Πριν από τον πρώτο γύρο των τοπικών εκλογών, στις 3/10 και με τίτλο «Ο Μπέος και η κομματοκρατία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση», έγραφα: «Εάν τα κόμματα δεν επενέβαιναν στις αυτοδιοικητικές εκλογές, η Τοπική Αυτοδιοίκηση ενδεχομένως να είχε πιο άξιους εκπροσώπους, γιατί φίλτρο της ψήφου θα ήταν η ικανότητα και όχι η κομματική τοποθέτηση».
Φυσικά προσωπικές απόψεις, φάλτσες στο γενικό κλίμα του κομματικού ανταγωνισμού, αλλά δικαιούται ο γράφων να αποστασιοποιείται από ιαχές νίκης και απολογίες ήττας. Ωστόσο θεωρεί ότι στον δεύτερο γύρο των εκλογών η κοινωνία αυτονομήθηκε από την κομματική εντολή. Δεν ξέρουμε αν ψήφισε με αυτοδιοικητική λογική, πάντως επέδειξε απείθεια στις κομματικές γραμμές.
Ο υπερβολικός - και εντελώς αχρείαστος - στόχος της ΝΔ για νίκη και στις 13 περιφέρειες, δημιούργησε αίσθηση ήττας με τα τελικά αποτελέσματα, τη στιγμή που πήρε 11 στις 13 περιφέρειες - συμπεριλαμβανομένων των 4 γαλάζιων ανταρτών. Έχασε μόνο τη Θεσσαλία, υπό το βάρος και της καταστροφής. Στην Κρήτη θεωρητικά κέρδισε επειδή στήριξε Αρνατουτάκη, αλλά ο Αρναουτάκης είναι γέννημα - θρέμμα ΠΑΣΟΚ.
Κατά την ταπεινή μας γνώμη αυτό σημαίνει ότι ο πολιτικός και ιδεολογικός χώρος της ΝΔ εξακολουθεί να υπάρχει ως πυξίδα στην κοινωνία. Έχασε στα σημεία όχι ο πολιτικός χώρος, αλλά το οργανωμένο σχήμα που εκφράζεται από το κυβερνητικό κόμμα. Ίσως… ευτυχώς...
Αφού το αποτέλεσμα ερμηνεύεται ως ρινγκ κομματικών ανταγωνισμών, η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να εξέλθει από την επανάπαυση και την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας. Θα αρχίσει να φοβάται και λογικά θα επιταχύνει και θα βελτιώσει το έργο της.
Με κομματική λογική λοιπόν η μεγίστη ήττα ήταν ο δήμος Αθηναίων και προφανής η νίκη του ΠΑΣΟΚ. (Αυτό βέβαια δεν δικαιολογεί εκπροσώπους του ΠΑΣΟΚ να εκφράζονται με προπέτεια στα όρια του χουλιγκανισμού, στα τηλεοπτικά πάνελ. Την ίδια συμπεριφορά είχαν οι Συριζαίοι από το 2015, και το μόνο που κατάφεραν ήταν να τους αντιπαθήσει ο κόσμος…).
Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει καταπονημένος και καταποντισμένος από την πρώτη Κυριακή. Και στην καταβύθισή του προσπαθεί να προσκολληθεί στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο ούτως ή άλλως είχε δυνάμεις στην Τ.Α. Ο Κασσελάκης έκανε μια δήλωση - έκκληση. Δήλωσε, ότι «απόψε είναι η πρώτη μεγάλη ρωγμή του καθεστώτος Μητσοτάκη».
Μαζί του, με τον δικό του τρόπο, ταυτίστηκε ο μοιραίος για το ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου (ναι αυτός που τον έλεγαν Πινοσέτ και προδότη οι Συριζαίοι, και του πετούσαν μπουκάλια νερού βγαίνοντας από τη Βουλή). Αναφέρθηκε στη μεγάλη νίκη του Δούκα, και έσπευσε να προκαταλάβει το κόμμα του, λέγοντας ότι η νίκη αυτή είναι μεγάλο μήνυμα για τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας (επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ συντάχθηκε πίσω από τους υποψηφίους του ΠΑΣΟΚ).
Είναι δεδομένο ότι στην αποσύνθεσή του ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσκολληθεί στο ΠΑΣΟΚ. Ένας βουλευτής του έλεγε δεν είναι νίκη του ΠΑΣΟΚ ο Δούκας, είναι νίκη των προοδευτικών δυνάμεων!
Με πρόσχημα το μεγαλύτερο ποσοστό των εθνικών εκλογών, θα υποδύεται τον ρόλο του ηγήτορος, του μεγάλου κόμματος της Κεντροαριστεράς που συσπειρώνει τον χώρο. Κομβική ημερομηνία όμως θα είναι οι ευρωεκλογές, οπότε οι εκλογείς της Κεντροαριστεράς θα αναδείξουν σε ποιο από τα δύο κόμματα εναποθέτουν τον ρόλο του ηγήτορα.
Φυσικά όλη η φιλολογία περί ώσμωσης συνεργασίας και… συνένωσης ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ πηγάζουν από την απελπισία του ΣΥΡΙΖΑ. Βρήκε κάτι να πιαστεί για να εκπέμψει προοπτική στους ψηφοφόρους του. Και σε αυτή την επιδίωξη βρήκε συμπαραστάτες τον ΓΑΠ και κάποιους ελάχιστους που παρέμειναν στο ΠΑΣΟΚ τον καιρό του ανοίγματος που έκανε η Γεννηματά. Αλλά οι απόψεις τους δεν έχουν αντίκρισμα στο «βαθύ ΠΑΣΟΚ».
Κυρίως δεν έχουν αντίκρισμα στον Νίκο Ανδρουλάκη που επιμένει στην αυτονομία του κόμματος. Στην επινίκιο δήλωση για τον Δούκα, έκανε λόγο για καθαρή νίκη του ΠΑΣΟΚ και μεγάλη ήττα του κ. Μητσοτάκη. Επιδόθηκε φυσικά στη μεγαλοστομία ότι «ο ελληνικός λαός έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα» (με έναν δήμο, άντε δύο, και μια περιφέρεια) και διαβεβαίωσε «εμείς συνεχίζουμε ενωμένοι τη νικηφόρα πορεία που ξεκινήσαμε στις εθνικές εκλογές».
Πουθενά καμία νύξη δεν γίνεται για ενδεχόμενη συνεργασία, σύμπραξη κλπ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο διαβεβαιώνει και το ρεπορτάζ. Απορίας άξιον γιατί δαιμονοποποιείται και προβάλλεται ως επίφοβη μια τέτοια προοπτική, που είναι ένα πουκάμισο αδειανό.