«Έχουμε διερευνήσει εάν υπάρχει η δυνατότητα να μπούμε στον πυρήνα της κεντρικής διαφωνίας που έχουμε με την Τουρκία που είναι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Όπως δεν βλέπω προοπτική να γίνει αυτή η συζήτηση», ανέφερε ο πρωθυπουργός στο πλαίσιο του συνεδρίου «Μεταπολίτευση 1974-2024: 50 Χρόνια Ελληνική Εξωτερική Πολιτική» που διοργανώνουν το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών και η εφημερίδα το «Βήμα»
Δείτε τη συζήτηση του πρωθυπουργού
Ο πρωθυπουργός αρχικά αναφέρθηκε στην πορεία της Ελλάδας μετά τη μεταπολίτευση, μιλώντας για τις αξίες που υπερασπίστηκε η παράταξη της ΝΔ, το «ανήκουμε στη Δύση» καθώς και πως σταδιακά υιοθετήθηκε και το ασπάζονται τα υπόλοιπα κόμματα.
««Νομίζω ότι η πορεία δεν ήταν ευθύγραμμη χωρίς αναταράξεις. Για παράδειγμα τη δεκαετία του 80 πειραματίστηκε χωρίς να έχει αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ. Την προηγούμενη δεκαετία ξεκινούσε η διαδικασία εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας με ειλημμένη απόφαση από την αντιπολίτευση να οδηγήσει τη χώρα στις κάλπες με αποτέλεσμα να ακολουθήσει το καταστροφικό εξάμηνο που λίγο έλειψε να στείλει τη χώρα στα βράχια.
Όχι απλά ανήκουμε στη Δύση, αλλά είμαι η Δύση. Ο πυρήνας των πολιτικών δυνάμεων ασπάζεται τις αξίες που αναφέραμε. Θέλω επίσης να τονίσω ότι αυτό αποτυπώνεται συχνά όχι μόνο στις δημόσιες τοποθετήσεις όπου είναι εύκολο κανείς να χρησιμοποιήσει την εξωτερική πολιτική για τον εσωτερικό διάλογο», σημείωσε.
Μιλώντας για την εξωτερική πολιτική και το εάν χαράσσεται με εσωτερικούς όρους, ο πρωθυπουργός είπε πως «όταν εμείς ως κυβέρνηση ταχθήκαμε με την πλευρά της Ουκρανίας μετά την εισβολή της Ρωσίας γνωρίζαμε ότι ήταν μια κίνηση που δεν είχε μεγάλη απήχηση στην ελληνική κοινωνία. Όταν υψώσαμε το ανάστημά μας και προστατέψαμε τα σύνορά μας στον Έβρο δεν το κάναμε επειδή ήταν δημοφιλές, αλλά το κάναμε επειδή ήταν σωστό. Εκεί κρινόμαστε βάση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής μας».
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η Ελλάδα σήμερα είναι μια χώρα η οποία σε σχέση με πριν από πέντε χρόνια είναι πιο ισχυρή οικονομικά, γεωπολιτικά και έχει προχωρήσει στην ενίσχυση συμμαχιών, είναι μια χώρα η οποία συμμετέχει και διαμορφώνει την ατζέντα του μέλλοντος». «Πιστεύω ότι είναι μια χώρα η οποία μπορεί να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία. Πώς μπορεί κάποιος να κάνει μια μεγάλη επένδυση στις ένοπλες δυνάμεις αν αυτή δεν στηρίζεται σε υγιή δημόσια οικονομικά», τόνισε.
Για τις διαφορές με την Τουρκία
«Επειδή από αυτό το βήμα πέρασαν και προκάτοχοί μου, είναι αρκετά σημαντικό να θυμίσουμε ότι αυτό που αποκαλούμε τουρκικός αναθεωρητισμό δεν διαμορφώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια», ανέφερε και ξεκαθάρισε: «Μια είναι η διαφορά με την Τουρκία και η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να συζητήσει κανένα άλλο θέμα. Και είναι ενδιαφέρον πώς αυτή η θέση διαστρεβλώνεται από κάποιους για να περιγράψουν την κυβέρνηση ως λιγότερο πατριώτες από κάποιους που αναπαράγουν αυτό το στερεότυπο. Κάτι που νομίζω ότι λίγο αφορά την κοινωνία».
