Κάποτε υπήρχε μόνο η Αυριανή. Ο κιτρινισμός της θεματολογίας της με βορβορώδη γλώσσα, αφορούσε κυρίως την πολιτική, τα πολιτικά πεπραγμένα, το παρελθόν και την επίκαιρη στάση πολιτικών προσώπων. Ελεεινολογούσε, μεγέθυνε, διέστρεφε.
Λίγες οι αναφορές της σε θέματα επί προσωπικού. Επί αυτού, διαστροφικά στο στόχαστρό της οι πλέον εμβληματικοί στόχοι ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις, οι Λεωνίδας Κύρκος, και ο Χαρίλαος Φλωράκης, εξαιτίας του «βρώμικου 89». Από το ΠΑΣΟΚ την «τιμητική» της είχε η Μιμή.
Φαινομενικώς αδιάφορη αλλά κατά βάθος χαρίεσσα η τότε Δεξιά, απολάμβανε την σύνθλιψη των προσώπων. Αφενός δεν ήταν «στενά» δικοί της, αφετέρου εξυπηρετούσαν πολιτικά τον στόχο της: Να ανέλθει στην εξουσία μετά την μακρόχρονη κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ.
Ήταν τότε η Αριστερά που αντιδρούσε στο κιτρινισμό της εφημερίδας. Τμήμα του ΠΑΣΟΚ απλώς αποδοκίμαζε εν σιωπή για να μην υποστεί πολιτικό κόστος. Η Αριστερά δεν το έκανε μόνο από κομματική αντίδραση, επειδή βάλλονταν οι δικοί της αρχηγοί. Το έκανε από λόγους αρχής, επειδή είχε μια άλλη αισθητική, και έναν άλλο πολιτικό πολιτισμό.
Φυσικά, υπερέβαλε όπως συνήθως στις θεωρητικές της προβολές. Ανακάλυπτε το πρόπλασμα ενός κινδύνου κοινωνικού εκφασισμού. Λάθος φόβος γιατί το κοινό της εφημερίδας ήταν γηρασμένο, κοινωνικά στραπατσαρισμένο, οικονομικά αναξιοπαθούν. Ήταν τα «λαϊκά προάστια», που τραγουδούσε η Σωτηρία Μπέλου.
Φυσικά αυτό το κοινό, με τη λαϊκίστικη αντίληψη περί πολιτικής, και με τη βιωματική αντιδεξιά στάση, αποτέλεσε πτέρυγα του εκλογικού στρατεύματος του Τσίπρα το 2015.
Η άλλη πτέρυγα ήταν οι αριστεροί. Μόνο που ήταν ένα άλλο είδος αριστερών, διαφορετικό από αυτό που γνώρισε μεταπολιτευτικά η ελληνική κοινωνία. Δηλαδή την εργατίστικη ιδεολογία του ΚΚΕ και τη διανοουμενίστικη του ΚΚΕες, και μετέπειτα του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ.
Έως ότου ήρθε ο Τσίπρας, παράλληλα με την έκρηξη των σόσιαλ μήντια. Είδαμε μια νέα αριστερή γενιά που εξέφραζε έναν καινούργιο λόγο. Χυδαίο, εριστικό, μισερό, επιθετικό. Το «ψόφα» έγινε η κυρίαρχη ιαχή συριζαίων οπαδών και «αντιεξουσιαστών», ενώ όποιος εξέφραζε μια αντίθετη άποψη ήταν «φασίστας».
Αυτή η ρητορική του μίσους (των αριστερών εξηγούμε, γιατί στην πολιτική θεωρία έχει συνδεθεί μόνο με τους ακροδεξιούς), δεν καταδικάστηκε ποτέ από τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα (ο Συνασπισμός Κωνσταντόπουλου και Αλαβάνου είχε άλλη ηθική ποιότητα). Αντιθέτως ενθαρρύνθηκε, αξιοποιήθηκε και προωθήθηκε στρατηγικά από την «υπόγα» της Κουμουνδούρου, από τα έμμισθα τρολ που με φανατισμό και πολιτική ανηθικότητα σπίλωναν κάθε αντίπαλο (και το θεωρούσαν τόσο απολύτως φυσικό, σε σημείο που βγήκαν στην εκπομπή του Σταύρου Θεοδωράκη και εξήγησαν τον ρόλο τους).
