Μία από τις μεγαλύτερες θετικές «εκπλήξεις» του 2021 θα μπορούσε να αποδειχθεί η αύξηση της κατανάλωσης και συγκεκριμένα αυτή που θα προέλθει από τα επιπλέον χρήματα που έβαλαν στην άκρη νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσα στην πανδημία. Όλες οι μετρήσεις δείχνουν ότι η αποταμίευση των νοικοκυριών σε Ευρώπη και Αμερική αυξήθηκε μέσα στο 2020 την ώρα που η καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε απότομα.
Ακόμα και στην Ελλάδα που δεν είμαστε ούτε Καναδάς, ούτε Ιαπωνία, προερχόμαστε από κρίση και παραδοσιακά η αποταμίευση είναι χαμηλή, είναι πιθανό να δούμε το ΑΕΠ να δέχεται επιπλέον – και αναπάντεχη υπό μια έννοια – ώθηση. Η υπερβάλλουσα κατανάλωση, μάλιστα, θα μπορούσε να συμβάλλει στο να επιστρέψουμε ταχύτερα στο προ πανδημίας επίπεδο.
Στα μοντέλα που τρέχουν οι αναλυτές για να κάνουν τις προβλέψεις του νέου έτους, η κατανάλωση αποτελεί το μεγάλο γρίφο. Εκτιμάται μεν ότι θα ανακάμψει δυναμικά το 2021 καθώς θα αυξάνεται το ποσοστό του πληθυσμού που θα εμβολιάζεται, ωστόσο το ερώτημα είναι κατά πόσο θα δούμε μεγαλύτερη του αναμενόμενου αύξηση, η οποία θα έρθει να καλύψει μέρος από το χαμένο έδαφος του 2020.
Με άλλα λόγια, οι αναλυτές θέλουν να δουν αν νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα «υπερβάλλουν» το 2021 ως… αντίδραση στον εγκλεισμό και στην παύση της οικονομικής δραστηριότητας του 2020.
Στην Ελλάδα, μόνο η αύξηση των καταθέσεων, χωρίς δηλαδή να συνυπολογίζονται τα ποσά που φυλάσσονται εκτός τραπεζικού συστήματος, διαμορφώνεται μέχρι σήμερα κοντά στα 16 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί περίπου στο 10% του φετινού, αρκετά συμπιεσμένου, ΑΕΠ. Αν, λοιπόν, το 2021 η ανάκαμψη φέρει βελτίωση των εισοδημάτων και παράλληλα η αποταμίευση δεν μείνει στα επίπεδα του 2020, τότε η οικονομία θα δεχθεί μία επιπλέον –και αναπάντεχη υπό μία έννοια– ώθηση που δεν έχει συμπεριληφθεί στις προβλέψεις των ειδικών.
Η ενίσχυση της αποταμίευσης είχε προληπτικό χαρακτήρα και αντανακλά το φόβο των πολιτών μέσα σε περιβάλλον ακραίας αβεβαιότητας. Στο μεγαλύτερο, όμως, βαθμό, ήταν απόρροια των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόστηκαν για να εμποδιστεί η εξάπλωση της πανδημίας. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη βρέθηκε στο ναδίρ, ενώ οι επιχειρήσεις σταμάτησαν σχεδόν κάθε επενδυτικό σχέδιο καθώς ακόμα και όσες δεν δέχθηκαν καθοριστικό χτύπημα από τον ιό, τήρησαν άκρως επιφυλακτική στάση βλέποντας ολόκληρους κλάδους να «γκρεμίζονται» μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί το εξής: η συνολική ενίσχυση της αποταμίευσης «κρύβει» τις τεράστιες διαφορές μεταξύ των νοικοκυριών. Πολλοί ήταν αυτοί που είτε έχασαν τη δουλειά τους, είτε δέχθηκαν σημαντικές μειώσεις στις αποδοχές τους, ακόμη και αν συνυπολογίσουμε τα κρατικά μέτρα στήριξης. Αναγκάστηκαν, λοιπόν, να «ροκανίσουν» τις όποιες οικονομίες είχαν ή να δανειστούν. Στον αντίποδα, όσοι συνέχισαν να εργάζονται και δεν είδαν μεγάλη αλλαγή στο εισόδημά τους δεν μπορούσαν να ξοδέψουν πολλά λόγω των lockdown. Επομένως η «ακούσια» αποταμίευση αυξήθηκε τόσο που υπερκάλυψε τη μείωση των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών που δέχθηκαν μεγαλύτερο πλήγμα.
Η Capital Economics εκτιμά ότι η κρίση θα οδηγήσει σε μόνιμη αύξηση του ποσοστού του εισοδήματος που τα νοικοκυριά θέλουν να αποταμιεύουν. Βραχυπρόθεσμα, θα κυριαρχήσει η προληπτική αποταμίευση καθώς η ανεργία θα αυξάνεται και οι πολίτες δεν θα νιώθουν ασφαλείς, άρα θα προσπαθούν να βάζουν χρήματα στην άκρη για παν ενδεχόμενο.
Όταν όμως ο κόσμος επιστρέψει στην προ πανδημίας κατάσταση και η ανεργία αρχίσει ξανά να μειώνεται, θα επιστρέψει και η τάση για αποταμίευση σε πιο φυσιολογικά επίπεδα.
Το πιθανότερο λοιπόν σενάριο είναι ότι τα «φυσιολογικά» επίπεδα κατανάλωσης θα αποκατασταθούν αργά ή γρήγορα, ανάλογα με το πως θα εξελιχθούν οι εμβολιασμοί, όμως τα χρήματα που αποταμιεύτηκαν το 2020 δύσκολα θα πέσουν στην αγορά.
Αν τα νοικοκυριά θελήσουν να ξοδέψουν περισσότερο το 2021 μετά την καταπίεση του 2020, η αύξηση της κατανάλωσης μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα από την αύξηση των εισοδημάτων, δίνοντας εκρηκτική ώθηση στην ανάκαμψη, έστω και για λίγους μήνες.
Σύμφωνα με την Capital Economics, αυτοί που αποταμίευσαν περισσότερο είναι οι πιο ευκατάστατοι που δεν έχουν θέμα εισοδήματος και μελέτες δείχνουν ότι η οριακή ροπή για κατανάλωση (ήτοι η μεταβολή στην κατανάλωση που προκαλείται από μεταβολή στο εισόδημα) μετά από έκτακτα γεγονότα που επηρεάζουν το εισόδημα είναι πολύ μικρότερη για τα νοικοκυριά με υψηλά εισοδήματα.
Ο οίκος εκτιμά ότι η ετήσια κατανάλωση μπορεί να ενισχυθεί κατά 10% το 2021 αλλά κυρίως σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία και λιγότερο στην Ευρωζώνη. Σε κάθε περίπτωση σημειώνει ότι η παραμικρή επιπλέον δαπάνη από τις οικονομίες του 2020 θα επιταχύνει την ανάκαμψη.