Του Θανάση Διαμαντόπουλου*
Όταν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των δύο κομμάτων που στήριζαν την κυβέρνηση Τσίπρα ψήφισε την απλή αναλογική – με σύμπραξη μάλιστα, εν προκειμένω, των εκφραστών των πολιτικών άκρων, των ακροτήτων και των γραφικοτήτων - είχε προφανώς τις στοχεύσεις και τα κίνητρά της. Φυσικά, δεν ξέρω αν η συγκεκριμένη θεσμική επιλογή ανταποκρινόταν σε καθαρή ιδεοληψία του ΣΥΡΙΖΑ ή σε πρόθεση «εκμπαχαλισμού» της δημόσιας ζωής της χώρας, με άλλα λόγια στην προσπάθεια για δημιουργία συνθηκών παρατεταμένης ακυβερνησίας, αστάθειας, ακόμη και εκτροπής. (Στη λογική «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση» ή στην επιδίωξη του – κατά την υπουργό κα Αχτσιόγλου - επωφελούς στην Αριστερά κλίματος γενικευμένης αναταραχής).
Αυτό που μπορώ αντίθετα να βεβαιώσω – έχοντας μελετήσει επί χρόνια την εθνική και τη διεθνή πολιτική ζωή, τα εκλογικά συστήματα και τις λειτουργικές ιδιαιτερότητες ή τις δυσλειτουργίες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας - είναι πως αυτά τα στοιχεία, δηλαδή οι βραχύβιες και εύτρωτες κυβερνήσεις, η μη εξάντληση των κοινοβουλευτικών κύκλων (κατά κανόνα ούτε καν του μισού τους), καμιά φορά ακόμη και οι τριγμοί στη δημοκρατική ομαλότητα, συνδέονται όλα ευθέως με τα αναλογικά συστήματα. Ιδιαίτερα στη χώρα μας.
Αλλά και γενικότερα, αν δεν κάνω λάθος, σε όλη την Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα δεν υπήρξε κατάρρευση ή ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος, σε χώρα ή σε περίοδο κατά την οποία τα κυβερνητικά ηνία κρατούσε κυβέρνηση βασιζόμενη σε συμπαγή μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ωστόσο…
Γνωστή και συνήθης στο ιστορικό γίγνεσθαι είναι η λεγόμενη «ετερογονία των σκοπών της Ιστορίας». Δηλαδή η παραγωγή αποτελεσμάτων διαμετρικά αντίθετων από αυτά που επιδίωκαν οι πολιτικοί πρωταγωνιστές… Ή επίσης αντίθετων, ανεξαρτήτως προθέσεων των πολιτικώς δρώντων, από αυτά τα οποία κατά την κοινή γνώση και εμπειρία παράγουν συγκεκριμένες δράσεις και ενέργειες (εν προκειμένω θεσμικές αποφάσεις, των επιμέρους πολιτικών υποκειμένων).
Πράγματι, λοιπόν…
Η βλαπτικότητα της αναλογικής αντιπροσώπευσης αναδεικνύεται πρωτίστως σε συνθήκες πολιτικής ομαλότητας, όπου αυτή συχνά εμποδίζει την κανονικότητα της πολιτικής ζωής και την κανονική εναλλαγή μη αντισυστημικού προσανατολισμού κυβερνήσεων. Αλλά στις ημέρες μας μόνο συνθήκες πολιτικής ομαλότητας δε ζούμε…
Αν λοιπόν, κάτι που σήμερα φαίνεται πιθανότατο με βάση πολλές και ιδιαίτερα εμπεριστατωμένες αναλύσεις κορυφαίων ειδικών αναλυτών ανά τον κόσμο, ο πόλεμος του αιμοχαρούς «τσάρεβιτς» δεν περιοριστεί ή δεν περιχαρακωθεί χωροχρονικά (ή αν οι οικονομικές συνέπειές του ούτως ή άλλως αποδειχθούν ανεξέλεγκτες…) Και εάν, κατά συνέπεια, προκύψουν στην απόλυτη αποκορύφωσή τους και στη χώρα μας φαινόμενα όπως ακρίβεια, ανέχεια, ανασφάλεια, επισιτιστικές ελλείψεις κ.ο.κ… Και αυτά πυροδοτήσουν ακραία έκρηξη κοινωνικής οργής, κοινωνική ανυπακοή κοκ… Τότε η μόνη κυβέρνηση που θα μπορούσε να παραγάγει στοιχειώδη σταθερότητα και να καταστήσει δυνατή μια υποτυπώδη διαχείριση της, άλλως, ανεξέλεγκτης κατάστασης είναι μια οικουμενική - ή πάντως μια ευρύτατης κοινοβουλευτικής στήριξης - κυβέρνηση. Σε καμία περίπτωση πάντως μια κυβέρνηση οριακά αυτοδύναμη, προϊόν της ενίσχυσης κάποιου κόμματος από τον εκλογικό νόμο. Και προφανώς αυτή τη, υπό τις δεδομένες συνθήκες, σταθεροποιητική λύση της Οικουμενικής – ή της ευρύτατης στήριξης – κυβέρνησης μόνο το σύστημα που γενικώς παράγει αστάθεια και ακυβερνησία θα μπορούσε να ευνοήσει: η – υπό φυσιολογικές συνθήκες προβληματική και προβληματογόνος - απλή αναλογική!
Βέβαια…
Για να μπορέσει υπό αυτές τις εξαιρετικές συνθήκες το σύστημα που «φύσει» οδηγεί στις συγκυβερνήσεις να λειτουργήσει για μια φορά ευεργετικά για τον τόπο – επιμερίζοντας το πολιτικό κόστος από τη διαχείριση μιας τραγικής κατάστασης και άρα καθιστώντας την κάπως διαχειρίσιμη θα πρέπει οι βασικοί πολιτικοί πρωταγωνιστές να ενστερνιστούν την ηθική της ευθύνης. Και ο μεν σημερινός κυβερνήτης να εγκαταλείψει το σενάριο για δεύτερες εκλογές που ενδεχομένως θα παρείχαν στο κόμμα του με 30κάτι επί της εκατό μια οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, πλήρως ανομιμοποίητη για τη λήψη των αναγκαίων από τις περιστάσεις σκληρότατων μέτρων… Οι δε ηγέτες της αντιπολίτευσης να απαρνηθούν τον πολιτικό καιροσκοπισμό που κάποιες στιγμές – και όχι μόνο στιγμές - χαρακτήρισε τα κόμματά τους στο παρελθόν (όπως, άλλωστε, χαρακτήρισε και τη ΝΔ κατά την περίοδο 2009-2012…). Όλοι δε μαζί από κοινού να αναζητήσουν, χωρίς μικροψυχίες και ιδιοτέλειες, τον κατάλληλο επικεφαλής μιας τέτοιας κυβέρνησης, που θα μπορούσε να είναι είτε μια πολιτική προσωπικότης με κύρος, ευρισκόμενη σήμερα στην εφεδρεία της δημοκρατίας… Είτε κάποιον, πολιτικό ή τεχνοκράτη ευρείας αποδοχής, με ειδικούς τίτλους νομιμοποίησης, που θα παρείχαν εγγυήσεις ή έστω προοπτικές για επιτυχή διαχείριση της συγκεκριμένης κατάστασης…
*O καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Η κορύφωση του Εθνικού Διχασμού: Η δίκη των Έξι, ‘αναγκαίο σφάλμα’ ή ‘δικαστικός φόνος’;»