Αυτά κάνει η λειψή παιδεία, η έλλειψη καλλιέργειας - που είναι άσχετη από τα πτυχία – και η οποία σε συνδυασμό με τον φανατισμό-Νεάντερταλ, δημιουργεί μικρούς, κομματικούς, Ιγνάτιους Λογιόλα).
Τα σόσιαλ μήντια άνοιξαν το καπάκι του υπονόμου, και στην πολιτική αντιπαράθεση που μαίνεται, έχουν χαρακτηριστικά την χυδαία, επιθετική, δολοφονία χαρακτήρων. Και οι περισσότεροι εξ αυτών είναι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, ή εκφράζουν θέσεις ΣΥΡΙΖΑ (οι δεξιοί αμυντικά λειτουργούν, δεν το «έχουν» με το Μέσον, ενώ οι Χρυσαυγίτες είναι ελαχιστότατοι. Όσο για τους Πασόκους, είδος εν ανεπαρκεία).
Δεν μπορεί να πιστέψει κάποιος καλοπροαίρετος, ούτε πως αυτή είναι η ελληνική κοινωνία, ούτε πως αυτό είναι το 30% των ανθρώπων που τους ψήφισαν στις εκλογές του 19. Θα ήταν τραγικό.
Προφανώς υπό την ευχέρεια της ανωνυμίας εκλύονται προσωπικές, υποκειμενικές εκρήξεις, που καλύπτονται υπό τον μανδύα της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το κόμμα του Τσίπρα ποτέ δεν τα καταδίκασε. Μόνο πρόσφατα με αφορμή τα δημοσιεύματα και τις αναρτήσεις του Βαξεβάνη. Όμως ο Βαξεβάνης γράφει επωνύμως. Δηλαδή αναλαμβάνει προσωπικά την ευθύνη των αναρτήσεων και δημοσιευμάτων του, και τίθεται υπό την κρίση του αναγνωστικού του, όσο και του σοσιαλμηντικού΄, κοινού. Έως ότου η υπόθεση Καλογρίτσα δείξει - αν δείξει - ότι έχει οργανική σχέση με τις μηντιακές μεθοδεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ , αντικειμενικά δεν χρεώνεται στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να τον χρεωθεί με αναρτήσεις του Μπίστη και του διευθυντή της Αυγής Τσέκερη.
Το μεγάλο πρόβλημα ωστόσο είναι τα ανώνυμα τρολ. Τον κάθε επώνυμο το ξέρεις, γνωρίζεις τις πολιτικές του επιλογές, το αποδέχεσαι ή τον απορρίπτεις. Τα ανώνυμα τρολ με τη χυδαιολογία, τη δολοφονία χαρακτήρων, τον παραλογισμό των επιχειρημάτων, το εκλυόμενο μίσος, είναι το πρόβλημα.
Και επί αυτού ουδέποτε ο ΣΥΡΙΖΑ τοποθετήθηκε καταδικαστικά. Και ου μόνον αλλά διακεκριμένα τρολ τους έδωσε θέσεις στο δημόσιο – Ας μην ξύνουμε πληγές Ολγα...
Μόνο όταν η χυδαιότητα έφτασε στο μη παρέκει, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάλαβε ότι είναι αιχμάλωτος των τρολ του. Το τέρας που υπέθαλψε, κινδυνεύει να του καθορίσει την ταυτότητα. Η κοινωνία σαφώς δεν είναι στο twitter. Όμως το τμήμα της κοινωνίας που είναι στο διαδίκτυο αυτή την χυδαία εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ προσλαμβάνει.
Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει, όπως ακούγεται, περιορισμός του διαδικτύου. Άλλωστε οι διαδικτυακές πλατφόρμες υπάγονται στη λογική της αμερικανικής νομοθεσίας, που δεν λαμβάνει υπόψιν τις ιδιαιτερότητες των βαλκανικών εμφυλίων μίσους.
Με αυτή την συμπεριφορά, με την έντονη κομματικοποίηση, ο ΣΥΡΙΖΑ ακύρωσε και το «Me too». Λόγω προϊστορίας (του Συνασπισμού κυρίως όχι του ΣΥΡΙΖΑ), θα μπορούσε να είναι το προνομιακό του πεδίο. Είναι όμως τόσο αστόχαστοι, που το επικέντρωσαν στην πολεμική τους στον Μητσοτάκη, με αποτέλεσμα να βρίσκονται υπόλογοι σε ένα δικό τους, προνομιακό πεδίο.