Εν μέσω διεθνών αναταραχών η Ευρώπη «κοιτά» την άμυνά της - H παρέμβαση Μητσοτάκη
Eurokinissi/ Γιώργος Κονταρίνης
Eurokinissi/ Γιώργος Κονταρίνης

Εν μέσω διεθνών αναταραχών η Ευρώπη «κοιτά» την άμυνά της - H παρέμβαση Μητσοτάκη

Η Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), ιδρύθηκε ως ο δεύτερος πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το 1992. Βασικό στοιχείο της, η πεποίθηση ότι το ΝΑΤΟ είναι υπεύθυνο για την εδαφική άμυνα της Ευρώπης.

Τα τελευταία τρία χρόνια, από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και κυρίως, με την επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και τις γνωστές ρητορικές επιφυλάξεις περί της χρησιμότητας ή μη της αμερικανικής παρουσίας στο ΝΑΤΟ, το βασικό δεδομένο για την Ευρώπη δεν είναι πλέον δεδομένο.

Η Αθήνα ήταν από τις πρώτες χώρες -διατηρώντας και τις ιδιομορφίες στις προκλήσεις, που έχει να αντιμετωπίσει- που έθεσε επί τάπητος την ανάγκη συγκρότησης κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέμεινε ακόμη κι όταν η πρόταση φάνταζε εκτός ευρωπαϊκής ατζέντας, μέχρι τη σημερινή άτυπη Σύνοδος Κορυφής που έφερε τους 27 γύρω από το ίδιο τραπέζι με επίδικο ακριβώς την ευρωπαϊκή άμυνα. 

Ο Έλληνας πρωθυπουργός προσήλθε στις Βρυξέλλες με μια πρόταση δύο σημείων για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας και τη χρηματοδότησή της πέρα από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και εισηγήθηκε τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού εργαλείου ύψους 100 δισ. ευρώ, το οποίο θα μπορεί να χρηματοδοτήσει ένα τέτοιο εγχείρημα, στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Οι δαπάνες για την άμυνα, όμως, όπως η Ελλάδα γνωρίζει καλά, έχουν άμεσο αντίκτυπο και στην τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων, άρα και τη δημοσιονομική αξιοπιστία κάθε χώρας. Για το λόγο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει αυξημένη ευελιξία ώστε να δοθεί δημοσιονομικός χώρος στα κράτη-μέλη για τις επενδύσεις στην άμυνα και επαναφέρει το αίτημα της Αθήνας, να προβλέπεται εξαίρεση των επενδύσεων στην άμυνα από τους δημοσιονομικούς στόχους εκ των προτέρων και όχι εκ των υστέρων, όπως ισχύει με το σημερινό δημοσιονομικό πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο οι δαπάνες για αμυντικές επενδύσεις μπορούν να εξαιρούνται όταν εκκινεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος έναντι μιας χώρας. 

Στα μέσα Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να καταθέσει πακέτο προτάσεων για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, τη στιγμή, που, όπως επισημαίνουν από το κυβερνητικό επιτελείο, η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρώπη είναι να αναζητήσει ενιαία στάση και τρόπους εποικοδομητικής συνεργασίας με τη νέα αμερικανική διοίκηση. Άλλωστε, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει βάλει στο τραπέζι ένα ακόμη ζήτημα, την αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών ως ποσοστό του ΑΕΠ στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, θέμα το οποίο δεν αφορά στην Ελλάδα, καθώς οι αμυντικές δαπάνες της χώρας φτάνουν το 3% του ΑΕΠ. 

Το διακύβευμα της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση έχει μιλήσει προ πολλού, δεν μπορεί να κερδηθεί χωρίς την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας και της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Για το λόγο αυτό, τον περασμένο Μάιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης από κοινού με τον Πρωθυπουργό της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, με επιστολή προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε προτείνει την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας με τη δημιουργία ευρωπαϊκής αντιαεροπορικής ασπίδας, χρηματοδοτούμενης από κοινοτικούς πόρους, ενώ ήταν ανάμεσα στους 19 ηγέτες της ΕΕ που, με πρωτοβουλία της Φινλανδίας, υπέγραψαν την επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για αύξηση της χρηματοδότησης για την ευρωπαϊκή άμυνα.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός μιλά για την ανάγκη η Ευρώπη να αντιμετωπίσει «τεκτονικές γεωπολιτικές αλλαγές», θέτοντας μετ’ επιτάσεως τις επιπτώσεις της αμερικανικής πολιτικής στην εποχή Τραμπ, ζητώντας η Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά της, όπως επισημαίνει και σε άρθρο του στους FT. Επικαλούμενος εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι απαιτούνται πρόσθετες επενδύσεις ύψους 500 δισ. ευρώ στον τομέα της άμυνας κατά την επόμενη δεκαετία, ο κ. Μητσοτάκης σημειώνει ότι απαιτείται συλλογική δράση, κάνοντας λόγο για την ανάγκη να βρεθεί η συμπερίληψη της ασφάλειας και της άμυνας στον κατάλογο των στρατηγικών προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, προτείνοντας τη δημιουργία ενός νέου ευρωπαϊκού εργαλείου, στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης.

Επικαλούμενος τις εκθέσεις Draghi και Letta, μάλιστα, επισημαίνει ότι η αύξηση των δαπανών για την άμυνα πρέπει να συνοδεύεται από αύξηση της αποτελεσματικότητας, σε αντίθεση με τη σημερινή εικόνα, όπου «η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία παραμένει κατακερματισμένη, δεν διαθέτει το απαραίτητο μέγεθος και χρειάζεται περαιτέρω ενοποίηση και εξειδίκευση για τη δημιουργία κέντρων αριστείας».

«Εάν η Ένωσή μας πρόκειται να παραμείνει πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας, πρέπει να αποκτήσουμε μια ισχυρή, ενιαία και αξιόπιστη αποτρεπτική ικανότητα. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο» επισημαίνει στο άρθρο του στους FT ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την ελληνική εμπειρία, καθώς, όπως λέει, «ως κράτος μέλος πρώτης γραμμής, τόσο της ΕΕ όσο και του ΝΑΤΟ, και ως χώρα που αντιμετωπίζει μοναδικές και άμεσες προκλήσεις ασφαλείας, ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα έχει προ πολλού κατανοήσει την κρίσιμη σημασία των επενδύσεων στην άμυνα. Αλλά αυτές οι προκλήσεις ασφαλείας δεν είναι πλέον περιφερειακού χαρακτήρα. Το γεωπολιτικό διακύβευμα για την Ευρώπη δεν ήταν ποτέ υψηλότερο».