Η ευκαιρία να πάψουν τα σχολεία να είναι ψηφιακοί ουραγοί
Shutterstock
Shutterstock

Η ευκαιρία να πάψουν τα σχολεία να είναι ψηφιακοί ουραγοί

Τα τελευταία τουλάχιστον τριάντα χρόνια όλες οι προηγμένες χώρες του κόσμου επενδύουν με συστηματικό τρόπο και συνέπεια στον ψηφιακό μετασχηματισμό των εκπαιδευτικών τους συστημάτων

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν αφορά την ενίσχυση μόνο, ούτε κυρίως την ενίσχυση των ψηφιακών υποδομών των σχολείων. Αφορά κυρίως, την εισαγωγή της ψηφιακής κουλτούρας και της αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών σε όλες τις εκφάνσεις της λειτουργίας τους, με πρώτιστη τη διδασκαλία και τη μάθηση, τη διοίκηση της εκπαίδευσης και εν γένει τη σχολική καθημερινότητα.

Φυσικά, κάτι τέτοιο προϋποθέτει τρία πράγματα. Πρώτον ότι τα σχολεία έχουν επαρκείς ψηφιακές υποδομές και σύνδεση στο διαδίκτυο, δεύτερον ότι τα προγράμματα σπουδών έχουν ενσωματώσει την ψηφιακή λογική στην κατασκευή τους και άρα υπάρχει διαθέσιμος σημαντικός όγκος ψηφιακών πόρων και εκπαιδευτικού υλικού που τους αξιοποιεί και τρίτο και κυριότερο ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν επαρκή αρχική κατάρτιση και επιμόρφωση ώστε δημιουργικά να αξιοποιούν τη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών στη διδασκαλία τους.

Η κατάρτιση αυτή δεν σχετίζεται μόνο με την απλή χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, αλλά κυρίως με την παραγωγική τους αξιοποίηση σε εκπαιδευτικούς σχεδιασμούς με την ενεργοποίηση των κατάλληλων εκπαιδευτικών μεθόδων ενεργητικής μάθησης.

Σε όλα τα παραπάνω έχουν γίνει σημαντικά βήματα από την Πολιτεία όλα τα τελευταία χρόνια. Κυρίως μέσω της απορρόφησης ευρωπαϊκών πόρων έχει αναβαθμιστεί σημαντικά ο ψηφιακός εξοπλισμός και η σύνδεση των σχολικών μονάδων με το διαδίκτυο, έχουν πρόσφατα παραχθεί 166 σύγχρονα Προγράμματα Σπουδών που ενσωματώνουν τη λογική της ψηφιακής διδασκαλίας, έχει αναπτυχθεί πλούσιο διαδραστικό και πολυμεσικό εκπαιδευτικό υλικό ενώ έχει υπάρξει σημαντικός αριθμός εκπαιδευτικών που έχει επιμορφωθεί στη διδακτική χρήση των ΤΠΕ. 

Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία όλων των διεθνών οργανισμών, η χώρα παραμένει ουραγός στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Εκπαίδευσης. Το ερώτημα είναι, τι φταίει; Κατά τη γνώμη του γράφοντος, είναι τρεις οι παράγοντες:

Πρώτον, σε επίπεδο ψηφιακής εκπαιδευτικής πολιτικής δεν υπάρχει συνέχεια. Περίοδοι έντονης δραστηριοποίησης, όπως η περίοδος 2009-2011 όπου εγκαινιάστηκε στη χώρα η πολιτική του «Ψηφιακού Σχολείου» τις διαδέχονται περίοδοι όπου η ψηφιακή εκπαιδευτική πολιτική περνάει σε δεύτερη ή και σε τρίτη μοίρα όσον αφορά τις προτεραιότητες της Πολιτείας (π.χ. η περίοδος 2015-19). 

Δεύτερον, η Ελλάδα, ειδικά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σε μεγάλο βαθμό και εξαιτίας της έλλειψης διορισμών την περίοδο των μνημονίων, διαθέτει το πλέον γερασμένο πληθυσμό εκπαιδευτικών ανάμεσα σε όλες τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλές ειδικότητες η μέση ηλικία διορισμού στην εκπαίδευση είναι άνω των 45 ετών. Είναι επομένως φυσικό, οι μεγαλύτερης ηλικίας εκπαιδευτικοί να δυσκολεύονται περισσότερο στην υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών στη διδακτική τους πρακτική έναντι νεότερων συναδέλφων τους.

Τρίτον, οι ψηφιακές παρεμβάσεις και αναβαθμίσεις του συστήματος συχνά δεν αντιμετωπίζονται με ολιστικό και συστημικό τρόπο και έτσι είτε προστίθενται ως πρόσθετο «βάρος» στις έγχαρτες διαδικασίες, είτε σύντομα απαξιώνονται. Το ζητούμενο είναι η οργανική ένταξη των ψηφιακών τεχνολογιών στον τρόπο που μαθαίνουν στο σχολείο.

Μια τέτοια ένταξη θα επιτρέψει την καλλιέργεια δεξιοτήτων, όπως η ενεργητική αναζήτηση και αξιολόγηση πληροφορίας, η σύγκριση πηγών, η χρήση πολλαπλών αναπαραστικών μέσων, που η ίδια η φύση των ψηφιακών τεχνολογιών επιτρέπει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι τα συμβατικά έντυπα υλικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα της αξιολόγησης των μαθητών.

Τη στιγμή που οι περισσότερες χώρες στον ΟΟΣΑ έχουν προχωρήσει στην αξιοποίηση ψηφιακών tests μέσω ψηφιακών πλατφορμών για την αξιολόγηση των μαθητών τους, στην Ελλάδα ακόμη αξιοποιούνται γραπτά διαγωνίσματα. Άρα ζητάμε από τους εκπαιδευτικούς να διδάξουν ψηφιακά, όταν οι μαθητές τους θα αξιολογηθούν σε γραπτού τύπου εξετάσεις.

Ακόμα χειρότερα, ζητάμε από τους εκπαιδευτικούς να διεκπεραιώνουν στα σχολεία τους διοικητικές διαδικασίες σε δύο μορφές, και έντυπα και ψηφιακά.

Είναι η ώρα, η χώρα να κάνει ένα «άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά» και να κερδίσει το χαμένο έδαφος στον τομέα της ψηφιοποίησης της εκπαίδευσης.

Η συγκυρία είναι εξαιρετική. Υπάρχει μια πολιτική ηγεσία στο Υπουργείο Παιδείας που έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες στο πεδίο του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους. Υπάρχουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πρωτόγνωροι για τη χώρα πόροι που έχουν προγραμματιστεί να κατευθυνθούν στην ψηφιακή αναβάθμιση των σχολείων σε όλα τα επίπεδα (υποδομές, εξοπλισμός, ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό, επιμόρφωση εκπαιδευτικών).

Υπάρχει τέλος, η συνειδητοποίηση ολοένα και μεγαλύτερου μέρους της Κοινωνίας ότι στην εποχή της επέλασης της Τεχνητής Νοημοσύνης η ψηφιακή ικανότητα των επερχόμενων γενιών αποτελεί έναν γραμματισμό ισάξιο με ό,τι ήταν οι ικανότητες γραφής και ανάγνωσης για τις γενιές πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χαθεί μια ακόμα ευκαιρία...

* Ο Κώστας Δημόπουλος είναι καθηγητής Σχολικής Εκπαίδευσης στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου