Θετικά είναι τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος για τους επιχειρησιακούς στόχους των ελληνικών τραπεζών σε ότι αφορά τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, παρ'' όλα αυτά, ο δρόμος είναι μακρύς καθώς το μεγαλύτερο μέρος της προβλεπόμενης μείωσης θα πρέπει να επιτευχθεί το 2018 και το 2019.
Όπως αναφέρει σε σχετική έκθεση η ΤτΕ, με στοιχεία Ιουνίου 2017, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) μειώθηκε κατά 2,0% και 3,2% συγκριτικά με το τέλος του Μαρτίου 2017 και του Δεκεμβρίου 2016 αντίστοιχα, αγγίζοντας τα 102,9 δισεκ. ευρώ ή το 44,9% των συνολικών ανοιγμάτων2 . Σε σχέση με το Μάρτιο του 2016, όπου τα ΜΕΑ έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο, παρατηρείται μείωση κατά 5,2% ή 5,7 δισεκ. ευρώ.
Ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 2%, ξεπερνώντας το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και καθιστώντας τις εκτεταμένες διαγραφές δανείων το σημαντικότερο μέσο μείωσης των ΜΕΑ. Οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε €1,9 δισεκ. για το δεύτερο τρίμηνο, αγγίζοντας τα €3,3 δισ. για το πρώτο μισό του έτους. Οι σημαντικότερες εισροές ΜΕΑ για το δεύτερο τρίμηνο παρατηρήθηκαν στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, αλλά αντισταθμίστηκαν από τον υψηλό ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων στο εν λόγω χαρτοφυλάκιο. Η μείωση των ΜΕΑ που προήλθε από εισπράξεις, ρευστοποιήσεις και πωλήσεις ήταν περιορισμένη. Όπως προαναφέρθηκε, τον κυριότερο παράγοντα μείωσης αποτέλεσαν οι διαγραφές, ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό και το καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο.
Αξιοσημείωτο είναι το ποσοστό των ΜΕΑ που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων το 15% των ΜΕΑ τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό το ποσοστό ξεπερνά το 30%.
Ο δείκτης ΜΕΑ παραμένει υψηλός στα περισσότερα χαρτοφυλάκια. Στο τέλος του Ιουνίου του 2017, ο δείκτης ΜΕΑ άγγιζε το 42,7% για το στεγαστικό, το 53,6% για το καταναλωτικό και το 44,4% για το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο. Στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, η μεγαλύτερη συγκέντρωση ΜΕΑ παρατηρείται στο χαρτοφυλάκιο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 67,8%), καθώς και στο χαρτοφυλάκιο των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ - δείκτης ΜΕΑ: 59,8%). Σταθερά καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 25,0%) και στα ναυτιλιακά δάνεια (δείκτης ΜΕΑ: 36,8%).
Η κάλυψη από προβλέψεις σε επίπεδο συστήματος έχει μειωθεί περαιτέρω, αγγίζοντας το 48,3% τον Ιούνιο του 2017, από 49,1% το Μάρτιο, κυρίως λόγω των εκτεταμένων διαγραφών της περιόδου. Εφόσον συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων (με ανώτατη αξία το υπόλοιπο του δανείου προ προβλέψεων απομείωσης), η κάλυψη των ΜΕΑ που επιτυγχάνεται είναι σχεδόν πλήρης.
Συνολικά, το πρώτο εξάμηνο του 2017, οι τράπεζες κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους που είχαν θέσει για τη μείωση των ΜΕΑ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιουνίου του 2017, τα ΜΕΑ αγγίζουν τα 101,84 δισ. ευρώ ή 1,6 δισ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό - στόχο. Εντούτοις, οι τράπεζες έχασαν για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο το στόχο για τα ΜΕΔ, τα οποία έφτασαν τα 72,8 δισ. ευρώ ή περίπου 0,4 δισ. ευρώ υψηλότερα από το στόχο.
Φωτογραφία SOOC