Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Κάποιοι βιάστηκαν να αμφισβητήσουν τις ελληνικές κινήσεις ως απάντηση στην τουρκική προκλητικότητα. Ορισμένοι εξ αυτών καλόπιστα όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα στο πλαίσιο του πολιτικού παιχνιδιού. Κάποιοι άλλοι όμως επιχείρησαν να μειώσουν τα όσα έγιναν πριν από μερικές εβδομάδες στην αμερικανική πρωτεύουσα κατά την επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού, έχοντας ως στόχο να αποκομίσουν κομματικά οφέλη.
Τις τελευταίες ημέρες λοιπόν έχουν καταγραφεί διαδοχικές σαφείς τοποθετήσεις των ΗΠΑ υπέρ των συμφερόντων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι οποίες δείχνουν μια διαφοροποίηση από την πολιτική των ίσων αποστάσεων, η οποία κυριαρχούσε το τελευταίο διάστημα από πλευράς Αμερικής. Ελαφρά μεν αλλά ορατή δε, η οποία εμμέσως πλην σαφές, καθιστά εντελώς “επιδερμική” την ανάγνωση που έκανε κυρίως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε σχέση με το ταξίδι Μητσοτάκη.
Οι δημόσιες αυτές αμερικανικές τοποθετήσεις, πέρα και πάνω από τα όποια στενά κομματικά όρια, παρέχουν στήριξη στις ελληνικές θέσεις σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη χρονική συγκυρία, παρά το γεγονός ότι από την αμερικανική διακυβέρνηση δεν λείπουν και οι έντονα αντιφατικές προσεγγίσεις.
Πιο συγκεκριμένα:
- Σχεδόν 44 χρόνια μετά την επιστολή Κίσινγκερ προς τον Δημήτρη Μπίτσιο (Απρίλιος 1976) είχαμε την επιστολή του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο προς τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Σε αυτήν οι Ηνωμένες Πολιτείες μιλούν όχι μόνο για την υποχρέωση επίλυσης των διαφορών με ειρηνικά μέσα και για την αποφυγή προκλητικών πράξεων ή διακηρύξεων, αλλά τονίζουν -και μάλιστα δύο φορές- ότι «παραμένουν δεσμευμένες να στηρίξουν την ευημερία, την ασφάλεια και την δημοκρατία της Ελλάδας». Στην ίδια επιστολή τονίζεται ότι θα συνεχίσουν να στηρίζουν την Ελλάδα «ως ηγέτη στην Ευρώπη, ως σύμμαχο-κλειδί και ως κρίσιμο παίκτη στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια» και κάνουν σαφέστατη αναφορά στο Διεθνές Δίκαιο. Δεν γίνεται λόγος μόνο για αποφυγή επιθετικών ενεργειών, οι οποίες καταδικάζονται, ούτε μόνο για αποφυγή λύσεων με στρατιωτικά μέσα. Εκφράζεται ρητά η στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών στην ευημερία, στη Δημοκρατία και στην Ασφάλεια της Ελλάδας.
- Ο εκπρόσωπος του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, απαντώντας (21 Ιανουαρίου) σε σχετική ερώτηση, αφού χαρακτήρισε την παρουσία του «Γιαβούζ» στην κυπριακή ΑΟΖ προκλητικό βήμα, τόνισε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να ανησυχούν έντονα για τις πληροφορίες που αφορούν τις γεωτρήσεις της Τουρκίας στα ύδατα της Κύπρου, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων αποστολής του ‘Γιαβούζ’ νότια της Λεμεσού. Αυτό το προκλητικό βήμα δημιουργεί εντάσεις στην περιοχή. Καλούμε τις τουρκικές αρχές να σταματήσουν αυτή τη δραστηριότητα»,
- Σε ό,τι αφορά στο τουρκολιβυκό μνημόνιο της Τουρκίας με την κυβέρνηση της Λιβύης, ο Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το χαρακτήρισε (15 Ιανουαρίου) «αντιπαραγωγικό και προκλητικό» τονίζοντας ότι «περιλαμβάνει θαλάσσιες περιοχές οι οποίες ανήκουν ή διεκδικούνται από την Ελλάδα». Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ελλάδα Τζέφρυ Πάιατ, μιλώντας σε δημοσιογράφους (12 Ιανουαρίου) ανέφερε ότι «οι ισχυρισμοί της τουρκικής κυβέρνησης για τις διεκδικήσεις των θαλάσσιων ζωνών διαφέρουν από τη νομική ανάλυση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας».
Θα αναρωτηθεί κάποιος: Μα καλά, με όλα τα παραπάνω ξαφνικά άλλαξε η λογική της αμερικανικής διπλωματίας και μάλιστα υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Η απάντηση είναι προφανώς και όχι. Όμως έχοντας απέναντι μας έναν πολύ καλό φίλο του Ντόναλντ Τραμπ, τον πρόεδρο Ερντογάν, καλά θα είναι να εκτιμάται κάθε καλή κουβέντα του αμερικανικού παράγοντα και όχι να γίνεται αντικείμενο μικροκομματικής εκμετάλλευσης. Ειδικά σε αυτή την τόσο “καυτή” περίοδο....