Κατακλύστηκαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καθώς και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από άρθρα και αναρτήσεις σχετικές με τη σύλληψη του φυγόποινου καταδικασμένου υπαρχηγού της Χρυσής Αυγής. Οι περισσότερες από αυτές, είχαν χιουμοριστικό χαρακτήρα ή εστίαζαν στον «ερασιτεχνικό» χαρακτήρα της όλης προσπάθειας διαφυγής του, εδώ και 8 μήνες. Είναι όμως ορθή αυτή η αντιμετώπιση;
Οι εγχώριοι θαυμαστές του εθνικοσοσιαλισμού και του φασισμού και τα καταδικασθέντα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής, δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται, ούτε με χιούμορ, ούτε με αστειάκια. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αρχηγοί της Χρυσής Αυγής καταδικάστηκαν για σύσταση και διεύθυνση εγκληματικής συμμορίας, για δολοφονία και για μια σειρά δολοφονικών επιθέσεων και ότι οι θαυμαστές των Ναζί βάζουν «ιδεολογική πλάτη», στην εξόντωση με φρικτό τρόπο εκατομμυρίων ανθρώπων.
Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται με αστειάκια και χιούμορ, αυτή η ομάδα των εγκληματιών και των οπαδών τους. Η ομάδα που σκόρπισε τον φόβο, τον πόνο και τον θάνατο στη Ελλάδα του 21ου αιώνα. Η ομάδα που υπερασπίζεται τα εγκλήματα των Ναζί, χλευάζοντας ακόμα και σήμερα τα θύματα του Ολοκαυτώματος. Διότι όπως έχει γράψει και η Hannah Arendt, οφείλουμε να έχουμε πάθος και οργή όταν αναφερόμαστε στα εγκλήματα των εθνικοσοσιαλιστών. Έχει γράψει χαρακτηριστικά: «πρέπει να θυμόμαστε πως ο ρατσισμός και ο φασισμός δεν θα αποκομίσουν από αυτόν τον πόλεμο μόνο την πικρία της ήττας αλλά και τη -για κάποιους λόγους- γλυκιά ανάμνηση της ευκολίας των μαζικών δολοφονιών».
Ας έρθουμε όμως και λίγο στα δικά μας. Ας θυμηθούμε ότι η σύλληψη των χρυσαυγιτών πρωτεργατών της δολοφονίας του Φύσσα έγινε επί συγκυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ. Το κατηγορητήριο στοιχειοθετήθηκε από τις αρχές, επί συγκυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ. Αλλά και η προφυλάκιση των χρυσαυγιτών και η παραπομπή τους σε δίκη, έγινε επίσης επί συγκυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ.
Και μετά ήρθε η τετραετία της συγκυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου. Κατά τη διάρκεια της οποίας, η συγκεκριμένη κυβέρνηση «αδυνατούσε» να βρει αίθουσα για την διεξαγωγή της δίκης, την ίδια στιγμή που είχε θέσει ως κορυφαίο στόχο της, την παραπομπή σε δίκη που θα οδηγούσε στην καταδίκη και φυλάκιση, των πολιτικών της αντιπάλων μέσω του «σκανδάλου Novartis».
Για σκεφτείτε το! Η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, πήγαινε στα μαλακά τους εγκληματίες της Χρυσής Αυγής, αφού η ΧΑ ανήκε στο αντιευρωπαϊκό, αντιμνημονιακό και «φιλοδραχμικό» μέτωπο. Η ΧΑ αποτελούσε τη βάση του κινήματος των αγανακτισμένων της «πάνω» Πλατείας Συντάγματος. Η ΧΑ ανήκε στο μέτωπο του «Όχι». Η ΧΑ αποτελούσε κυρίαρχο παίκτη του συνονθυλεύματος, που οδηγούσε τη χώρα στο γκρεμό. Η ΧΑ εξυπηρετούσε την κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, στα πλαίσια των κοινοβουλευτικών συσχετισμών. Κάτι που είχε καταστήσει σαφές και ο τότε πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, με δήλωση του τον Ιούνιο του 2016: «Στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι. Δεν έχουμε μιλήσει με τη Χ.Α. Από εκεί και πέρα η Βουλή λειτουργεί με 300. Ποτέ δεν αφαιρέθηκε καμία ψήφος από καμία μεριά. Αυτό που σας λέω δεν αποτελεί πρόσκληση προς την Χρυσή Αυγή. Αλλά επειδή ο εκλογικός νόμος είναι ένα κορυφαίο ζήτημα και κάθε κόμμα έχει τη δική του άποψη, περιμένουμε να δούμε τι θα πει και η Χρυσή Αυγή».
Η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου για πέντε - δέκα ψήφους, ξέπλυνε τη Χρυσή Αυγή, και τα εγκλήματα της. Η σύλληψη του υπαρχηγού της Χρυσής Αυγής, τουλάχιστον σε εμάς, αυτές τις μνήμες ενεργοποίησε. Και φυσικά στο μυαλό μας δεν κυριαρχεί η επικινδυνότητα των εξουσιολάγνων του ΣΥΡΙΖΑ, που ποδοπάτησαν την «ιδεολογία» τους για να γευθούν το μέλι της εξουσίας.
Στο μυαλό μας κυριαρχεί η έμμεση πολιτική άφεση αμαρτιών που έδωσε η τότε κυβέρνηση, στους εγκληματίες και λάτρεις του εθνικοσοσιαλισμού, που οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στους κύκλους της κολάσεως των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Γιατί τα εγκλήματα των εθνικοσοσιαλιστών κατά της ανθρωπότητας, δεν πρέπει να ξεχαστούν για κανένα λόγο.
Ο Vasily Grossman, στο βιβλίο του «η κόλαση της Τρέμπλινα» γράφει: «Στην αρχή αφαιρούσαν από τον άνθρωπο την ελευθερία, το σπίτι, την πατρίδα και τον οδηγούσαν σε μια ανώνυμη δασική ερημιά. Ύστερα, σε μια αλάνα δίπλα στο σιδηρόδρομο, του έπαιρναν τα ρούχα του, τις επιστολές, τις φωτογραφίες των δικών του, ακολούθως πίσω από τον φράκτη του στρατοπέδου, του έπαιρναν τη μητέρα, τη γυναίκα, το παιδί. Μετά έπαιρναν από τον γυμνό άνθρωπο τα έγγραφα του, τα πετούσαν στη φωτιά, του αφαιρούσαν το όνομα του. τον έσπρωχναν σε ένα διάδρομο με ένα χαμηλό πέτρινο ταβάνι, του αφαιρούσαν τον ουρανό, τα αστέρια, τον άνεμο και τον ήλιο. Και τότε άρχιζε η τελευταία πράξη της ανθρώπινης τραγωδίας – ο άνθρωπος περνούσε στον τελευταίο κύκλο της κόλασης Τρεμπλίνκα».