Η ευθύνη που ανατίθεται εφεξής στον πρόεδρο της Βουλής να χορηγήσει άδεια ή να αρνηθεί άδεια άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας, όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα, είναι μια ευθύνη που έχει να κάνει και με την προστασία της χώρας και με την προστασία της τιμής τού πολιτικού κόσμου αλλά και με την προστασία της εθνικής ασφάλειας, ανέφερε ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, σε παρέμβαση του στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την άρση του απορρήτου και την ΕΥΠ.
Ο κ. Τασούλας αναφέρθηκε στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου που ορίζει ότι «το αίτημα για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας που αφορά πολιτικά πρόσωπα υποβάλλεται μόνο από την ΕΥΠ και οφείλει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που καθιστούν άμεση και εξαιρετικά πιθανή τη διακινδύνευση της εθνικής ασφάλειας. Το αίτημα, μαζί με τα στοιχεία που το συνοδεύουν, υποβάλλεται από τον διοικητή της ΕΥΠ στον πρόεδρο της Βουλής, προκειμένου να χορηγήσει σχετική άδεια εντός προθεσμίας είκοσι τεσσάρων (24) ωρών».
«Ως πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων που θα επωμιστώ, θεωρητικά ή πρακτικά αυτή την επερχόμενη ευθύνη, την αποδέχομαι. Σας ζητώ να μου την αναθέσετε και είμαι βέβαιος ότι θα την ασκήσω, εάν χρειαστεί, με τρόπο που θα δικαιώνει τις προσδοκίες σας», ανέφερε ο Κώστας Τασούλας. Απευθυνόμενος στα μέλη της εθνικής αντιπροσωπεία, ο κ. Τασούλας, δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει πως η απόφαση για την ανάθεση της αρμοδιότητας αυτής στον πρόεδρο της Βουλής είναι ένα «πολιτειακό φίλτρο», το οποίο θα λάβει υπόψη περισσότερες παραμέτρους από ό,τι ένας υπηρεσιακός παράγων θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί, όταν θα ενέκρινε μια τέτοια πρωτοβουλία, τόσο σοβαρή, εφόσον αφορά σε πολιτικά πρόσωπα.
Στο κλίμα αυτό, ο πρόεδρος της Βουλής είπε επίσης ότι για η ορθότητα αυτής της πρόβλεψης θα μπορούσε να τεκμηριωθεί και αν αναρωτηθεί σήμερα κανείς τι αποτέλεσμα θα είχε η συγκεκριμένη διάταξη, εάν είχε εφαρμογή τότε που έγινε η παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη, δηλαδή εάν ίσχυε αυτή η διάταξη που σε λίγο θα ψηφιστεί και εάν είχε ερωτηθεί ο πρόεδρος της Βουλής γι΄αυτό το «απαράδεκτο συμβάν» που τελικώς «κάκιστα έγινε».
Ο κ. Τσούλας απάντησε ουσιαστικά και σε εκείνους που επικρίνουν τη διάταξη και ισχυρίζονται ότι μια έγκριση για την άρση απορρήτου πολιτικού προσώπου προϋποθέτει απόφαση που θα έχει περισσότερα εχέγγυα αντιπροσωπευτικότητας.
«Ο πρόεδρος της Βουλής, ως μονοπρόσωπο άμεσο όργανο του κράτους, έχει θωρακιστεί με σημαντικές αρμοδιότητες -δεν είναι κάτι το παράταιρο- οι οποίες έχουν να κάνουν, φερ΄ειπείν, με την αναπλήρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας, έχουν να κάνουν με την υπογραφή του ψηφίσματος για το ισχύον Σύνταγμα της χώρας, με την προσυπογραφή της αποφάσεως για διενέργεια δημοψηφίσματος.
Ο πρόεδρος της Βουλής προεδρεύει επιτροπής, οι εργασίες τής οποίας είναι απόρρητες, η οποία ενημερώνεται από το υπουργείο Εξωτερικών για τα απόρρητα κονδύλια, τις απόρρητες δαπάνες του υπουργείου Εξωτερικών. Προεδρεύει διαδικασιών, βάσει των οποίων επιλέγονται οι διοικήσεις ανεξαρτήτων αρχών.
Ως μονοπρόσωπο μπορεί να στέλνει πίσω αίτηση άρσεως ασυλίας, χωρίς προηγουμένως να έχει πάει στην επιτροπή κοινοβουλευτικής δεοντολογίας, εφόσον κρίνει ο ίδιος ότι αυτή αφορά σε νέα δίωξη που όμως στηρίζεται στα ίδια πραγματικά στοιχεία, προγενέστερης απόπειρας ασκήσεως δίωξης η οποία δεν ευδοκίμησε στην Ολομέλεια της Βουλής.
Συνεπώς ο πρόεδρος της Βουλής έχει σημαντικές αρμοδιότητες απονεμημένες από το Σύνταγμα, τον Κανονισμό της Βουλής και τον νόμο και τώρα, στο άρθρο 4 έρχεται μια σημαντική ευθύνη την οποία αν κανείς, στο πνεύμα της εποχής, ήταν ιδιαίτερα φυγεύθυνος, θα εδικαιούτο να την αποποιηθεί», είπε ο κ. Τασούλας.
Ο πρόεδρος της Βουλής αναφέρθηκε όμως και στη μεγάλη σημασία της ΕΥΠ. «Αυτό που δεν πρέπει να μας διαφεύγει, που είναι το βασικότερο κατά τη γνώμη μου, είναι η μεγάλη σημασία της ύπαρξης της ΕΥΠ. Η ΕΥΠ επιτελεί εθνικό έργο και με την περαιτέρω θεσμική θωράκιση της λειτουργίας της, φιλοδοξούμε να τη βοηθήσει στο έργο της προς αντιμετώπιση θεμάτων εθνικής ασφαλείας», είπε ο Κώστας Τασούλας και προσέθεσε ότι πλέον η εθνική ασφάλεια πλέον περιγράφεται και αφορά στην άμυνα, την εξωτερική πολιτική, την ενεργειακή ασφάλεια και την κυβερνοασφάλεια, τομείς, δηλαδή «ύψιστης ασφάλειας», για την καλή πορεία των θεμάτων της χώρας.
«Είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος μιας Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που δουλεύει σωστά και που το λεγόμενο πολιτικό σύστημα την αξιοποιεί σωστά», είπε ο πρόεδρος της Βουλής και προσέθεσε: «Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών πρέπει να είναι όνομα και πράγμα. Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών προκειμένου να αντιμετωπίσουμε κινδύνους υπαρκτούς και όχι, από δική μας επινόηση, κινδύνους που έχουν να κάνουν και με τους τέσσερις τομείς που το νομοσχέδιο ορίζει ως τομείς εθνικής ασφάλειας, άμυνα, εξωτερική πολιτική, ενεργειακή ασφάλεια και κυβερνοαασφάλεια. Πρέπει συνεπώς να επανέλθει η αξιοπιστία».