Είναι δημοσιογραφική «αυτοματοποίηση», δυο -τρεις μήνες μετά τη νίκη ενός κόμματος στις εκλογές και τον σχηματισμό κυβέρνησης, να αρχίζουν τα σενάρια του ανασχηματισμού. Και με τη συμπλήρωση ενός χρόνου της κυβέρνησης, αρχίζει η σεναριολογία των εκλογών.
Δεν υποπέσαμε ποτέ σε αυτή την αταβιστική συνήθεια, όμως πλέον ο καιρός εγγύς, ακόμη και στην ώρα τους να γίνουν οι εκλογές. Και αυτές θα είναι πολιτικό θρίλερ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε την απλή αναλογική όχι επειδή ήταν συνεπής προς το πάγιο αίτημα της Αριστεράς για «απλή και άδολη». Μια χαρά άφησε άθικτη την ενισχυμένη για τις εκλογές του Φθινοπώρου του 2015, επειδή τον βόλευε.
Όταν είδε τις δυνάμεις του να φυλλοροούν εμπνεύστηκε την απλή όντας σίγουρος ότι η Φώφη Γεννηματά θα τσιμπήσει, προκειμένου στην επόμενη βουλή να έχει περισσότερους βουλευτές, και το κόμμα της να συγκυβερνήσει. Παράλληλα κατά τους σχεδιασμούς Τσίπρα, ο Μητσοτάκης ως αποτυχών θα παραιτείτο και η ΝΔ θα έψαχνε νέο αρχηγό.
Προς μεγάλη δυσαρέσκεια - αλλά κυρίως μεγάλη έκπληξη αφού το είχαν σίγουρο - η Φώφη τους χάλασε τον εξυπνακίστικο σχεδιασμό. Δεν ψήφισε τον νόμο με τον οποίο για λίγες έδρες παραπάνω θα γινόταν υποχείριο του ΣΥΡΙΖΑ, και η ζωή τράβηξε το δρόμο της: Ο Μητσοτάκης ξεπροβόδισε τον Τσίπρα από το μέγαρο Μαξίμου.
Στη συνέχεια ο νέος Πρωθυπουργός ψήφισε μια πολύ λάιτ μορφή ενισχυμένης. Αυτό ίσως αποβεί λάθος του, αλλά τότε αποσκοπούσε να έχει ο νόμος ευρύτερη συναίνεση. Έτσι αποδέχτηκε τους όρους της Φώφης για μια ηπιότερη μορφή αναλογικής, προκειμένου το ΚΙΝΑΛ να ψηφίσει υπέρ. Όπερ και έγινε. Και αυτό οδηγεί τώρα σε ένα - κάποιο αδιέξοδο. Γιατί εντάξει, το σλόγκαν λέει ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά… μπορεί και να υπάρξουν!
Ο πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική είναι καμένες από χέρι, αφού δεν πρόκειται το πρώτο κόμμα να συγκεντρώσει άνω του 45% και να κατακτήσει την αυτοδυναμία. Το πρόβλημα εντοπίζεται στις δεύτερες, που κατά τα φαινόμενα δύσκολα η ΝΔ θα κατακτήσει αυτοδυναμία, και θα αναγκαστεί να επιδιώξει κυβέρνησης συνεργασίας.
Τι το τρομερό, θα αναρωτηθεί κάποιος. Σε όλη την Ευρώπη τα μαζικά κόμματα έχουν υποχωρήσει και οι κυβερνήσεις συνεργασίας αποτελούν κοινό τόπο. Σωστά, μόνο που οι λαοί και οι κυβερνήσεις της Ευρώπης δεν έχουν την ελληνική ιδιαιτερότητα.
Και στην ελληνική ιδιαιτερότητα δεν είναι εύκρατο το τοπίο για κυβερνήσεις συνεργασίας. Αυτές, με την τρέχουσα πολιτική κουλτούρα (και την κατάλληλη προπαγάνδα), ενοχοποιούνται και εκλαμβάνονται ως προδοσία αρχών. Το έπαθε το ΠΑΣΟΚ επειδή σε μια επικίνδυνη για τη χώρα στιγμή συνεργάστηκε με τη ΝΔ.
Με την καταγγελιολογία του ΣΥΡΙΖΑ προεβλήθη ως προδοσία. Ναι του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος συγκυβέρνησε με τον Καμμένο, ενώ προσδοκώντας τις ψήφους της ΧΑ για την υπερψήφιση του εκλογικού νόμου δήλωνε ότι «Στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι»!
Και όμως ο ΣΥΡΙΖΑ καταψηφίστηκε για την αποτυχημένη διακυβέρνησή του, αλλά στην καταψήφιση δεν προσμετρήθηκε η κολεγιά με τον Καμένο. Κατάφερε να το δικαιολογήσει στους οπαδούς του ως αναγκαίο «ιστορικό συμβιβασμό», για να χτυπήσουν τους κακούς!
Οπότε προβάλλει δύσκολος ο γρίφος για κυβέρνηση συνεργασίας, και προβάλλει για τους καθαρά ελληνικούς λόγους. Το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ εφόσον δεν θα έχει περάσει σε θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα είναι ο αδύναμος κρίκος του πολιτικού σκηνικού.
Παράλληλα θα είναι ο πιο προσιτός συνεταίρος της ΝΔ για κυβέρνηση συνεργασίας. Όμως αν το αποδεχθεί θα ελεηνολογηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ως «ουρά της Δεξιάς» όπως ελεηνολογήθηκε και για την κυβέρνηση Σαμαρά. Από την άλλη εάν δεν συναινέσει, επειδή ο κόσμος κουρασμένος θα θέλει «Επί τέλους κυβέρνηση», κινδυνεύει να ρευστοποιηθεί και να δει ποσοστό των ψηφοφόρων του να φεύγε προς τη ΝΔ.
Το ερώτημα που ορθώνεται, είναι: Αποτελεί συμφέρον για τη Δημοκρατία η κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, και να αφεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ μόνος του απέξω να πετάει πέτρες και να σαμποτάρει; (και για όσους «εύκολους» που θα μας καταλογίσουν «εμμονή» με τον ΣΥΡΙΖΑ, αρκεί η πρόχειρη απάντηση: Είναι το μοναδικό κόμμα στην Ευρώπη - για τον τρίτο κόσμο δεν έχουμε ενημέρωση - που έκανε κεντρικό θέμα της αντιπολιτευτικής του πολιτικής την πανδημία. Κανένα άλλο! Αυτό αρκεί για την αξιολόγησή του…).
Και οι τρίτες εκλογές τι θα προσφέρουν; Για τρεις μήνες μια πρόσκαιρη αμηχανία, ούτε καν ακυβερνησία. Το έχουμε ξαναζήσει. Δεν τινάχτηκε δα και η χώρα στο αέρα. Αντιθέτως θα φέρουν μια ισχυρή κυβέρνηση νομιμοποιημένη διά της λαϊκής εντολής, ώστε να εφαρμόσει το πρόγραμμά της. Και να κριθεί από αυτό.