Η εκκλησία ως… κυβερνητική συνιστώσα

Η εκκλησία ως… κυβερνητική συνιστώσα

Του Γιάννη Σιδέρη

Ισως υπερβολικά θεσμολατρικός ο θόρυβος που δημιουργήθηκε για την επιλογή του πρωθυπουργού να ενημερώσει πρώτα τον αρχιεπίσκοπο και όχι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους αρχηγούς των κομμάτων.

Ούτως ή άλλως τα κόμματα ορθώς ποιούντα, δεν θα δέχονταν την εκ των υστέρων ενημέρωση. Οφειλε η κυβέρνηση να τα ενημερώσει με την έναρξη των συνομιλιών, προκειμένου να υπάρξει το κατά τα δυνατόν ενιαία εθνική γραμμή. Η αρωγή της αντιπολίτευσης θα ήταν πολύτιμη στους νεοφώτιστους ατζαμήδες, γιατί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ διαθέτουν θεσμική μνήμη επί του Σκοπιανού, έχοντας διαπραγματευθεί και γνωρίζοντας τα όριά του.

Ωστόσο πρυτάνευσε και σε αυτό η Συριζαίικη κουτοπονηριά που εν τέλει αποβαίνει (αυτο)καταστροφική αφέλεια. Ο πρωθυπουργός και οι συν αυτώ φαντασιώθηκαν μια εύκολη επίλυση με διττό στόχο: Θα την έφεραν ως παράσημο στην προεκλογική τους εμφάνιση οψέποτε γίνουν εκλογές, ως επιλύσαντες ένα πρόβλημα που χρονίζει επί 1/4 του αιώνα. Αφετέρου θα διέσπειραν διχόνοια στη ΝΔ, στους κόλπους της οποίας ανιχνεύονται διάφορες πτυχές, από την εθνικόφρονα έως την κεντρώα κοσμοπολίτικη αντίληψη. 

Ουαί τοις αφελέσι! Δεν είχαν υπολογίσει ότι παρήλθαν οι καιροί του 4%, τότε που άνετα υπερηφανεύονται ότι αποκαλούν τα Σκόπια Μακεδονία, γιατί ήταν «προχώ» και όχι καθυστερημένοι εθνικιστές. Τώρα το κομματικό ακροατήριο και μεγάλωσε και άλλαξε. Το καινούργιο έχει πατριωτικές ευαισθησίες, ενώ προς αυτούς έχει στραμμένους οφθαλμούς και το ευρύτερο εθνικό ακροατήριο, το οποίο άνετα μπορεί να τους προσάψει το στίγμα του προδότη, εάν η συμφωνία δεν είναι αρεστή.  

Εντρομη η κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι το Σκοπιανό – στο οποίο είχαν φάει τη μούρη τους παλιές καραβάνες – δεν το ελέγχει. Υπερβαίνει τη χορεία των λεγόμενων θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και αγγίζει ευαίσθητες χορδές εθνικού αυτοπροσδιορισμού – όχι μόνο των Σκοπιανών, στους οποίους κάποτε αναγνώριζε το δικαίωμα αυτό, αλλά και των γηγενών και δη των ελλήνων της Βορείου Ελλάδας.

Το αυριανό συλλαλητήριο, ξεκίνησε εντελώς ανοργάνωτα – σχεδόν στην πλάκα – μέσω του Facebook από μικρή ομάδα περιθωριακών υπερεθνικιστών. Υποβοηθήθηκε μόνο από κάποια αθλητικά ραδιόφωνα της Βορείου Ελλάδας – προφανώς όχι αυθόρμητα – αλλά συν τω χρόνω άρχισε να μαζικοποιείται αυθόρμητα. Και αυτό παρ' όλη την σιγή που έχει επιβληθεί στα ΜΜΕ, τα σχολεία, τους επαγγελματικούς συλλόγους και τους Δήμους – από Μπουτάρη ήρξατο που το χαρακτήρισε «κατάπτυστο» και ζήτησε να υπάρξει άνωθεν παρέμβαση για τη ματαίωσή του.

Γι αυτό ο κ. Τσίπρας έσπευσε στον παλαιό φίλο της οικογένειάς του κ. Ιερώνυμο. Να του ζητήσει αρωγή και συμβολή στο κλίμα «εθνικής ομοψυχίας» που αίφνης επιζητεί η κυβέρνηση, «χωρίς κραυγές και άγονες αντιπαραθέσεις» (θαύμα εν αρχιεπισκοπή: Ο κ. Τσίπρας απετάξατο τις αντιπαραθέσεις!). 

Είχε προηγηθεί η κατευναστική απαντητική επιστολή προς τον Ιερώνυνο, όταν ο Κοτζιάς («κύκλοι του ΥΠΕΞ» τυπικά) αψυχολόγητα καταλόγισε στον αρχιεπίσκοπο συμπόρευση με τη Χ.Α. επειδή αρνήθηκε τη λέξη Μακεδονία στο όνομα. Ωστόσο τότε ο αρχιεπίσκοπος είχε ταχθεί και κατά των συλλαλητηρίων, φράση που αποτέλεσε το μάννα εξ' ουρανού για τον Πρωθυπουργό. Ουσιαστικά η προχθεσινή «ενημέρωση» ήταν άλλη μια ευκαιρία να εκμαιεύσει από τον Ιερώνυμο το «απεταξάμην τα συλλαλητήρια».

Ο αρχιεπίσκοπος κακώς βέβαια παρενέβη και στο θέμα του ονόματος, όμως θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως συγγνωστή η παρέμβασή του. Ας πούμε ότι – λόγω παράδοσης – το αντιμετωπίζει ως «υπόθεση του Γένους». Με ποιο δικαίωμα όμως παρενέβη σε μια κατεξοχήν κοσμική διαδικασία όπως είναι ένα συλληπτήριο το οποίο δεν άπτεται θεμάτων της εκκλησίας; Και ακόμη χειρότερα: Με ποιο δικαίωμα συνέστησε «εθνική συναίνεση»; Εντάξει, ωραία ηχεί ως λέξη, είναι αγαπησιάρικη και αυτονόητη, αλλά δεν ταιριάζει παντού και πάντα. Είναι αρκετά έμπειρος ώστε να γνωρίζει ότι όταν υπάρχει διαμάχη μεταξύ αντιπολίτευσης και κυβέρνησης για τους χειρισμούς της τελευταίας, μια τέτοια παραίνεση σημαίνει στοιχηθείτε με την κυβέρνηση.

Ετσι παρατηρείται το ελληνικό το κομφούζιο: Ο πρωθυπουργός αναγνωρίζει στην εκκλησία πολιτικό ρόλο λίγες ημέρες  μετά την επιστολή στην οποία υπενθύμιζε τους διακριτούς τους ρόλους. Εκ των πραγμάτων νομιμοποιεί και μελλοντικές παρεμβάσεις της. Ο ΥΠΕΞ  τη χαρακτηρίζει συμπορευόμενη με τη Χ.Α αλλά ο πρωθυπουργός ζητεί την συνδρομή της (αυτό το πολιτικό πρόβλημα της διάστασης πρωθυπουργού και υπουργού, δεν έχει επισημανθεί αρκούντως – και τελικώς είναι η εκκλησία Χ.Α ή όχι;).

Από την άλλη η αντιπολίτευση και το «Μέτωπο Λογικής» πολύ ενοχλήθηκαν με την άρνηση του όρου Μακεδονία από τον Αρχιεπίσκοπο, αλλά καθόλου δεν τον έψεξαν για την απόταξη των συλλαλητηρίων – απλώς  επειδή σε αυτό συμφωνούν μαζί του.

Και τέλος η ίδια η εκκλησία  επιστρατεύει τον αγαπητικό της λόγο υψώνοντάς τον ως προστατευτική ασπίδα στην κυβέρνηση για να κατασιγάσει τις επικρίσεις της αντιπολίτευσης – γινόμενη τρόπον τινά… συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ!