Του Γιάννη Σιδέρη
«Ήταν ο Έπαρχος μωρός·
κ' οι πέριξ του ξόανα επίσημα και σοβαροφανή·
τρισβάρβαρα τα ελληνικά των, οι άθλιοι».
Κ.Π. Καβάφης
Εντάξει δεν κυριολεκτούμε, ποιητική αδεία το ανωτέρω, καθώς το ποίημα περιγράφει την προσωπικότητα ενός νέου (μελλοντικού) πολιτικού, ο οποίος αντιμετωπίζει με περιφρόνηση οτιδήποτε θα απαιτούσε από αυτόν την παραμικρή προσπάθεια και αφοσίωση (όσον αφορά τις υποχρεώσεις του).
Ο στίχος αναδύθηκε συνειρμικά, όταν από το πρωθυπουργικό έρκος οδόντων ξέφυγε εκείνο το… τυμβωθηρία (ήθελε να πει τυμβωρυχία), για όσους επιρρίπτουν ευθύνες - και - στην Ρένα Δούρου, για τους αποτρόπαιους θανάτους της Μάνδρας και το θρηνητικό ολοκαύτωμα του Ματιού.
Δεν διυλίζουμε τον κώνωπα, αλλά ήταν σοκαριστικό, η Περιφερειάρχης να συγκινείται μέχρι δακρύων από τους πρωθυπουργικούς επαίνους, την στιγμή που είχε διατελέσει επιθετικά ψύχραιμη στις δύο τραγωδίες που της έκατσαν στη βάρδιά της, αντεπιτιθέμενη μάλιστα σε όσους την καταλόγιζαν ευθύνες, αντί σεμνυνόμενη - αν όχι τυπτόμενη - να ζητήσει έστω ένα θεατρικό συγνώμη.
Εχουμε ξαναπεί. Αν είχε την ευθυκρισία να παραιτηθεί τότε, λέγοντας δεν φταίω αλλά ως προεξάρχουσα της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη, θα είχε προσπορίσει για τον εαυτό της ένα τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο, μια πλεονάζουσα προίκα που θα ήταν διαρκής πρόσοδος για το πολιτικό της μέλλον.
Τώρα θα φύγει και στην κοινή γνώμη η εικόνα της θα συνοδεύεται από την ψυχρή συμπεριφορά της, όπως το βράδυ της μεγάλης σκηνοθεσίας, όταν ο Πρωθυπουργός παρότι ήξερε για τους νεκρούς - όπως και η ίδια - ρωτούσε για τα Καναντέρ και πότε θα πετάξουν.
Παρουσιάζεται στους κυβερνητικούς μια διαρκής απόκλιση από την συναισθηματική φόρτιση του μέσου πολίτη. Σα να υπάρχει ολοκληρωτική έλλειψη ενσυναίσθησης.
Αυτό εντοπίστηκε δις και στον Πρωθυπουργό, στην ομιλία του κατά την εκδήλωση για την παρουσίαση του συνδυασμού «Δύναμη Ζωής» της κας Δούρου για την περιφέρεια Αττικής. Τη μια απευθυνόμενος στην Περιφερειάρχη της είπε: «Ρένα η διαρκής στοχοποίηση δεν είναι κατηγορία αλλά τίτλος τιμής για σένα»! Το «Φταίει η Δούρου» είναι τίτλος τιμής!
Μα η στοχοποίηση (καλώς η κακώς, υπερβολική ή σκόπιμη), αφορά εκατόμβη νεκρών. Και όταν αναφερόμαστε σε νεκρούς είμαστε σεμνοί για το ιερόν των υπάρξεων που χάθηκαν. Εξηγούμε την αθωότητά μας, την ισχυριζόμαστε, την επικοινωνούμε, αλλά είναι απάνθρωπο να εκλαμβάνουμε τις κατηγορίες –έστω και στην προεκλογική ρητορεία - ως τίτλο τιμής.
