«Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο», λέει το γνωστό άσμα και κάπως έτσι ένιωθαν στην Εθνική Τράπεζα τα τελευταία χρόνια, αφού η Finansbank αποτελούσε το πιο «βαρύ χαρτί» του ομίλου και «συντηρούσε» την κερδοφορία του σε πολύ δύσκολες εποχές.
Δεν ήταν, όμως, μόνο η Εθνική. Η εξαγορά της Finansbank το 2006, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας είχαν δημιουργήσει μία αίσθηση «πληρότητας» στο εγχώριο επιχειρείν. Ένα στοίχημα είχε πετύχει και μάλιστα στην... καρδιά του αιώνιου εχθρού.
Άρα θα μπορούσαν θεωρητικά να πετύχουν και πολλές άλλες επιχειρηματικές κινήσεις στη γείτονα χώρα. Έσπασε ένα ταμπού και ανοίχτηκαν νέοι δρόμοι για τη δραστηριοποίηση Ελλήνων επιχειρηματιών στην Τουρκία. Τελικά, οι προεκτάσεις της επιτυχημένης πορείας της Finansbank δεν αξιοποιήθηκαν στο μέγιστο, αφού η οικονομική κρίση στην Ελλάδα άλλαξε τα δεδομένα.
Τι σημαίνει, όμως, η πώληση της Finansbank για την ελληνική οικονομία και τις τράπεζες; Ήταν θέμα πρεστίζ η παρουσία ελληνικής τράπεζας στην Τουρκία; Εγωισμού και επίδειξης ισχύος των πάλαι ποτέ κυρίαρχων στα Βαλκάνια ελληνικών ιδρυμάτων;
Ή μήπως το γεγονός ότι η ναυαρχίδα του πιο ιστορικού και μέχρι πρότινος μεγαλύτερου τραπεζικού ομίλου, είναι τουρκική -και αποτέλεσε στα χρόνια της κρίσης τον μοναδικό «αιμοδότη» της ΕΤΕ- δείχνει την κατάντια της ελληνικής οικονομίας;
Η ανάλυση του πώς φτάσαμε ως εδώ και η Εθνική αναγκάστηκε να πουλήσει μία κερδοφόρο θυγατρική, η οποία είχε προοπτικές, παρά τα δεδομένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία, μάλλον δεν έχει μεγάλη αξία, αφού δεν είναι μόνο η Εθνική που «μαζεύτηκε», αλλά ολόκληρη η οικονομία.
«Στον ρόλο της Ιφιγένειας»
Το μόνο που αξίζει ίσως σαν αναφορά είναι η ατάκα κορυφαίου τραπεζικού στελέχους που έχει ζήσει από πολύ κοντά τόσο τις επιδόσεις της Finansbank όσο και τις συζητήσεις για την πώλησή της. «Η Εθνική έπρεπε να θυσιάσει κάτι για την κρατική βοήθεια που έλαβε και γι' αυτό επιλέχθηκε από την αρχή η Finansbank στον ρόλο της Ιφιγένειας».
Σημασία έχει να δούμε τον αντίκτυπο αυτής της κατάληξης. Ορισμένοι εκτιμούν ότι η συρρίκνωση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος από όλες τις πλευρές (ισολογισμοί, καταστήματα, προσωπικό, ισχύς, παρουσία στα Βαλκάνια) μπορεί να οδηγήσει σε μία και μόνο εξέλιξη. Την είσοδο νέων παικτών από το εξωτερικό.
Γιατί μπορεί η Societe Generale και η Credit Agricole να αποχώρησαν από την ελληνική αγορά, όμως η ανάμειξη των ξένων funds και κυρίως της ομάδας Fairfax στην ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος δείχνει ότι υπάρχει ενδιαφέρον για την επόμενη ημέρα.
Η ανάπτυξη, αν έρθει, θα περάσει πρώτα από τις τράπεζες
Αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία απέκτησε ξαφνικά προοπτικές να εμφανίσει χαρακτηριστικά Νορβηγίας, αλλά ότι στην περίπτωση που υπάρξουν σαφείς ενδείξεις για τη βελτίωση της οικονομίας μπορεί να δούμε νέες εισόδους.
Και όταν γίνει πιο ορατή η ανάπτυξη είναι δεδομένο ότι θα περάσει μέσα από τις τράπεζες, κάτι που το γνωρίζουν όλοι όσοι συμμετείχαν στις αυξήσεις κεφαλαίου και που στο μέλλον μπορούν να αναδειχθούν σε βασικούς μετόχους των ελληνικών πιστωτικών ομίλων.
Τώρα, αν θα θελήσουν κάποιοι μεγάλοι διεθνείς παίκτες να επενδύσουν ενισχύοντας την παρουσία τους, ή αν θα εμφανιστούν νέοι, μένει να το δούμε. Γιατί και τα γερμανικά ταμιευτήρια, τα Sparkassen, θεωρούνταν δεδομένο ότι θα «εισβάλλουν» στην ελληνική περιφέρεια για να «κλέψουν τις καταθέσεις της επαρχίας και των αγροτών», όμως τα σενάρια δεν επαληθεύτηκαν, αν και οι συζητήσεις ήταν προχωρημένες.