Δικαιούται ο ΣΥΡΙΖΑ να ομιλεί για διαπλοκή πολιτικής-ΜΜΕ;

Δικαιούται ο ΣΥΡΙΖΑ να ομιλεί για διαπλοκή πολιτικής-ΜΜΕ;

Γράφει ο Insider

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η αποψινή συζήτηση στη Βουλή για τη δικαιοσύνη.

Θυμίζουμε ότι η συζήτηση αυτή ξεκίνησε με αφορμή αποκαλύψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικά με καταγγελίες δικαστικών για κυβερνητικές παρεμβάσεις στο έργο τους. Θυμίζουμε επίσης, ότι ο κ. Τσίπρας επέβαλε την προ – ημερησίας συζήτηση στη Βουλή, για να αποφύγει την επιτροπή θεσμών και διαφάνειας (ανέβαλε δύο φορές την συνεδρίασή της) που θα εξέταζε το συγκεκριμένο θέμα.

Θυμίζουμε τέλος ότι στο μεσοδιάστημα οι καταγγελίες πολλαπλασιάστηκαν, ενώ το Μέγαρο Μαξίμου έσπευσε να επιβεβαιώσει τις μυστικές συναντήσεις του κ. Τσίπρα με την γάτα των Ιμαλαίων, δίνοντας όμως την δική του (προβληματική) εκδοχή.

Για όλους αυτούς τους παραπάνω λόγους, δηλαδή τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, η κυβέρνηση έσπευσε να δυναμιτίσει το πολιτικό κλίμα, διοχετεύοντας διαρροές παντού όπου στοχοποιούσε τυφλά την αξιωματική αντιπολίτευση. Στις διαρροές αυτές δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει και αθέμιτα μέσα, όπως την καταγραφή και διανομή  τυπικών τηλεφωνικών συνομιλιών του Εκπροσώπου Τύπου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με δημοσιογράφο διαπιστευμένο στο σχετικό ρεπορτάζ, που έγιναν πριν αυτός κατηγορηθεί για οτιδήποτε.

Η πρακτική τους αυτή είναι προφανώς αντισυνταγματική (βάσει του απορρήτου των επικοινωνιών) αντιδημοκρατική και προδήλως επικίνδυνη. Και είναι επικίνδυνη, γιατί με τη λογική της κας Γεροβασίλη, ο πρώτος που θα έπρεπε να ελεγχθεί είναι ο κ. Τσίπρας,  λόγω των (μυστικών - εξωθεσμικών) συναντήσεών του με έναν εκδότη ο οποίος κατηγορήθηκε εκ των υστέρων για κακουργήματα. Και μάλιστα, όταν φέρεται να διαπραγματεύεται μαζί του ακριβώς για τα ζητήματα  για τα οποία η Δικαιοσύνη τον ελέγχει...

Γι αυτόν τον λόγο ήταν  και προφανείς οι τότε τρομοκρατημένες κραυγές του Μεγάρου Μαξίμου προς την πλευρά του εκδότη, απειλώντας τον με εισαγγελέα στην περίπτωση που δημοσιοποιηθεί οποιαδήποτε  επικοινωνία του κ. Τσίπρα μαζί του, εν αντιθέσει με την εκ διαμέτρου αντίθετη πρακτική που εφάρμοσε το Μέγαρο Μαξίμου στην περίπτωση του εκπροσώπου τύπου της Ν.Δ.

Αυτός είναι ο λόγος που  οι πολιτικές κραυγές της κυβερνητικής πλειοψηφίας που θα ακουστούν απόψε είναι εν ολίγοις κατευθυνόμενες.

Και γι αυτό και ο κ. Τσίπρας (βάσει δικών του διαρροών) επιλέγει να στρέψει αλλού  την αποψινή συζήτηση, επιλέγοντας να καταστήσει το Κοινοβούλιο πολιτικό βούρκο, χειρότερο από εκείνον της Ειδομένης...

Αλλά εμείς θα  κάνουμε τη χάρη στον κ. Τσίπρα πηγαίνοντας κατευθείαν στο θέμα συζήτησης που θα επιθυμούσε ο ίδιος: Την διαπλοκή ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και τα ΜΜΕ.

Είναι δεδομένο, ότι το πολιτικό σύστημα από κοινού, ενωμένο και με μία φωνή, οφείλει να δώσει νομικά και συνταγματικά, την απάντησή του στο ζήτημα αυτό που ταλαιπώρησε τη χώρα επί δεκαετίες. Και όχι μόνον τη δική μας χώρα, αλλά τις περισσότερες χώρες παγκοσμίως.