Όταν προκάτοχοι μου έκαναν διερευνητικές συζητήσεις ή συζητούσαν με τον πρόεδρο Ερντογάν κατ’ ίδιαν το θέμα είχαν ψευδαισθήσεις; Άρα οι Έλληνες πρωθυπουργοί με τον Ερντογάν δεν μιλούσαν ποτέ για τα θέματα αυτά;», συνέχισε.
Για τον τουρκικό αναθεωρητισμό σημείωσε ότι «δεν ανανεώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια. Να θυμίσω τα Ίμια το 1996, να θυμίσω ότι παραβιάσεις είχαμε διαρκώς, να θυμίσω ότι υπάρχει η ανοικτή πληγή της Κύπρου είναι ανοικτή από το 1974».
«Τι είδαμε τα τελευταία χρόνια; Το Τουρκολιβυκό. Είχαμε την απόπειρα εισβολής στον Έβρο. Είχαμε τον δύσκολο Αύγουστο του 2020 και μια περίοδο παρατεταμένης έντασης στην οποία η Ελλάδα έμεινε σταθερή στη θέση της», είπε και πρόσθεσε:
«Μετά τους σεισμούς υπήρξε μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης. Έχουμε μια συνεργασία με την Τουρκία σε ζητήματα που αφορούν το μεταναστευτικό. Ταυτόχρονα έχουμε την θωράκιση που θωρακίζουν τις σχέσεις Ευρώπης και Τουρκίας. Έχουμε διερευνήσει εάν υπάρχει η δυνατότητα να μπούμε στον πυρήνα της κεντρικής διαφωνίας που έχουμε με την Τουρκία που είναι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Δε βλέπω προοπτική να γίνει αυτή η συζήτηση».
Παρά ταύτα ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι «με τις όποιες διαφωνίες που υπάρχουν πιστεύω ότι οι Έλληνες πολίτες μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ [...]. Η συζήτηση με την Τουρκία μπορεί να συνεχίζεται. Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι μπορούμε να διαφωνούμε πολιτισμένα. Έχω ζήσει εποχές που οι ένοπλες δυνάμεις ήταν σε επίπεδο συναγερμού. Προφανώς, εάν χρειαστεί θα το ξανακάναμε αλλά ευχόμαστε να μην χρειαστεί. Δεν πρέπει η διαφωνία μας να οδηγεί σε αχρείαστες εντάσεις».
Για τη Συρία ανέφερε ότι η Ελλάδα έχει ρόλο και λόγο: «Γιατί είμαστε κοντά, γιατί είμαστε οι φυσικοί θεματοφύλακες του ορθόδοξου στοιχείου και γιατί είμαστε στην πρώτη γραμμή του προσφυγικού προβλήματος».
Για την προεδρία της Δημοκρατίας
Για την Προεδρία της Δημοκρατίας ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι «από τον Σεπτέμβριο όταν μου τέθηκε αυτή η ερώτηση αποφάσισα να κλείσω αυτή τη συζήτηση με ένα απλό επιχείρημα. Η χώρα έχει Πρόεδρο, και θεσμικά θεωρώ όχι πολύ ευπρεπές να γίνεται αυτή η συζήτηση πριν την ώρα της» και πρόσθεσε πως στα τέλη Ιανουαρίου, θα γνωστοποιήσει τις αποφάσεις του, ενώ διευκρίνισε πως στις εκλογές του 2027 θα πάμε με το υπάρχον εκλογικό σύστημα και δεν θα υπάρξουν εκπλήξεις, με μοναδική πρωτοβουλία όσον αφορά την ψήφο των απόδημων Ελλήνων.
«Θεσμικά θεωρώ όχι ευπρεπές από τη στιγμή που υπάρχει πρόεδρος. Θα ανακοινώσω τις αποφάσεις στην ώρα τους. Δηλαδή με το νέο έτος. Όποτε το ορίζουν οι συνταγματικές προθεσμίες», σημείωσε.
«Το τι θα γίνει το 2027 είναι μακρινό. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η κατανομή των εκλογικών δυνάμεων. Πιστεύω ότι οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι καλύτερες από τις κυβερνήσεις συνεργασίας. Βλέπετε τι έγινε στη Γερμανία. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι στην Ευρώπη αλλάζουν κυβερνήσεις, εδώ αλλάζουν αντιπολιτεύσεις», είπε σε άλλο σημείο της συζήτησης.