Του Σάκη Μουμτζή
Την Ελένη Παπαδάκη δεν την δολοφόνησαν παρακρατικοί της Δεξιάς. Αν γινόταν αυτό, σε κάθε πόλη θα υπήρχε και μια πλατεία με το όνομα της. Χιλιάδες σελίδες θα είχαν γραφεί για την ζωή της, τους δολοφόνους της και, κυρίως, για τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας της. Η Αριστερά—παγκοσμίως—έχει αναγάγει την θυματοποίηση σε επιστήμη. Μάλιστα, στο μαρτυρολόγιο του ΚΚΕ υπάρχουν στελέχη που εκτελέστηκαν γιατί είχαν διαπράξει οι ίδιοι δεκάδες φόνους κατά αόπλων, κατά φουκαράδων.
Η Ελένη Παπαδάκη που δολοφονήθηκε τέτοιες ημέρες του 1944 από την πολιτοφυλακή του ΚΚΕ, ανήκε στο αστικό στρατόπεδο. Και ήταν μια ηθοποιός υψηλής κλάσεως, κάτι που προκαλούσε τους ατάλαντους και φθονερούς συναδέλφους της από τον χώρο της Αριστεράς, και όχι μόνον.
Έτσι, μέσα στο κλίμα των ημερών αμέσως μετά την Απελευθέρωση, όπου «πας μη Εαμίτης ήταν γκεσταπίτης», όπως χαρακτηριστικά είχε πει ο Σιάντος στον Καρτάλη, η Ελένη Παπαδάκη στοχοποιήθηκε και διαγράφηκε από το σωματείο των ηθοποιών. Εννοείται πως σε αυτήν την ενέργεια που, όπως αποδείχτηκε, είχε όλα τα γνωρίσματα της προγραφής, πρωτοστάτησαν, όπως ήταν αναμενόμενο, οι ηθοποιοί που επρόσκειντο στο Κομμουνιστικό Κόμμα.
Ήταν πάγια πρακτική των σταλινικών κομμάτων, πριν εξοντώσουν κάποιον βιολογικά, να τον έχουν εξοντώσει προηγουμένως ηθικά, ώστε η φυσική του εξόντωση να καταστεί ευκολότερα αποδεκτή. Πολλές φορές και επιβεβλημένη. Από αυτόν τον κανόνα δεν ήταν δυνατόν να ξεφύγει η Ελένη Παπαδάκη.
Η μεγάλη τραγωδός όταν άρχισε η στάση των κομμουνιστών κατά της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητος τον Δεκέμβριο του 1944, παρ΄ότι γνώριζε ότι ήταν στόχος τους, δεν κατέφυγε σε ασφαλή περιοχή των Αθηνών, αλλά παρέμεινε στο σπίτι της που βρισκόταν στο πεδίο δράσης της πολιτοφυλακής των Πατησίων. Η συνέχεια είναι γνωστή. Συνελήφθη και δολοφονήθηκε στην Ούλεν μαζί με μερικούς χωροφύλακες.
Η Πολιτεία στην συνέχεια, πολύ γρήγορα λησμόνησε αυτό το γεγονός, όπως και χιλιάδες άλλα. Στο πλαίσιο της λήθης το καταχώνιασε στο συλλογικό υποσυνείδητο του Έθνους. Και στην συνέχεια, ο,τιδήποτε θύμιζε τα γεγονότα αυτής της περιόδου τα ενέταξε στις «γιορτές μίσους», υποκύπτοντας στον ιδεολογικό και πολιτικό λόγο των ηττημένων του εμφυλίου πολέμου 1943-1949.
Πρώτη φορά στην παγκόσμια Ιστορία οι νικητές ντρέπονται που κέρδισαν και οι ηττημένοι αισθάνονται δικαιωμένοι που έχασαν. Πρώτη φορά στην παγκόσμια Ιστορία οι νικητές δεν θέλουν να θυμούνται την νίκη τους και οι ηττημένοι γιορτάζουν την ήττα τους.
Την Ελένη Παπαδάκη την θυμούνται κάποιοι λίγοι που τους έχουν χαρακτηρίσει «γραφικούς» όχι οι αριστεροί, αλλά οι «φλώροι» της κεντροδεξιάς προσβάλλοντας βάναυσα την μνήμη των πατεράδων και των παππούδων τους που πολέμησαν για να απολαμβάνουν αυτοί οι «φλώροι» σήμερα το καπουτσίνο τους στην Αράχωβα.
Ο τίτλος αυτού του κειμένου ανήκει προφανώς στον χώρο της φαντασίας. Κανένας δήμαρχος και κανένας υπουργός δεν θα τολμήσει να τιμήσει την μνήμη της μεγάλης τραγωδού γιατί φοβάται, γιατί τρέμει, τι θα πουν γι΄αυτόν οι μαινάδες της Αριστεράς.
Δηλαδή φτάσαμε στο έσχατο σημείο ξεπεσμού να «τιμάμαι την Αριστερά και τους αγώνες της» και όχι τα θύματα της που ήταν το αποτέλεσμα αυτών των αγώνων και τα οποία ανήκαν στο στρατόπεδο μας.
Επομένως, δεν καταλήξαμε τυχαία στο σημερινό μας χάλι.