Όμως γι αυτό το θέμα ο ΣΥΡΙΖΑ δικαιούται δια να ομιλεί, και πολύ περισσότερο για να κουνάει το δάχτυλο; Οι περισσότεροι θα σκεφτούν ότι ίσως είναι το μόνο κόμμα που δικαιούται δια να ομιλεί “επειδή οι άλλοι κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία σαράντα χρόνια”. Πιθανόν να έχουν δίκιο. Σίγουρα όμως αγνοούν ορισμένες ιδιαίτερες και κατά την άποψή μας αντιφατικές παραμέτρους!

Παράμετρος πρώτη: Μπορεί ένα πολιτικό κόμμα να διαθέτει μιντιακό συγκρότημα; Η απάντηση δεν δύναται να δοθεί με ένα “ναι” ή ένα  “όχι”, αλλά να εξετάσει υπό ποιες προϋποθέσεις λειτουργεί αυτό το συγκρότημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή το μόνο κόμμα που διατηρεί (ως ιδιοκτήτης) μιντιακό συγκρότημα.  Εμφανίζεται ως (βασικός) ιδιοκτήτης αδειοδοτημένου ραδιοφωνικού σταθμού, ημερήσιας και κυριακάτικης εφημερίδας καθώς και δύο (τουλάχιστον) ηλεκτρονικών portal.

Η χρηματοδότηση αυτών των Μέσων γίνεται με δύο τρόπους: είτε απευθείας από τον έλληνα φορολογούμενο, μέσω της κρατικής χρηματοδότησης στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε μέσω διαφήμισης ιδιωτικών (και κρατικών) εταιριών προς τα μέσα αυτά.

Και εδώ προκύπτουν βάσιμοι προβληματισμοί που θα έπρεπε να απασχολήσουν απόψε την Ολομέλεια της Βουλής, και στη συνέχεια την επιτροπή διαφάνειας του κοινοβουλίου, αλλά και τις δημοσιογραφικές Ενώσεις.

- Δεν θα έπρεπε να γνωρίζουμε ποιες κρατικές εταιρίες και με ποια ποσά χρηματοδοτούν εμμέσως ένα πολιτικό κόμμα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο όπου αυτό βρίσκεται στην εξουσία;

- Δεν θα έπρεπε να γνωρίζουμε ποιες ιδιωτικές εταιρίες χρηματοδοτούν (εμμέσως) κομματικές επιχειρήσεις (κόμματος που κυβερνά) και αν οι επιχειρήσεις αυτές έχουν σχέση με συναλλαγές με το δημόσιο;

- Δεν θα έπρεπε για παράδειγμα να δούμε αν θα έπρεπε να υπάρχει εξαίρεση των κομματικών ΜΜΕ από την κρατική και την ιδιωτική διαφήμιση, όταν αυτά χρηματοδοτούνται (και) από τον Έλληνα φορολογούμενο;

- Δεν θα έπρεπε να εξετάσουμε -σε καθεστώς πλήρους διαφάνειας- την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Αυγής, που πραγματοποιήθηκε  λίγο καιρό πριν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλθει στην εξουσία; Δεν θα έπρεπε να ξέρουμε ποιοι τελικά “επένδυσαν” τα χρήματά τους σε ένα έντυπο 1500 φύλλων και έγιναν έτσι επιχειρηματικοί συνεταίροι του κόμματος της (τότε)  αξιωματικής αντιπολίτευσης; Μήπως θα έπρεπε να δοθούν απόψε στη Βουλή ονόματα και διευθύνσεις;

- Δικαιούται ένας κομματικός σταθμός ή μια εφημερίδα να χρηματοδοτούν δημοσιογράφους ή διαμορφωτές κοινής γνώμης, οι οποίοι στη συνέχεια στοχοποιούν ή υβρίζουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους; Ποιος άραγε μπορεί να ξεχάσει τις ύβρεις πεζοδρομίου του διευθυντή του κομματικού ραδιοφωνικού σταθμού κατά του πρώην πρωθυπουργού; Ποιος μπορεί να ξεχάσει την στοχοποίηση του Άδωνι Γεωργιάδη από πολύ γνωστό συνθέτη ο οποίος διατηρεί καθημερινή  εκπομπή στον ίδιο σταθμό; Ποιος μπορεί να αγνοήσει την στοχοποίηση ακόμα και πρώην συντρόφων τους ή μη αρεστών δημοσιογράφων; Είναι πολιτικά ορθή αυτή η συμπεριφορά; Πολιτικά ηθική; Δεοντολογικά αξιοπρεπής;

