αποτελεσματικότητα της άμεσης και ουσιαστικής νομισματικής παρέμβασης μέσω των λιγότερο συμβατικών εργαλείων.
Για αυτό και στην αναδιατύπωση της στρατηγικής, αναφέρεται ότι, σε αναγνώριση του κατώτατου ορίου για τα επιτόκια πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο (της ΕΚΤ) θα χρησιμοποιεί τα εργαλεία αυτά κατά περίπτωση, θα συνεχίσει να αντιδρά με ευέλικτο τρόπο σε νέες προκλήσεις και θα εξετάζει νέα μέσα πολιτικής όταν κρίνεται απαραίτητο.