Του Γιάννη Σιδέρη
Μάγισσα Κίρκη η εξουσία μεταμορφώνει και εκφυλίζει όλους όσους γεύονται τις ηδονές της. Μόνο ο βαθμός διαφέρει. Οι φρέσκοι εξουσιαστές είναι οι πλέον ευεπίφοροι να παραδοθούν χωρίς αντίσταση στη γοητεία της.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος έσπευσε χθες να υπερασπισθεί ολοψύχως και ενθέρμως τον συγκυβερνήτη Πάνο. Όχι για το ταξίδι του στο Μονακό. Αυτό το υπερασπίστηκε και ο γράφων χθες, ως δικαίωμα του υπουργού στο μέτρο που πήγε οδίοις χρήμασι, και για το οποίο δεν υποχρεούτο να απολογηθεί.
Όμως ο κ. Τζανακόπουλος, προέταξε το θεσμικό βάρος της ιδιότητάς του ως ασπίδα προστασίας στο χυδαίο tweet Πάνου Καμμένου. Ένα tweet με το οποίο – όχι απλώς στοχοποιούσε, αλλά – κατακρεουργούσε την αξιοπρέπεια πολιτικών του αντιπάλων.
Να το θυμίσουμε: Οργισμένος για την (και κατά τη γνώμη μας), υπερβολική και ανώφελη ερώτηση στη Βουλή για το ταξίδι του, έγραψε ότι κάνουν ερωτήσεις «αυτοί που παριστάνουν συνοδούς τέως μοντέλων για να καλύπτουν εραστές. Οι τρόφιμοι σε κότερα εμπόρων ναρκωτικών. Τα ψώνια της Μυκόνου που γδύνουν τις γυναίκες τους για ξαπλώστρα των 3000 ευρώ»!
Κατ΄αρχάς η μη ονοματολογία είναι η χειρότερη μορφή κατηγορίας. Ψίθυροι, υπονοούμενα, φήμες, μισά χαμόγελα, βλέμματα με σημασία, είναι χειρότερα από την ευθεία κατηγορία, γιατί δεν μπορούν να αποκρουστούν. Σέρνουν τον πολιτικό αντίπαλο στο λάκκο με τη λάσπη, τον βρωμίζουν, και όσο και να πλυθεί, ίχνη της λάσπης παραμένουν και τον ακολουθούν.
Οχι μόνο γιατί αναπαράγεται από τις φίλιες συριζανελικές δυνάμεις στις παρέες, στις δουλειές και τα social media, αλλά και γιατί η κοινή γνώμη, χαιρέκακη από φύση, προσωποποιεί, επαναλαμβάνει και συμπληρώνει με «πικάντικους» τρόπους, τις όποιες αόριστες κατηγορίες.
Χθες το πρωί ο κ. Τζανακόπουλος εκλήθη (κανάλι «Ε») να τοποθετηθεί επί του tweet και απάντησε ότι στον κ. Καμμένο έχει ασκηθεί άδικη κριτική. Αυτός απαντά με τον τρόπο που εκείνος θεωρεί ότι μπορεί να εκφράσει και την οργή και την αγανάκτησή του... είναι δίκαιη η οργή του, είπε, και ο Πάνος Καμμένος δεν έχει κανένα πρόβλημα να κατέβει από το σαλόνι στο αλώνι!
Φευ, το πολιτικό πρόβλημα δεν είναι η όποια δίκαιη οργή του Πάνου. Το πρόβλημα είναι «ο τρόπος που τοποθετείται» στο αλώνι, και ο τρόπος αυτός παράγει πολιτικό αποτέλεσμα, δηλαδή πολιτική αήθεια. Είναι σίγουρο ότι αν αυτά τα έγραφε κανάς Νεοδημοκράτης ή Πασόκος για κάποιον Συριζαίο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος (της κυβέρνησης του συμφώνου συμβίωσης, της αναδοχής παιδιών και της ανεκτικότητας), θα είχε ανέβει στα κεραμίδια και θα ούρλιαζε για ασύδοτη σπίλωση αξιοπρέπειας ανθρώπων, για αναπόδεικτους ισχυρισμούς, για παραληρηματική ανθρωποφαγία, για βορβορώδη υποβάθμιση της πολιτικής διαμάχης, και όλα όσα άλλα η επικοινωνιακή φαρέτρα εφευρίσκει.
Μετά από τα ανωτέρω χλιαρά μπορεί να τεθεί υπό κριτική το παράπονο του ευρωβουλευτή του κυβερνητικού κόμματος Στέλιου Κούλογλου, ο οποίος μιλώντας στα ερτζιανά παραπονέθηκε πως με αφορμή το Σκοπιανό κάποιοι τους λένε προδότες!
Ζήτησε δε μια νέα νομοθετική πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της ρητορικής του μίσους. Επικαλέστηκε το παράδειγμα της Γερμανίας για να υποδείξει ότι πρέπει να κατεβαίνουν αμέσως οι αναρτήσεις μίσους, να επιβάλλονται πρόστιμα σε πλατφόρμες που διευκολύνουν τη διάχυση του μίσους και να γίνονται ακόμη και φυλακίσεις!(ράδιο 247).
Η πρόταση είναι προβληματική καθεαυτή. Εν δυνάμει δημιουργεί συνθήκες εύνοιας της λογοκρισίας, στέρησης της ελευθερίας του λόγου και απαγόρευση της πολιτικής κριτικής – αλλά ξεφεύγει των ορίων του παρόντος σημειώματος.
Ο ευρωβουλευτής τώρα που τους λένε προδότες, ανακάλυψε τη ρητορική του μίσους. Τον καιρό που οι Συριζαίοι αλυχτούσαν ως αντιπολίτευση και εξακόντιζαν εμέσματα για τους «προσκυνημένους», τους «μερκελιστές», τους «γερμανοτσολιάδες», τους «νενέκους», τους «προδότες», τα «σιχάματα», τον καιρό που ο πρωθυπουργός έλεγε τον εκλεγμένο αρχηγό Παπανδρέου «Πινοσέτ», τον καιρό που χαρακτήριζε κάποιους ως «λιγότερο έλληνες», ο κ. Κούλογλου θα ήταν προφανώς δοσμένος ψυχή τε και σώματι στον αντιμνημονιακό αγώνα, και δεν είχε χρόνο για αυτοκριτική.
Τώρα συστήνει στην Αριστερά να κάνει την αυτοκριτική της για την τότε φραστική εκτροπή. Μα η αυτοκριτική είναι εσωτερική υπόθεση της αριστεράς, και εθιμικά την ασκεί μετά από χρόνια. Δεν αφορά τους αντιπάλους της που έγιναν στόχος της χυδαίας ρητορικής του μίσους.
Αυτούς τους αφορά μόνο η συγνώμη. Αυτή πότε θα ζητηθεί;