Όλα αυτά δεν θα πρέπει απόψε να συζητηθούν; Και να αναζητηθούν λύσεις διαφάνειας για κομματικές επιχειρήσεις που ασκούν πολιτική, κρίνουν και επικρίνουν τους αντιπάλους τους αλλά δεν λογοδοτούν πουθενά και για τίποτα;

Παράμετρος δεύτερη: Πριν λίγες ημέρες ο αρμόδιος Υπουργός κ. Νίκος Παππάς εξήγγειλε καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο για τις δημοσκοπήσεις. Στις σχετικές του δηλώσεις, ούτε λίγο – ούτε πολύ υπονόησε ότι οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων ετών δεν ευνόησαν ως προς τα συμπεράσματά τους τον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, μια που μιλάμε για “διαπλοκή” οφείλουμε να επισημάνουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο εν Ελλάδι κόμμα, που όταν βρισκόταν στην Αντιπολίτευση, τοποθέτησε δύο (2) πασίγνωστους, εν ενεργεία δημοσκόπους σε κομματική του Επιτροπή. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι ξεκάθαρο: Είναι δεοντολογικό, είναι σύννομο, είναι ηθικό άραγε ένας δημοσκόπος να τοποθετείται σε πολιτική θέση από ένα (οποιοδήποτε) κόμμα; Μπορεί ο καθένας κατέχοντας διπλό ρόλο, τόσο του κομματικού στελέχους όσο και του δημοσκόπου, να διατηρεί την αντικειμενικότητά του; Και αν τα καταφέρνει είναι αυτό δεοντολογικό έναντι των πολιτικών του αντιπάλων;   Σίγουρα και το ερώτημα αυτό θα έπρεπε απόψε να απασχολήσει τη συζήτηση στη Βουλή. Διότι καλές είναι οι μεγαλόπνοες εξαγγελίες, αλλά ακόμα καλύτερες είναι οι χειροπιαστές αποδείξεις. Με ανάμνηση συγκεκριμένων πρακτικών που έλαβαν χώρα στο πρόσφατο παρελθόν!

Παράμετρος τρίτη:  Πριν λίγες εβδομάδες έγινε γνωστό, ότι εκδότης εβδομαδιαίας εφημερίδας προσελήφθη από την Κυβερνητική Εκπρόσωπο στο Μέγαρο Μαξίμου. Δηλαδή, ένας επιχειρηματίας εντύπου (που παρεμπιπτόντως έγινε γνωστό από τις παράνομες αφίσες πολιτικού μπούλιγκ και από την στοχοποίηση των οικογενειών πολιτικών αντιπάλων του) επιβραβεύεται -και πλέον- χρηματοδοτείται από το κράτος για τις υπηρεσίες του.  Ο επιχειρηματίας αυτός έχει πλέον -εκ θέσεως-  λόγο για την κρατική διαφήμιση, ενώ το έντυπό του (όπου τυπικά μπορεί πλέον να μην εμφανίζεται ο ίδιος ως εκδότης) ανταγωνίζεται διαφημιστικά τα άλλα αντίστοιχα έντυπα. Οποιοσδήποτε καλοπροαίρετος μπορεί να αναρωτηθεί: Έχει ή δεν έχει πλεονέκτημα το έντυπο αυτό έναντι του ανταγωνισμού του, όταν ο μέχρι σήμερα εκδότης του είναι κεντρικός σύμβουλος του Μεγάρου Μαξίμου; Χρεώνεται ή όχι το νυν Μέγαρο Μαξίμου, τους ανοίκειους χαρακτηρισμούς που κατά το παρελθόν είχε εκτοξεύσει το έντυπο αυτό κατά των αντιπάλων του και των οικογενειών τους; Τι θα γινόταν για παράδειγμα αν ο κ. Σαμαράς  προσελάμβανε στο Μέγαρο Μαξίμου εν ενεργεία εκδότες όπως ο Φώτης Μπόμπολας ή Νίκος Χατζηνικολάου;

Αυτά, λοιπόν, είναι μερικά από τα ζητήματα όπου θα πρέπει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας να απαντήσει απόψε. Γιατί “διαπλοκή” δεν είναι μόνον αυτή που θέλει να αντιλαμβάνεται ο ίδιος. Χειρότερη διαπλοκή μπορεί είναι η άδηλη χρηματοδότηση ενός κομματικού εντύπου, ή η άδεια που μπορεί να δοθεί σε ένα κομματικό ραδιόφωνο από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη του την περίοδο όπου εκείνος βρίσκεται στην εξουσία!

Γιατί μόνον αν δώσει απαντήσεις στα παραπάνω θα μπορεί ο κ. Τσίπρας να μιλήσει καθαρά και για τα υπόλοιπα....

Θα τολμήσει;