Δεν θα μεταβεί στο Ισραήλ, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες «οι συνθήκες ασφαλείας δεν το επιτρέπουν», όπως μετέδωσε η ΕΡΤ.
Οι τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, μετά το χτύπημα του νοσοκομείου στη Γάζα, που οδήγησε σε ραγδαίες διπλωματικές «αναταράξεις» με αποτέλεσμα να αναβληθεί η προγραμματισμένη σύνοδο Κορυφής του προέδρου των ΗΠΑ Μπάιντεν με τον Βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα Β', τον Παλαιστίνιο Ηγέτη Αμπάς και τον πρόεδρο της Αιγύπτου Σίσι, αλλά και οι αναταραχές που έχουν ξεσπάσει στην ευρύτερη περιοχή καθιστούν ως μη ασφαλή την επίσκεψη του πρωθυπουργού.
Ήδη από χθες, μετά το πλήγμα στη Λωρίδα της Γάζας ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης έθεσε ερωτηματικά για το κατά πόσο θα είναι εφικτή η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάρχου σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «One Channel».
«Υπάρχει μια προετοιμασία σε σχέση με την επίσκεψη, θα δούμε αν αυτή τελικά γίνει, θα υπάρξουν ανακοινώσεις τις επόμενες ημέρες», είπε χαρακτηριστικά.
Στην ανάλυσή του ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ παρατήρησε κατ' αρχάς ότι «έχουμε μια στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και ταυτόχρονα έχουμε παραδοσιακές σχέσεις, ως χώρα αλλά και ως κυβέρνηση, με τις αραβικές χώρες».
Ακολούθως, «είναι λογικό να υπάρχει στενή παρακολούθηση για το τι συμβαίνει εκεί, γιατί επηρεάζει πολλά επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση επιθυμούμε και επιδιώκουμε να μην υπάρχει γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή».
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι και χθες το βράδυ παρέμενε στην ατζέντα η επίσκεψη στο Ισραήλ, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ενημερώνει τους Ευρωπαίους ομολόγους για την επικείμενη συνάντηση με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό κατά την έκτακτη τηλεδιάσκεψη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Κατά την παρέμβασή του ο πρωθυπουργός επανέλαβε την ανάγκη η Ε.Ε. να μιλά με ενιαία φωνή για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα για την περιφερειακή και ευρωπαϊκή ασφάλεια και υπογράμμισε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, προσθέτοντας ότι πρέπει να προστατευθούν οι άμαχοι και η απάντηση να είναι σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο.