Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και η διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, που θα οδηγήσουν στην ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αποτελούν βασικούς παράγοντες για την πλήρη άρση των κεφαλαιακών περιορισμών. Αυτό αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος.
Παράλληλα, η ΤτΕ προειδοποιεί για τον αυξανόμενο κίνδυνο εκδήλωσης περιστατικών απάτης λόγω της αυξανόμενης χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής. «Οι περιορισμοί στις τραπεζικές συναλλαγές και στην κίνηση κεφαλαίων είχαν και παράπλευρές θετικές συνέπειες, με τη στροφή των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στην ευρεία χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής. Η εκτενής χρήση τους όμως συνεπάγεται και αυξανόμενο κίνδυνο εκδήλωσης περιστατικών απάτης στις επιμέρους πληρωμές, γεγονός που καταδεικνύει την ανάγκη για την ενίσχυση των μηχανισμών ασφάλειας των ηλεκτρονικών συναλλαγών από τους φορείς παροχής υπηρεσιών πληρωμών της χώρας, ώστε να λειτουργήσουν αποτρεπτικά, τόσο στις απόπειρες διενέργειας απάτης, όσο και στο ποσοστό επιτυχίας αυτών», σημειώνεται στην έκθεση.
Σε ότι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, σημειώνεται ότι το σύνολο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων (Forborne) ανήλθε σε 46,7 δισ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση το α΄ εξάμηνο του 2016 κατά 8,6% σε σχέση με το τέλος του 2015. Ο λόγος των ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα ανήλθε σε 19,5% για το α΄ εξάμηνο του 2016 από 17,6% στο τέλος του 2015. Ειδικότερα, τα ρυθμισμένα εξυπηρετούμενα ανοίγματα αυξήθηκαν κατά 12,1% σε σχέση με το τέλος του 2015, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα ρυθμισμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανήλθε σε 7,2%. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι 72,4% των ανοιγμάτων αβέβαιης είσπραξης έχουν ρυθμιστεί.
Τα στεγαστικά δάνεια εμφανίζουν τον υψηλότερο λόγο ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα στεγαστικών δανείων (29,4%), ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τα καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 19% και 15% αντίστοιχα.
Στην έκθεση, επίσης, αναφέρεται ότι για ορισμένα είδη ανοιγμάτων και ειδικότερα για τα καταγγελμένα επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια, οι τράπεζες θα μπορούσαν να εξετάσουν συναλλαγές μεταβίβασης ανοιγμάτων για τις οποίες δεν θα υπάρχει επίπτωση στην κεφαλαιακή τους επάρκεια, εφόσον απαλειφθούν τα εμπόδια στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και δημιουργηθεί συνακόλουθα μια αποτελεσματική δευτερογενής αγορά τραπεζικών δανείων στην Ελλάδα.
Ενδεικτικά, στο ναυτιλιακό χαρτοφυλάκιο υπάρχουν καταγγελμένα ανοίγματα ονομαστικής αξίας περίπου 270 εκατ. ευρώ τα οποία έχουν απομειωθεί κατά 88% και έχουν διαμορφωθεί σε αξία ισολογισμού περίπου στα 32 εκατ. ευρώ, δηλαδή θα ήταν δυνατόν να μεταβιβαστούν σε τιμή από 12% της ονομαστικής αξίας δανείου και πάνω χωρίς ζημία. Αντίθετα, το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο εμφανίζει συγκριτικά χαμηλότερα ποσοστά απομείωσης που δεν ξεπερνούν το 40%, ακόμα και για ανοίγματα των οποίων η σύμβαση έχει καταγγελθεί.
Κατά 440 χιλ. αυξήθηκε ο αριθμός των καρτών
Σε συνέχεια της ιδιαίτερα σημαντικής αύξησης (+11,26%) του αριθμού των καρτών πληρωμών που καταγράφηκε το β΄ εξάμηνο του 2015, προκειμένου τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες διενέργειας των συναλλαγών, ο συνολικός αριθμός των καρτών πληρωμών αυξήθηκε περαιτέρω το α΄ εξάμηνο του 2016 κατά 440 χιλ. κάρτες (+3%), σε σχέση με το β΄ εξάμηνο του 2015, και ανήλθε σε 14,6 εκατ. κάρτες.
Η αυξητική τάση που παρατηρείται και στο α΄ εξάμηνο του έτους αποδίδεται στη συνεχιζόμενη αντικατάσταση των τραπεζικών βιβλιαρίων με κάρτες, ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η διαχείριση των τραπεζικών λογαριασμών από τους κατόχους τους. Ως εκ τούτου, η αύξηση καταγράφεται κυρίως στις χρεωστικές κάρτες, καθώς εκδόθηκαν επιπλέον 385 χιλ. κάρτες (+3%) συγκριτικά με το β΄ εξάμηνο του 2015. Αναφορικά με τις επιμέρους κατηγορίες καρτών, στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2016 τα ποσοστά των χρεωστικών καρτών (81%) και των πιστωτικών καρτών (19%) επί του συνόλου των ενεργών καρτών σε κυκλοφορία παρέμειναν αμετάβλητα στα επίπεδα του τέλους του 2015.