Πίσω από τις κατηγορίες δεν υπάρχει μόνο η αναμενόμενη πολιτική σκοπιμότητα των αντιπάλων, ή των ανθρώπων που μετείχαν της φρίκης. Πίσω από τις κατηγορίες υπάρχουν καμένοι άνθρωποι, ρημαγμένες ψυχές, μισές οικογένειες, κατεστραμμένες περιουσίες, εφιαλτικές μνήμες, τραύματα αγιάτρευτα.
Αυτά είναι υπαρκτά και αναμφισβήτητα, οι επιπτώσεις τους στους εναπομείναντες θα είναι ανεξίτηλες. Οπότε η υπενθύμισή τους ως κατηγορία κατά της Περιφερειάρχου, ακόμη και αν είναι άδικη (η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί), σε καμία περίπτωση δεν είναι τίτλος τιμής, επειδή τα υπενθυμίζει η αντιπολίτευση ( άλλωστε η κοινωνία δεν χρειάζεται την αντιπολίτευση για να τα θυμάται παγωμένη).
Είναι ανίερη ασέβεια μια τέτοια θεώρηση, όπως ασέβεια ήταν και η προσπάθεια που έκανε να παραλληλίσει εμμέσως την φρικιαστική τραγωδία στο Μάτι με το σκάνδαλο Novartis.
Την ίδια ασέβεια στους νεκρούς είχε δείξει και η κα Δούρου, με την απάντησή της στην κα Γεννηματά, όταν η τελευταία της ζήτησε να παραιτηθεί, μετά τις ποινικές διώξεις για τους νεκρούς της Μάνδρας και του Ματιού. Η Περιφερειάρχης κατηγόρησε την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ ότι βρίσκεται στην πολιτική λόγω του βαριού ονόματος του πατέρα της.
Δεν πολιτικολογούμε λέγοντας ότι εξέφρασε τέτοιο απαξιωτικό επιχείρημα το στέλεχος ενός κόμματος που είχε ως υποψήφια ευρωβουλευτή την κόρη του Λοίζου (ως τέτοια), και έχει τον γιο του Πλουμπίδη και τον εγγονό του Κόκκαλη (ως τέτοιους).
Και μόνο ο αδιανόητος συμψηφισμός, από τη μια οι νεκροί και οι ευθύνες, από την άλλη ο λόγος που η Γεννηματά έγινε πολιτικός, αποτέλεσε ύβριν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός και οι συν Αυτώ δείχνουν έλλειψη ενσυναίσθησης.
Μικρό αλλά χαρατηριστικό παράδειγμα του πρώτου καιρού. Τις ημέρες που τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο βούιζε για τον Γιώργο Σταθάκη ο οποίος είχε ξεχάσει να δηλώσει στο «πόθεν έσχες» τμήμα της καθόλου ευκαταφρόνητης περιουσίας του, δημοσιογράφος έτυχε να ρωτήσει έξω από το γραφείο του τον Πρωθυπουργό, που θα βρει τα χρήματα για το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης.
«Θα τα πάρω από τον Σταθάκη, να δω τι θα λέτε» δήλωσε με χαμογελαστή επιθετική ειρωνεία. Η φράση ίσως δε λέει τίποτα αποτυπωμένη σε μια ιστοσελίδα. Ομως οι ωτακουστές έμειναν έκπληκτοι καθώς αποκόμισαν την εντύπωση ότι του ήταν αδιάφορη η θεσμική παράλειψη ενός εξέχοντος υπουργού (της κυβέρνησης του ηθικού πλεονεκτήματος), οπότε οι παρεβρισκόμενοι περίμεναν μια δικαιολογία, ή έστω μια πιο τυπική απάντηση. Εξέπεμπε μια ενόχληση με το «να δω τι θα λέτε», προφανώς εντοπίζοντας το πρόβλημα στα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση και όχι στον ξεχασιάρη υπουργό που εξέθεσε την κυβέρνηση!
Τελικά η κυβέρνηση δεν είχε νιώσει εκτεθειμένη!